19-07-2024 22:02
Ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Νίκου Χριστοδουλίδη στην εκδήλωση μνήμης και τιμής για τους Αγνοούμενους στο Πανόραμα Αγνοουμένων
Για μια ακόμη χρονιά, ανταποκρινόμενοι στο καθεχρονικό κάλεσμα της Ιστορίας και της συνείδησής μας, συγκεντρωθήκαμε απόψε εδώ, στον ιερό τούτο χώρο, για να τιμήσουμε τους αγνοούμενους της κυπριακής τραγωδίας, που είναι τα θύματα της πιο σκληρής πτυχής του Κυπριακού.
Είμαστε εδώ – και αυτή η προσπάθεια δεν σταματά μέχρι και τη διακρίβωση της τύχης του τελευταίου αγνοούμενου μας– για να διατρανώσουμε με όλη τη δύναμη της φωνής μας ότι ποτέ δεν θα ησυχάσουμε, ποτέ δεν θα σταματήσουμε εάν δεν μάθουμε για την τύχη και του τελευταίου αγνοούμενου.
Είμαι απόψε μαζί σας, αγαπητοί συγγενείς των αγνοουμένων μας, για να σας διαβεβαιώσω, βλέποντάς σας στα μάτια, ότι θα συνεχίσω την προσπάθεια, όπως εξάλλου πράττω από το 2013 όταν σας πρωτογνώρισα, έτσι ώστε να διακριβωθεί η τύχη και του τελευταίου αγνοούμενου και να δοθεί «τέρμα», διότι δεν θα δοθεί ποτέ πραγματικά τέρμα. Μιλούσα με μια κυρία προηγουμένως που μού είπε βρέθηκε ο αδελφός μου, αλλά είμαι απόψε εδώ και θα είμαι για μια ζωή εδώ μέχρι να βρεθεί και ο τελευταίος αγνοούμενος.
Γνωρίζω πολύ καλά πάρα πολλούς από εσάς. Είναι αδυσώπητος ο χρόνος, αφήνει έντονα τα σημάδια. Οι γονείς των αγνοουμένων μας λιγοστεύουν, τα αδέλφια τους γερνούν και τα παιδιά τους μεγαλώνουν.
Χθες είχα την ευκαιρία να συναντηθώ με ομάδα παιδιών των αγνοουμένων μας, που μοιράστηκαν μαζί μου τα βασανιστικά «γιατί», που βιώνουν από την παιδική τους ηλικία.
Έχετε απόλυτο δίκιο (να λέτε αυτά που λέτε από το ακροατήριο, ότι κανείς δεν σας είδε εδώ και 50 χρόνια) και δεν θα σταθώ απέναντί σας, για να δικαιολογήσω οτιδήποτε δεν δικαιολογείται.
Οι πλείστοι είναι συνομήλικοί μου, που κουβαλούν το βάρος της απώλειας, το οποίο κανένας δεν μπορεί ποτέ να καλύψει. Κανένας δεν μπορεί να συμπληρώσει αυτό το τεράστιο κενό.
Συμπληρώνονται 50 χρόνια, μισός αιώνας. Αυτό το ανθρωπιστικό δράμα δεν χρειάζεται πολλά λόγια, όπως ούτε εσείς χρειάζεστε βαρυσήμαντες δηλώσεις και μεγάλες υποσχέσεις. Επειδή συμπληρώνονται 50 χρόνια, πρέπει όλοι μας να κάνουμε έναν απολογισμό, να κάνουμε αυτοκριτική. Και αυτό που χρειάζεται πρώτα και πάνω από όλα προς όλους εσάς είναι ειλικρίνεια, που δυστυχώς δεν υπήρξε για πολλά χρόνια, και ενσυναίσθηση. Δεν ζητάτε πολλά. Αυτά μόνο ζητάτε. Και εκείνο που μπορώ απόψε να σας πω είναι ότι προσεγγίζω αυτό το σοβαρότατο ανθρωπιστικό θέμα –δεν είναι πολιτικό, δεν είναι γεωπολιτικό, δεν είναι γεωστρατηγικό– με την απόλυτη σοβαρότητα, την προσοχή και την ευαισθησία, που αρμόζει σε όλους εσάς.
Μίλησα πριν για ειλικρίνεια. Το 1999 ξεκίνησε η προσπάθεια για διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων, οργανωμένη και συστηματική, από έναν άνθρωπο ο οποίος δεν είναι πλέον μαζί μας, έναν άνθρωπο που πολλοί από σας αγαπήσατε, πολλοί άλλοι είχατε διαφορές μαζί του, αλλά θέλω απόψε να αναφερθώ στον Ξενοφώντα Καλλή. Γιατί έζησα από πρώτο χέρι, ως νεαρός διπλωμάτης το 1999, στο Υπουργείο Εξωτερικών, και ξέρω πάρα πολύ καλά τις προσπάθειες αυτού του ανθρώπου, για να ξεκινήσουν να υπάρχουν αποτελέσματα.
Ανήκω στη γενιά που μεγάλωσε με το «δεν ξεχνώ» και τον αριθμό 1619 για τους αγνοουμένους του 1974. Μέχρι σήμερα έχει διακριβωθεί η τύχη περίπου των μισών από αυτούς, και ο αριθμός αυτών που η τύχη διακριβώθηκε θα μπορούσε να ήταν σαφώς πιο μεγάλος, εάν υπήρχε η συνεργασία από πλευράς Τουρκίας, αν επιτρεπόταν η έρευνα στα αρχεία του τουρκικού στρατού, αν δεν υπήρχε η σκόπιμη μετακίνηση και καταστροφή μαζικών τάφων με προφανή στόχο να αποκρύψει την αλήθεια.
Όμως, η ταυτοποίηση λειψάνων και η έκδοση πιστοποιητικού θανάτου δεν αποτελεί απλώς μια ληξιαρχική πράξη. Είναι η απόδειξη της αλήθειας, η οποία είναι από τη μια εξαιρετικά επώδυνη, αλλά και από την άλλη, λυτρωτική, στο βαθμό που μπορεί να είναι για τους ανθρώπους που εδώ και δεκαετίες αγωνιούν, ψάχνουν και αγωνίζονται.
Εκατοντάδες είναι οι γονείς, τα παιδιά και τα αδέλφια που περίμεναν χρόνια πολλά με την ελπίδα να ξαναδούν τους αγαπημένους τους. Πολλοί είναι εκείνοι που έφυγαν από τη ζωή χωρίς να γνωρίζουν για την τύχη τους.
Αυτή είναι η τραγική αλήθεια, την οποία εσείς, σεβαστοί συγγενείς αιχμαλώτων, των πεσόντων και αγνοουμένων από την Κύπρο και την Ελλάδα, γνωρίζετε καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο.
Οι αγνοούμενοι του 1974 αποτελούν το αέναο σύμβολο που μας θυμίζει τις καταστροφικές συνέπειες της εισβολής. Είναι το δικό μας βαρύ και ασήκωτο μνημείο στον Άγνωστο Στρατιώτη με τη διαφορά ότι γνωρίζουμε τον καθένα και την κάθε μια και, όμως, δεν είναι μαζί μας και εκεί αρχίζουν τα αναπάντητα ερωτήματα και τα πολλά «γιατί».
Η αυριανή μέρα είναι δύσκολη για όλους μας, ειδικά για εσάς, που εδώ και 50 χρόνια ζείτε με μια φωτογραφία στο χέρι, φυλακτό μιας ολόκληρης ζωής. Από τον ιερό αυτό χώρο σάς διαβεβαιώ ότι η αρχή και το τέλος του κυπριακού δράματος είναι ταυτισμένο με το θέμα των αγνοουμένων, με τον δικό σας αγώνα. Η αγωνία σας είναι και δική μας αγωνία. Τέτοιες δύσκολες στιγμές πάντα επιστρέφουμε στις ρίζες των προγόνων μας και αντλούμε δύναμη από την πηγή της παράδοσής μας. Επιτρέψτε μου να κλείσω με τους συγκινητικούς, ανθρώπινους στίχους του Δημήτρη Λιπέρτη, που μας δείχνει –αν θέλετε– και τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε, παρά τις προκλήσεις, τις δυσκολίες, τα προβλήματα, τον δρόμο της υπομονής και της επιμονής:
«Για να φέξει καρτερούμεν,
Το φως τζιείνης της μέρας,
Πον' να φέρει στον καθέναν,
Τζιαι δροσιάν τζιαι ποσπασιάν».
(ΡΜ/ΜΣ)
Σχετικά Ανακοινωθέντα