Cookies management by TermsFeed Cookie Consent
Τελευταίες Ειδήσεις

Ανακοινωθέντα

27-04-2023 18:17

Ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Νίκου Χριστοδουλίδη στην τελετή αναγόρευσής του ως Επίτιμου Διδάκτορα του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιώς

Επιτρέψτε μου κατ’ αρχάς να ευχαριστήσω θερμά τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Πειραιώς Καθηγητή Μιχαήλ Σφακιανάκη, τον Πρόεδρο του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Καθηγητή Αριστοτέλη Τζιαμπίρη, καθώς και όλα τα μέλη του Πανεπιστημίου Πειραιώς για την εξόχως τιμητική διάκριση απονομής του τίτλου του Επίτιμου Διδάκτορα του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς.

Είναι με αισθήματα ιδιαίτερης τιμής και βαθύτατης εκτίμησης που αποδέχομαι τη διάκριση, την οποία αντιλαμβάνομαι ως τιμή στον θεσμό του ανώτατου πολιτικού αξιωματούχου της Κυπριακής Δημοκρατίας, του Προέδρου της. Μέσω τούτου, η διάκριση εκλαμβάνεται και ως αγάπη και σεβασμός στον ίδιο τον κυπριακό λαό.

Είμαι επίσης βαθύτατα συγκινημένος γιατί η τιμή προέρχεται από το Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Ένα ίδρυμα που για 85 τόσα χρόνια αδιάλειπτης παρουσίας και προσφοράς στο εκπαιδευτικό γίγνεσθαι της Ελλάδας, υπηρετεί με ευλάβεια και στο ακέραιο τον σκοπό της ιδρύσεώς του: Την προαγωγή των γραμμάτων και των επιστημών σε μία χώρα που αποτέλεσε ιστορικά γενέτειρα και αφετηρία της ελεύθερης σκέψης, της έρευνας, της παιδείας, της δημοκρατίας, της εξέλιξης. Μόνο μέσα από την προαγωγή της έρευνας, της εκπαίδευσης και της καλλιέργειας της κριτικής σκέψης, συμβάλλουμε καθοριστικά στην ενίσχυση και απελευθέρωση των δυνατοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού μιας κοινωνίας, και ιδιαίτερα της Νέας Γενιάς στην οποία όλοι επενδύουμε, και γνωρίζω καλά ότι το Πανεπιστήμιο Πειραιώς επιτελεί σημαντικότατο ρόλο σε αυτό το ζωτικό πεδίο.

Θα ήταν παράλειψή μου να μην αναφερθώ και στους ιδιαίτερους δεσμούς της Κύπρου με το Πανεπιστήμιο Πειραιώς, το οποίο βρίσκεται σε μία οδό που φέρει το όνομα δύο ηρώων που έγραψαν με ανεξίτηλα γράμματα το όνομά τους στο πάνθεο της κυπριακής ιστορίας. Τον Μιχαήλ Καραολή και τον Ανδρέα  Δημητρίου, τους δύο πρώτους απαγχονισθέντες του εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959 για αποτίναξη του βρετανικού ζυγού και ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.

Το Πανεπιστήμιο Πειραιώς τίμησε στο παρελθόν και συνεχίζει να τιμά σήμερα εξέχοντα μέλη της Ακαδημαϊκής Κοινότητας κυπριακής καταγωγής. Επιπλέον, η ευρύτερη κοινωνία της Κύπρου έχει ευεργετηθεί, και θα πρέπει να το επισημάνουμε, από το Πανεπιστήμιο Πειραιώς, αφού κάθε χρόνο εντάσσεται και αποφοιτά από αυτό ένας μεγάλος αριθμός Κυπρίων φοιτητών, οι οποίοι, επιστρέφοντας στην Κύπρο, εμπλουτίζουν με τις γνώσεις και την παιδεία τους και συμβάλλουν στην ευημερία και το μέλλον της χώρας. Χαιρετίζω, επίσης, το γεγονός ότι το Πανεπιστήμιο Πειραιώς διατηρεί άριστη συνεργασία με Πανεπιστημιακά Ιδρύματα της Κύπρου, κάτι το οποίο είμαι σίγουρος θα ενισχυθεί ακόμη περισσότερο.

Από την ίδρυσή του το 1938, τότε ως «Σχολή Βιομηχανικών Σπουδών», μέχρι την εξέλιξή του σήμερα σε ένα διεθνώς αναγνωρισμένο και καταξιωμένο ίδρυμα, το οποίο καλύπτει ένα ευρύ φάσμα τομέων και σπουδών, το Πανεπιστήμιο Πειραιώς αποδεικνύει στην πράξη την ικανότητά του να εξελίσσεται και να προσαρμόζεται, αφουγκραζόμενο και αντιλαμβανόμενο σωστά όχι μόνο τις ανάγκες της τοπικής κοινωνίας, αλλά και τις εξελίξεις σε περιφερειακό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Μια ικανότητα, η οποία είναι ιδιαίτερα σημαντική στη σημερινή εποχή, όχι μόνο για τα κράτη, αλλά και για κάθε ακαδημαϊκό ίδρυμα που στοχεύει στην Αριστεία.

Ανταποκρινόμενο σε μια ανάγκη της εποχής, μετά από σωστή ανάγνωση των ευρωπαϊκών και διεθνών εξελίξεων, καθώς και της αλληλεξάρτησης που έβγαινε πλέον με σαφήνεια στην επιφάνεια, μεταξύ οικονομίας, γεωστρατηγικής, κοινωνίας και πολιτείας που επέφερε η παγκοσμιοποίηση, το Πανεπιστήμιό σας αποφάσισε το 2000 την Ίδρυση του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τα δεδομένα, όπως είχαν διαμορφωθεί μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο, κυρίως η παγκοσμιοποίηση και η επιδίωξη από μη κρατικούς δρώντες ενός πιο πρωταγωνιστικού ρόλου στις παγκόσμιες εξελίξεις, κατέστησαν προφανή αναγκαιότητα την κατανόηση και ανάλυση, σε ακαδημαϊκό επίπεδο, του τι συμβαίνει γύρω μας, στην περιφέρειά μας αλλά και διεθνώς. Υπήρξε ανάγκη, και ορθώς επισημάνθηκε και αντιμετωπίστηκε, να ξεφύγουμε από μονοδιάστατες προσεγγίσεις, και να συμβάλουμε στη σωστή ερμηνεία του νέου περιφερειακού, ευρωπαϊκού και διεθνούς γίγνεσθαι και των πρωταγωνιστών του, μένοντας και εμείς ουσιαστικοί και επίκαιροι.  Σε αυτή τη νέα εποχή, την νέα χιλιετηρίδα, όπου η αλληλεπίδραση των κρατών, ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην οποία η Ελλάδα ήταν ήδη μέλος ενώ η Κύπρος προσέβλεπε στην ένταξη, τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα θα έπρεπε να εξελιχθούν, προσφέροντας στους νέους περισσότερες δυνατότητες ώστε να μπορέσουν να γίνουν μέτοχοι και κοινωνοί μιας κοινότητας πιο σύγχρονης μάθησης, διεξοδικής και επιστημονικής ανάλυσης των εξελίξεων σε Ελλάδα, Ευρώπη και διεθνώς ώστε να μπορέσουν ως νέοι επιστήμονες αλλά και επαγγελματίες να συνεισφέρουν στην πρόοδο της χώρας τους που για να σημειωθεί θα έπρεπε αυτή να παρέμενε σύγχρονη, επίκαιρη, σχετική στην πρόοδο που σημείωναν οι άλλοι κρατικοί δρώντες και διεθνείς οργανισμοί.

«Τα πάντα ρει», είπε ο Ηράκλειτος κάπου τον 5ο προ Χριστού αιώνα. «Μηδέποτε το κατά τ’ αυτό μένειν». Όλα είναι ρευστά και τίποτα δεν μένει το ίδιο. Αυτό που εξέφρασε ο φιλόσοφος ήταν ότι η διαρκής κίνηση και η μεταβολή αποτελεί το θεμελιώδες χαρακτηριστικό της πραγματικότητας, επομένως εμείς που επιδιώκουμε την πρόοδο θα πρέπει να είμαστε πρωτίστως καλοί αναγνώστες των εξελίξεων, γνώστες και ευέλικτοι ώστε τα νέα δεδομένα να τα μετατρέπουμε σε νέες ευκαιρίες γνώσης, απόκτησης, βελτίωσης. Αυτό προσέφερε το Πανεπιστήμιό σας με τη δημιουργία του Τμήματος το 2000, ανοίγοντας ένα καινούργιο, πρόσθετο παράθυρο ελεύθερης ακαδημαϊκής γνώσης σε φοιτητές, μελετητές, πολιτικούς που είτε αρέσκονται είτε οφείλουν να εμπλουτίζουν τις γνώσεις και την κατάρτισή τους συνεχώς περί των Ευρωπαϊκών και Διεθνών θεμάτων. Για αυτό αξίζουν θερμά συγχαρητήρια σε όλους όσοι είχαν την έμπνευση και εργάσθηκαν για αυτό το Τμήμα.

Όπως ενδεχομένως γνωρίζετε, είχα προσωπικά την ευλογία να αφιερώσω ένα σύντομο, εξαιρετικά ωφέλιμο κομμάτι της ζωής μου στον ακαδημαϊκό χώρο, έχοντας την τιμή να υπηρετήσω ως Ειδικός Επιστήμονας και Λέκτορας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου. Είχα την τιμή να δημιουργήσω συναδελφικές και φιλικές σχέσεις με πολλούς Έλληνες ακαδημαϊκούς και να λάβω μέρος σε συνέδρια και ακαδημαϊκές συνευρέσεις. Εκτιμώ βαθύτατα και θεωρώ απολύτως απαραίτητο να επενδύουν οι ηγέτες στον ρόλο της ακαδημαϊκής κοινότητας και είναι κάτι που θα υπηρετήσω πιστά κατά τη διάρκεια της θητείας μου.

Έχοντας την ίδια ή παρόμοια ακαδημαϊκή αφετηρία με πολλούς από τους παρευρισκόμενους σήμερα εδώ, διαπίστωσα στην πορεία του χρόνου και εφόσον επήλθε η απαιτούμενη ωριμότητα που μόνο ο σοφός χρόνος και η δουλειά και η εμπειρία επιφέρουν στον άνθρωπο, ότι το πάντρεμα της φιλοσοφίας και της πρακτικής, των σπουδών, της ακαδημαϊκής μελέτης και της πρακτικής εξάσκησης σε παρεμφερή επαγγέλματα ή ιδιότητες και αξιώματα, μπορεί να είναι άκρως επωφελές για το κοινωνικό σύνολο και την πολιτεία. Δεν θα μπορούσε αυτό να ειπωθεί καλύτερα από τον τρόπο που τόσο χαρακτηριστικά το κατέγραψε ο φίλος μου ακαδημαϊκός και πολιτικός Άγγελος Συρίγος όταν προλόγισε ένα από τα βιβλία μου επισημαίνοντας: «Κατά τον Πλάτωνα η ιδανική πολιτεία είναι εκείνη όπου ή θα κυβερνήσουν τις πολιτείες οι φιλόσοφοι ή οι βασιλείς… θα ασχοληθούν με τη φιλοσοφία, γνήσια και άξια, ώστε να συμπέσει στο ίδιο πρόσωπο η πολιτική δύναμη και η φιλοσοφία». Ο δε Πλάτωνας διαπιστώνει από την αρχαιότητα το ωφέλιμο της σύμπραξης πνεύματος, επιστήμης, μελέτης, βαθιάς γνώσης επί ενός αντικειμένου με την πολιτική δύναμη, την άσκηση εξουσίας για το δημόσιο καλό.  Για αυτό, πιστεύω και επενδύω στη συνεργασία της ακαδημαϊκής κοινότητας με τους συμμετέχοντες στα κοινά και στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων που διαμορφώνουν και επηρεάζουν τη ζωή του συνόλου, αναγνωρίζοντας ότι η αλληλεπίδραση των δύο φαινομενικά διαφορετικών και απόμακρων κόσμων είναι πάντοτε όχι μόνο αμοιβαία επωφελής, αλλά κυρίως προσφέρουσα το άριστον και το αγαθόν για την κοινωνία.

Όσοι επίστανται ενός θέματος, εσείς, οι ειδικοί, οι επιστήμονες, μπορούν να συνεισφέρουν σημαντικά, εποικοδομητικά, με τη βαθιά μελέτη, την ανάλυση, την κριτική τους στις αποφάσεις των αξιωματούχων της πολιτικής, συνεπικουρώντας τη δύσκολη και επίπονη συχνά δουλειά των συμμετεχόντων στη λήψη πολιτειακών αποφάσεων. Επιπλέον, η ενθάρρυνση, μέσω προγραμμάτων σπουδών, προπτυχιακών και μεταπτυχιακών, διοργάνωσης συνεδρίων και επιμορφωτικών δράσεων, συμμετοχής, όχι μόνο φοιτητών αλλά και επαγγελματιών, δημοσίων λειτουργών και αξιωματούχων, από ακαδημαϊκά ιδρύματα όπως το δικό σας, αλλά και η ενασχόληση με την πρακτική της διπλωματίας ή την πολιτική περισσότερων ακαδημαϊκών, θα συμβάλουν ώστε αυτό που ο Πλάτωνας θεωρεί ιδανικό, και ο Συρίγος βλέπει τόσο κολακευτικά, «κατ’ αρχήν» στο πρόσωπό μου λόγω της ακαδημαϊκής και επαγγελματικής μου πορείας, να συμβαίνει πιο συχνά. Να συμπίπτει δηλαδή στο ίδιο πρόσωπο «δύναμις τε πολιτική και φιλοσοφία» προς όφελος της ιδανικής, δημοκρατικής σήμερα, πολιτείας.

Είναι κοινώς αποδεκτό ότι βρισκόμαστε σε ένα μεταίχμιο πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό. Διάγουμε μια ιδιάζουσα περίοδο σε διεθνές επίπεδο, εντός ενός παγκοσμιοποιημένου περιβάλλοντος με πολλούς και διαφορετικούς δρώντες και πρωταγωνιστές πέραν των κρατικών οντοτήτων.

Τα τελευταία χρόνια βρισκόμαστε αντιμέτωποι με πολλές και διαφορετικής φύσεως προκλήσεις. Οικονομική κρίση, επισιτιστική κρίση, πόλεμοι, εμφύλιες διαμάχες, τρομοκρατία, ανησυχητικές επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή, ασύμμετρες απειλές, φονταμενταλιστικές, θρησκευτικές και άλλες συγκρούσεις, προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές, αύξηση της ξενοφοβίας. Προκλήσεις που διαπερνούν τα σύνορα και δεν γνωρίζουν εθνότητες και κρατικές οντότητες. Η διαμόρφωση του διεθνούς περιβάλλοντος σήμερα αναδεικνύει τις παραδοσιακές έννοιες και τη σημασία τους στις διεθνείς σχέσεις όπως της γεωστρατηγικής, της οικονομίας και της γεωγραφίας. Οι προκλήσεις απαιτούν αξιόπιστα κράτη, ικανούς δρώντες και πρόσθετη αξία ασχέτως μεγέθους και πραγματικής ισχύς, ευελιξία, δυνατές συμμαχίες, άξονες, συνέργειες.  

Η παράνομη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η συνεχιζόμενη κατοχή, η δεύτερη στην Ευρώπη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο  εφόσον προηγήθηκε η τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, ήρθε να προσθέσει στις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού. Και απειλούν αυτές οι επιπτώσεις σήμερα, άμεσα, την ασφάλεια και τη σταθερότητα της ευρωπαϊκής επικράτειας.

Και ενώ κάποιος θα ανέμενε ότι οι πολλές προκλήσεις που προανέφερα θα οδηγούσαν σε ενίσχυση της συνεργασίας ανάμεσα στα κράτη, παρατηρείται – από αριθμό κρατών τουλάχιστον – μία τάση ροπής προς μία προσέγγιση πολιτικής εσωστρέφειας, σύμφωνα με την οποία η αντιμετώπιση των σημερινών προκλήσεων, δύναται να είναι πιο αποτελεσματική  με την ενεργοποίηση αντανακλαστικών αυτοπροστασίας τα οποία, κατ’ επέκταση, οδηγούν σε μονομερή μέτρα και πολιτικές απομονωτισμού. Ταυτόχρονα, οι συμβατικοί και σε μεγάλο βαθμό διαχρονικοί κανόνες λειτουργίας του διεθνούς συστήματος αμφισβητούνται, με αποτέλεσμα να οδηγούμαστε σε ένα ακόμη πιο απρόβλεπτο και ρευστό διεθνές σκηνικό που χαρακτηρίζεται από αναθεωρητισμό, δημιουργία κενών ασφαλείας και υιοθέτηση πολιτικών εμπορικού υπερπροστατευτισμού.

Έχω ωστόσο, Κυρίες και Κύριοι, την έντονη πεποίθηση, ότι αυτές οι προσεγγίσεις, δεν λύνουν τα προβλήματα, αφού ακόμη και εάν υπάρχουν οφέλη και επιτυχίες, αυτά μόνο βραχυπρόθεσμα μπορούν να εξασφαλίσουν περιστασιακές ελαφρύνσεις. Εκτίμησή μου είναι ότι αυτές οι προσεγγίσεις αδυνατούν να προσφέρουν συνολικές, περιεκτικές, βιώσιμες, ανθεκτικές και μακροπρόθεσμες λύσεις στις σημερινές προκλήσεις.

Όντας λάτρης της ιστορίας, που επίσταται των θεμάτων κυρίως των Πολιτικών Επιστημών και των Διεθνών Σχέσεων, εφόσον εκεί εντρύφησα ακαδημαϊκά, με προσωπική πρακτική για χρόνια στη διπλωματία αλλά και στην επικοινωνία που αποτελεί σήμερα, όχι μόνο εργαλείο αλλά και μέρος της ίδιας της πολιτικής και των αποτελεσμάτων που φέρει, έμαθα, αναζητώντας λύσεις στα σύγχρονα πολιτικά ζητήματα να ανατρέχω στην ιστορία από όπου πάντα αντλώ χρήσιμα διδάγματα. Και αυτό σχεδόν πάντα μου επιβεβαιώνει ότι στην προσπάθεια αντιμετώπισης προκλήσεων και εξεύρεσης λύσεων, σπουδαίο εργαλείο αποτελεί η επιδίωξη περισσότερης συνεργασίας, ουσιαστικού διαλόγου, συλλογικών δράσεων και η εξωστρέφεια.

Δράττομαι της σημερινής παρουσίας μου στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς για να μοιραστώ μαζί σας τη δική μου θεώρηση για τον τρόπο με τον οποίο η Κύπρος, ένα κατεχόμενο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με συγκεκριμένη γεωγραφία, ιστορία και παράγοντες ισχύος, θα μπορούσε καλύτερα να δράσει στο υφιστάμενο διεθνές σύστημα, μέσα από μια σύγχρονη, ευέλικτη, εξωστρεφή εξωτερική πολιτική και ενδυναμώνοντας, ενισχύοντας η ίδια την κρατική της ισχύ και υπόσταση στο ανατολικότερο άκρο της Μεσογείου.

Στα εξήντα τρία χρόνια που έχουν παρέλθει από την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, η εξωτερική πολιτική της χώρας, και εδώ επικαλούμαι και την εμπειρία μου ως Διπλωμάτης αρχικά και εν συνεχεία ως Υπουργός Εξωτερικών, έχει εξελιχθεί σημαντικά, μέσα από μια διαδικασία που θα μπορούσαμε να περιγράψουμε ως μια μετάβαση από την εσωστρέφεια στην εξωστρέφεια.

Σε αυτήν την εξελικτική διαδικασία, δύο ήταν, κατά τη γνώμη μου, τα ιστορικά γεγονότα που είχαν την καταλυτικότερη επίδραση, καθορίζοντας σε πολύ μεγάλο βαθμό την εξωτερική πολιτική της Κύπρου: Η τουρκική εισβολή του 1974 και η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2004. 

Τα γεγονότα της τουρκικής εισβολής του 1974 και οι τραγικές συνέπειές τους, οι οποίες εξακολουθούν μέχρι σήμερα να υφίστανται, διαμόρφωσαν στην ουσία την εξωτερική πολιτική της Κύπρου τη δεύτερη μόλις δεκαετία της ανεξάρτητης ζωής της. Αυτό ήταν αναμενόμενο, αν αναλογιστούμε το μέγεθος των συνεπειών της τουρκικής εισβολής, με πέραν του 37% του εδάφους της χώρας να τίθεται και να εξακολουθεί να βρίσκεται υπό στρατιωτική κατοχή, πέραν των 200.000 εκτοπισμένων διά της βίας από την γη και τις περιουσίες τους, αλλά και την ενορχηστρωμένη προσπάθεια της Τουρκίας να διαβρώσει τον δημογραφικό, πολιτισμικό και θρησκευτικό χαρακτήρα των κατεχόμενων περιοχών, αλλά και να αμφισβητήσει σε διεθνές επίπεδο ακόμη και την ίδια την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ένα νησί μικρότερο των 10.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων  δεν είχε άλλη επιλογή, μετά την ωμή επιβολή ισχύος από τον εισβολέα, παρά να διαχειριστεί ένα εθνικό πρόβλημα με διαστάσεις δυσανάλογες του μεγέθους, των διαθέσιμων μέσων και των δυνατοτήτων του, στην ουσία χωρίς εξωγενή βοήθεια.

Ως εκ τούτου, η εξωτερική πολιτική της Κύπρου από το 1974 και εντεύθεν, με τους λιγοστούς πόρους, ήταν σχεδόν αποκλειστικά επικεντρωμένη στην αντιμετώπιση των τραγικών συνεπειών του 1974, την προάσπιση και διατήρηση της κρατικής της υπόστασης διεθνώς, μαζί με την επιδίωξη του στόχου του τερματισμού της κατοχής και της επανένωσης του νησιού.

Η αναζήτηση συνολικής λύσης στο κυπριακό αποτελούσε συνεπώς τη μοναδική σχεδόν προτεραιότητα της εξωτερικής μας πολιτικής για πάρα πολλά χρόνια. Ήταν άλλωστε η επιδίωξη αυτού του στόχου που οδήγησε και στην αίτηση ένταξης στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα το Καλοκαίρι του 1990, η οποία 14 χρόνια μετά οδηγήθηκε στην πλήρη ένταξη στην ΕΕ. Και ήταν αυτή η ιστορική στιγμή, στην ευόδωση της οποίας έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο η Ελλάδα και είχε ως εμπνευστή τον δικό μας Γιάννο Κρανιδιώτη, η οποία αποτελεί κατά τη γνώμη μου τη σημαντικότερη διπλωματική επιτυχία, ιστορικό σταθμό, στη σύγχρονη κυπριακή ιστορία.

Ερχόμενος στα σημερινά δεδομένα, με τη λύση του Κυπριακού να παραμένει η υπ’ αριθμόν ένα προτεραιότητα της κυπριακής κυβέρνησης, ως νέα διακυβέρνηση, επικεντρωνόμαστε την ίδια στιγμή σε μια στρατηγική προσέγγιση σε σχέση με την εξωτερική μας πολιτική.

Από την πρώτη μέρα της ανάληψης της προεδρίας, αλλά και προηγουμένως κατά τη θητεία μου ως Υπουργός Εξωτερικών, η προσπάθεια είναι η μετάβαση από μια μονοθεματική εξωτερική πολιτική, σε μια ποικιλόμορφη, πολυθεματική πολιτική, πιο εξωστρεφή και σύγχρονη, η οποία θα αξιοποιεί τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και την προστιθέμενη αξία της Κύπρου, με στόχο, ανάμεσα σε άλλα, να ενισχύσει τον γεωστρατηγικό της ρόλο, προωθώντας ένα όραμα για την περιοχή που θα εξυπηρετεί, ανάμεσα σε άλλα, και την ΕΕ. Μια τέτοια πολυθεματική προσέγγιση, παράλληλα με τις προσπάθειες ανασύνταξης του κράτους και ενίσχυσης όλων των συνισταμένων ισχύος του (οικονομία, κοινωνική συνοχή, τομείς δικαιοσύνης), θεωρούμε ότι θα έχει ευεργετική επίδραση και στις προσπάθειες για επανένωση της Κύπρου.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο καθορίστηκαν τρεις βασικοί πυλώνες στην εξωτερική μας πολιτική:

Ο πρώτος αφορά στην ενίσχυση των σχέσεων μας με χώρες της άμεσης γειτνίασής μας, της Ανατολικής Μεσογείου και της ευρύτερης περιοχής του Κόλπου. Καλλιεργώντας περαιτέρω τις ιστορικά πολύ καλές σχέσεις που διατηρούμε με τους γείτονές μας, εργαζόμαστε μεθοδικά για την ουσιαστική εμβάθυνση των δεσμών και της συνεργασίας μας. Οι ενέργειές μας αποσκοπούν στην πραγμάτωση ενός μακροπρόθεσμου οράματος για την περιοχή αλλά και στην άντληση ωφελημάτων για το καλό της κάθε χώρας για αυτό και οι συνέργειες αφορούν πολλούς τομείς όπως της ασφάλειας, της ενέργειας, του εμπορίου, του τουρισμού και του πολιτισμού. Η ενίσχυση διμερών σχέσεων με αμοιβαία επωφελείς δράσεις αλλά και οι πολυμερείς συνέργειες σχηματίζουν μακροπρόθεσμες συμμαχίες άκρως επωφελείς και για το εθνικό μας θέμα.

Ίσως δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα που να αποτυπώνει στην πράξη την εφαρμογή του πρώτου πυλώνα της εξωτερικής μας πολιτικής από τους περιφερειακούς μηχανισμούς συνεργασίας που έχουμε εγκαθιδρύσει, μαζί με την Ελλάδα με χώρες της περιοχής, όπως την Αίγυπτο, το Ισραήλ, την Ιορδανία, τα ΗΑΕ, τον Λίβανο και την Παλαιστίνη. Τα ενεργειακά δεδομένα ήταν εκείνα που λειτούργησαν αρχικά ως ο ενοποιητικός σύνδεσμος για να φέρουν τις χώρες κοντά, ωστόσο, λόγω της από κοινού αναγνώρισης των ωφελημάτων από τέτοιου είδους δράσεις, ειδικότερα στο σημερινό μεταβαλλόμενο και ρευστό διεθνές περιβάλλον, με τις πολλαπλές προκλήσεις, η συνεργασία επεκτάθηκε πλέον σε μια σειρά άλλων τομέων, όπως η ασφάλεια, η εκπαίδευση, το περιβάλλον, η κλιματική αλλαγή και η καινοτομία.

Και έχω την έντονη πεποίθηση ότι η συνεργασία που αναπτύχθηκε στην περιοχή δημιούργησε επίσης μια δυναμική που θα μπορούσε σε βάθος χρόνου να οδηγήσει στη δημιουργία ενός περιφερειακού οργανισμού για την ασφάλεια και τη συνεργασία, όταν το επιτρέψουν οι πολιτικές συνθήκες. Στην πραγματικότητα, η Ανατολική Μεσόγειος είναι μια από τις λίγες περιοχές όπου δεν υπάρχει τέτοιος οργανισμός. Ο εν λόγω οργανισμός θα είναι ανοιχτός για συμμετοχή σε όλα τα Κράτη της περιοχής, χωρίς αποκλεισμούς, ενώ η λειτουργία του θα βασίζεται σε μια θετική προσέγγιση, με μόνες προϋποθέσεις τον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και την προσήλωση στις σχέσεις καλής γειτονίας.

Ένα πρώτο δείγμα γραφής είναι και η σύσταση του Ενεργειακού Φόρουμ στο Κάιρο με τη συμμετοχή κρατών της περιοχής και όχι μόνο. Εξέλιξη, την οποία κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί λίγα χρόνια ενωρίτερα.

Ο δεύτερος πυλώνας της εξωτερικής μας πολιτικής αφορά στην ενεργότερη συμμετοχή της Κύπρου στα τεκταινόμενα της ΕΕ, και πιο συγκεκριμένα, σε ζητήματα που δεν άπτονται αποκλειστικά του Κυπριακού ή/και των Ευρωτουρκικών. Αποτελεί γεγονός ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την ένταξή μας, οι παρεμβάσεις μας στις Βρυξέλλες περιορίζονταν  κατά κύριο λόγο σε θέματα που σχετίζονταν με το Κυπριακό και την Τουρκία. Εργαζόμαστε, λοιπόν, πλέον μεθοδικά για να έχουμε ουσιαστική παρέμβαση στις Βρυξέλλες σε μια σειρά θεμάτων στα οποία η Κύπρος μπορεί να έχει ισχυρή προστιθέμενη αξία στις συζητήσεις που γίνονται ώστε και η ίδια να αντλεί οφέλη και να υπερασπίζεται και να προωθεί τα συμφέροντα των πολιτών της.

Ένα ενδεικτικό παράδειγμα είναι η δυνατότητά μας να μεταφέρουμε την οπτική γωνία της Ανατολικής Μεσογείου στην ΕΕ και να αποδείξουμε στην πράξη το ρόλο γέφυρας ανάμεσα στις Βρυξέλλες και τις χώρες της ευρύτερης περιοχής. Αυτό το διασφαλίζουμε, για το καλό των πολιτών μας αλλά και προς όφελος των γειτόνων μας, μόνο μέσα από μια ενεργή, αξιόπιστη, πολυθεματική παρέμβαση στις Βρυξέλλες και σε όλους τους βασικούς θεσμούς, στο πλαίσιο πάντα των δυνατοτήτων μας.

Αναδεικνύοντας μέσα σε αυτό το πλαίσιο τη σημασία και προστιθέμενη αξία της Κυπριακής Δημοκρατίας για την ΕΕ και ξεφεύγοντας από μια μονοθεματική προσέγγιση, αναβαθμίζουμε το κύρος και τη σημασία της χώρας μας.

Την ίδια στιγμή, μας επιτρέπει να διεκδικούμε και ενεργότερο ρόλο και εμπλοκή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού Προβλήματος καθώς και στο περιεχόμενο της λύσης, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η Ένωση διαθέτει πολλαπλά εργαλεία, η αξιοποίηση των οποίων μπορεί να οδηγήσει σε μια αμοιβαία επωφελή κατάσταση πραγμάτων για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. Δεν είναι, εξάλλου, τυχαίο ότι κατά την τελευταία προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού, για πρώτη φορά στην ιστορία των διαπραγματεύσεων από το 1976 όταν πρωτοξεκίνησαν, επιτεύχθηκαν συγκλίσεις που ήταν σαφώς καλύτερες από τα όποια αποτελέσματα σε προηγούμενες διαπραγματευτικές διαδικασίες. Ήταν η πρώτη φορά, για παράδειγμα, που πετύχαμε να συζητήσουμε το θεμελιώδες κεφάλαιο της ασφάλειας και των εγγυήσεων. Και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη διαδικασία.

Ο τρίτος πυλώνας της εξωτερικής μας πολιτικής σχετίζεται με την ενίσχυση των σχέσεών μας με τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και άλλους ισχυρούς δρώντες στη διεθνή σκηνή. Όσον αφορά τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, εργαζόμαστε, ειδικότερα με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Γαλλία, για την οικοδόμηση μιας πιο ουσιαστικής σχέσης και τη διεύρυνση της ημερήσιας διάταξης των συζητήσεών μας πέραν από το Κυπριακό, ενισχύοντας μια θεσμοθετημένη και συνεχώς εξελισσόμενη στρατηγική συνεργασία σε όλους τους τομείς. Μέσω αυτής της διαδικασίας, αναδεικνύεται, ανάμεσα σε άλλα, και ο ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει η Κύπρος σε μια περιοχή, κατά γενική ομολογία, ιδιαίτερης στρατηγικής σημασίας, και σιγά σιγά η Κύπρος αρχίζει να εξασφαλίζει ίδια οφέλη μέσα από αυτές τις συνεργασίες. 

Πέραν των προαναφερθέντων πυλώνων, εργαζόμαστε και προς την κατεύθυνση αξιοποίησης εργαλείων εξωτερικής πολιτικής «ήπιας ισχύος». Αυτά περιλαμβάνουν, ανάμεσα σε άλλα, την πολιτιστική διπλωματία, την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στην εξωτερική μας πολιτική, καθώς επίσης την οικονομική διπλωματία. Όλα αυτά δρουν ενισχυτικά στις υπόλοιπες μας δράσεις και στην επιδίωξη των πιο σημαντικών μας στόχων. 

Οι τρεις πυλώνες της εξωτερικής μας πολιτικής στοχεύουν, όπως προανέφερα, ανάμεσα σε άλλα, στην αναβάθμιση της περιφερειακής σημασίας της Κύπρου, την περαιτέρω ενίσχυση της υπόστασής της σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο και την ανάδειξή της ως ένα Κράτος που μακριά απο μονοθεματικές προσεγγίσεις, δύναται, στο μεταβαλλόμενο σημερινό περιβάλλον, να συνδράμει, στο πλαίσιο πάντα των δυνατοτήτων της, στην αντιμετώπιση των πολλαπλών προκλήσεων. Η επίτευξη του εν λόγω στόχου, αναμφίβολα θα ενισχύσει και τις προσπάθειές μας για επίλυση του κυπριακού προβλήματος.

Έχω, κυρίες και κύριοι, την έντονη πεποίθηση ότι η παρούσα κατάσταση πραγμάτων στην Κύπρο δεν μπορεί να αποτελεί τη λύση του Κυπριακού. Το απαράδεκτο, παράνομο, στάτους κβο μέρα με τη μέρα προκαλεί νέα τετελεσμένα που δυσχεραίνουν περισσότερο τις προσπάθειες επίλυσης. Η Κύπρος εξακολουθεί να έχει χιλιάδες πρόσφυγες, εκατοντάδες αγνοούμενους, και δεν πρέπει στιγμή να ξεχνάμε ότι αποτελεί το μόνο κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου οι Ευρωπαίοι πολίτες, κυρίως οι Κύπριοι Ευρωπαίοι πολίτες, στερούνται των βασικών ελευθεριών τους και ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αποτελούν, μάλιστα, τον πυρήνα του κεκτημένου, όπως των ελευθεριών διακίνησης, εγκατάστασης, εργασίας, ιδιοκτησίας και τόσων άλλων.

Ύψιστη προτεραιότητα και βασικότερος στόχος της διακυβέρνησής μου, φυσιολογικά και αυτονόητα, αποτελεί το σπάσιμο του αδιεξόδου και η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με στόχο την εξεύρεση συνολικής λύσης στη βάση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, με μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια, μία διεθνή προσωπικότητα, σύμφωνα με τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, το Ευρωπαϊκό κεκτημένο καθώς και τις αρχές και τις αξίες πάνω στις οποίες εδράζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Μίας λύσης που να καθιστά την Κύπρο ένα φυσιολογικό και λειτουργικό κράτος, χωρίς εξαρτήσεις, χωρίς τις όποιες αναχρονιστικές εγγυήσεις και χωρίς κατοχικά στρατεύματα. Με ένα συνταγματικό πλαίσιο που να επιτρέπει στο Κράτος και στους πολίτες, Ελληνοκύπριους, Τουρκοκύπριους και όλους τους νόμιμα διαβιούντες, να ζουν σε συνθήκες ευημερίας, ασφάλειας, αλληλοκατανόησης και αμοιβαίου συμβιβασμού και κυρίως σε συνθήκες σεβασμού και εφαρμογής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για όλους.

Για μένα η προσπάθεια για λύση αποτελεί μονόδρομο. Η διαίρεση της Κύπρου είναι μια ανωμαλία που στερεί από τους Κυπρίους την προοπτική πραγματικής και μακροχρόνιας ευημερίας και αποτελεί πλήγμα για την εξέλιξη του διεθνούς και ευρωπαϊκού συστήματος απονομής δικαιοσύνης και εφαρμογής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η επίλυση του Κυπριακού, λοιπόν, σε μια εποχή που κάποιοι στρέφουν την πλάτη στην πολυμέρεια, επιλέγοντας τον απομονωτισμό, σε μια αβέβαιη περίοδο σε διεθνές επίπεδο, θα είναι μια ιδιαίτερα θετική εξέλιξη, όχι μόνο για την Κύπρο αλλά και την ευρύτερη περιοχή, όπως επίσης την ΕΕ. 

Κλείνοντας, σας ευχαριστώ θερμά για την ευκαιρία που μου δώσατε να μοιραστώ μαζί σας κάποιες από τις σκέψεις μου και το γενικότερο όραμά μου για την εξωτερική πολιτική της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία ευελπιστώ να λειτουργήσει ενισχυτικά και στην προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού.

Είμαι ιδιαίτερα συγκινημένος για την τιμητική αναγόρευσή μου σήμερα. Σας ευχαριστώ από καρδιάς τόσο για την ίδια την πράξη της αναγόρευσης με την οποία διατρανώνεται η αγάπη του Ιδρύματός σας για την Κύπρο και το λαό της όσο και για την ευκαιρία να απευθυνθώ σε ένα τόσο αξιόλογο ακροατήριο, εδώ στον Πειραιά, στην αρχή της νέας διακυβέρνησης, που ευελπιστώ, και για αυτό θα δουλέψω σκληρά, θα φέρει στην Κύπρο καλύτερες μέρες, ελπίδα, προοπτική και ευημερία, για τα παιδιά και το μέλλον μας.

Προσβλέπω στη συνέχιση της συμπόρευσης και της συνεργασίας μας που θα επιτρέπει τη συνύπαρξη αυτού που ο Πλάτωνας θεωρεί ιδανικό, της πολιτικής και της φιλοσοφίας, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος και των πολιτών μας που όσοι εμπλεκόμαστε στα κοινά ταχθήκαμε να υπηρετούμε.

Σας ευχαριστώ.

 

(AΦ)