20-07-2022 21:04
Χαιρετισμός του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Νίκου Αναστασιάδη στην επετειακή εκδήλωση για την τουρκική εισβολή του 1974
Θα ήθελα προ της όποιας άλλης αναφοράς, θερμά να καλωσορίσω και να εκφράσω τις ευγνώμονες ευχαριστίες του Κυπριακού Ελληνισμού προς τους συγγενείς των Ελλαδιτών ηρώων και αγνοουμένων που μας τιμούν απόψε με την παρουσία τους, όπως οι δικοί τους άνθρωποι έπραξαν με τον αγώνα και τη θυσία της ζωής τους.
Κυρίες και Κύριοι,
Ο οξύς ήχος της σειρήνας που και σήμερα ήχησε σαράντα οχτώ χρόνια μετά την εισβολή υπενθύμισε για ακόμη μια φορά τη βαριά ευθύνη: Αυτή η θλιβερή επέτειος να είναι η τελευταία με το νησί μας μοιρασμένο, αυτό το καλοκαίρι να είναι το τελευταίο με τους πολίτες της πατρίδας μας να στερούνται αυτονόητα πανανθρώπινα δικαιώματα και να συνεχίζουν να ζουν αδικαίωτοι σε καθεστώς ανασφάλειας.
Για σαράντα οχτώ χρόνια, ζούμε έναν παραλογισμό, που δεν υπάρχει όμοιος του στην παγκόσμια ιστορία. Να βλέπουμε μία Ευρωπαϊκή πόλη, την πόλη μας, δίπλα μας, μερικά μέτρα από εδώ μοιρασμένη.
Και κάποια χιλιόμετρα πιο κάτω, στην ακτή της Αμμοχώστου, η ιστορική πόλη όχι μόνο να αποσυντίθεται, αλλά και να παρακολουθούμε απαράδεκτες προσπάθειες αλλαγής του καθεστώτος κατ’ αντίθεση και σε πλήρη παραβίαση των σχετικών Ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
Και, δυστυχώς, ενώ εμείς θρηνούμε τους νεκρούς, τους αγνοούμενους, τις κατεχόμενες πατρογονικές εστίες, κάποιοι εκ των Τουρκοκυπρίων συμπατριωτών μας και η Τουρκία προκλητικά πανηγυρίζουν για την παράνομη εισβολή και τα δεινά που αυτή επέφερε:
Πανηγυρίζουν για την κατοχή του 37% του εδάφους της ΚΔ και την έκτοτε παρουσία 40 χιλιάδων Τουρκικού στρατού, τον εκτοπισμό 167 χιλιάδων Ελληνοκύπριων, τη δολοφονία χιλιάδων, περιλαμβανομένου αμάχων, των πέραν των 1500 αγνοουμένων ατόμων, την καταστροφή των μνημείων και της πολιτιστικής μας κληρονομίας.
Την ίδια στιγμή, όμως, πέραν της θλίψης, της καταδίκης της βάρβαρης Τουρκικής εισβολής και της τιμής στους πεσόντες και αγνοούμενους, ανακαλούμε στη μνήμη την αμφισβήτηση της νομιμότητας και τις εγκληματικές ενέργειες κάποιων, τις οποίες υπέθαλψε και εκμεταλλεύτηκε η ελληνόφωνη χούντα των Αθηνών για να διαπράξει το εγκληματικό πραξικόπημα.
Γιατί, σεβαστοί μου συμπατριώτες και συμπατριώτισσες, είναι το προδοτικό πραξικόπημα που εκμεταλλεύτηκε η Τουρκία, για να προωθήσει και να υλοποιήσει τους μακροχρόνιους σχεδιασμούς της και εκμεταλλευόμενη αυθαίρετα τις πρόνοιες της Συνθήκης Εγγυήσεων να χρησιμοποιήσει το κατ’ ισχυρισμό μονομερές δικαίωμα επέμβασης, παρουσιάζοντας την εισβολή σαν ειρηνευτική επιχείρηση.
Μια κατ’ ισχυρισμό ειρηνευτική επιχείρηση που αντί να αποκαταστήσει τη συνταγματική τάξη, οδήγησε στην απαράδεκτη κατάσταση που σήμερα βιώνει στο σύνολο του ο Κυπριακός λαός, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι.
Στο σημείο αυτό νιώθω το καθήκον να εκφράσω εκ μέρους του ιδίου και της Πολιτείας την ευγνωμοσύνη προς τους ήρωες που έδωσαν τη ζωή τους υπερασπιζόμενοι τη δημοκρατία και την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας μας.
Συμπατριώτισσες, Συμπατριώτες,
Δυστυχώς, παρά τις επίπονες προσπάθειες τόσο του ιδίου όσο και των προκατόχων μου, η Τουρκία συνεχίζει να επιδεικνύει για σχεδόν πέντε δεκαετίες την ίδια αδιάλλακτη και απαράδεκτη στάση, επικαλούμενη μάλιστα πως η αξίωση μόνιμης παρουσίας Τουρκικών στρατευμάτων και εγγυητικών δικαιωμάτων είναι τάχα γιατί οι Τουρκοκύπριοι βιώνουν το αίσθημα της ανασφάλειας.
Μια αξίωση που θα πρέπει να ιδωθεί σε συνδυασμό με την ηθελημένη παρερμηνεία της έννοιας της πολιτικής ισότητας μέσω της απαίτησης πως για κάθε απόφαση κάθε θεσμικού οργάνου, ανεξαρτήτως εάν δεν αφορά ζωτικά συμφέροντα της μιας ή της άλλης κοινότητας, θα πρέπει να υπάρχει μια τουλάχιστον θετική ψήφος.
Αναλογιστείτε πόσο λειτουργική ή πόσο βιώσιμη μπορεί να θεωρηθεί μια λύση όταν όλες οι αποφάσεις του Ομοσπονδιακού Κράτους θα εξαρτώνται αποκλειστικά από τα μέλη μιας κοινότητας, της ολιγότερο πληθυσμιακά, η οποία λόγω και της στρατιωτικής παρουσίας της Τουρκίας θα είναι απόλυτα ελεγχόμενη.
Ηθελημένα η Τουρκική πλευρά αγνοεί και παραγνωρίζει επίσης πως η Ελληνοκυπριακή κοινότητα, μέσα από ένα οδυνηρό συμβιβασμό, αποδέχτηκε τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα, ενώ την ίδια ώρα περιφρονούν το Ευρωπαϊκό κεκτημένο και τις αρχές του διεθνούς δικαίου, κύριο γνώρισμα των οποίων είναι η προστασία των πολιτών κάθε κράτους, ανεξαρτήτως καταγωγής ή θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Για να γίνει πιο κατανοητός ο παραλογισμός των Τουρκικών αξιώσεων, αξίζει να σημειώσω πως κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τον κ. Ακιντζί είχαν επιτευχθεί σημαντικές συγκλίσεις, μεταξύ άλλων, στο ζήτημα της Διακυβέρνησης, με την επίτευξη συμφωνίας για τη σύνθεση και τις αρμοδιότητες των εκτελεστικών, δικαστικών και νομοθετικών σωμάτων, στη διαχείριση και κατανομή του φυσικού πλούτου, συμπεριλαμβανομένων και των υδρογονανθράκων, στις αρχές που θα πρέπει να διέπουν το περιουσιακό και στα ζητήματα Ευρωπαϊκής Ένωσης και οικονομίας.
Την ίδια στιγμή, για πρώτη φορά από το 1974, η Τουρκοκυπριακή πλευρά κατέθεσε χάρτη επί των εδαφικών αναπροσαρμογών, ο οποίος, έστω και αν δεν ικανοποιούσε πλήρως τις δίκαιες μας προσδοκίες, κρίθηκε πως θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα γόνιμο διάλογο για επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων.
Το πλέον σημαντικό, και θέλω να το τονίσω, για πρώτη φορά θέσαμε την Τουρκία ενώπιον των ευθυνών της ως εισβολέα και κατοχική δύναμη μέσω της κοινής δήλωσης με τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών στις 04 Ιουνίου 2017 εις την οποία με σαφήνεια καταγράφηκε πως χωρίς την επίλυση ή την επίτευξη επαρκούς προόδου στο Κεφάλαιο της Ασφάλειας και Εγγυήσεων δεν θα μπορούσε να αναμένεται θετικό αποτέλεσμα από την όλη διαδικασία.
Σαν αποτέλεσμα των πιο πάνω συγκλίσεων, ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών συγκάλεσε τη Διάσκεψη στο Κραν Μοντανά τον Ιούλιο του 2017, κατά τη διάρκεια της οποίας υπέβαλε 6 σημεία - πλαίσιο για διαπραγμάτευση, με στόχο την κατάληξη σε στρατηγική συμφωνία.
Τα όσα διαδραματίστηκαν είναι καλά γνωστά, όχι στη βάση του δικού μου αφηγήματος, αλλά από τα πρακτικά των Ηνωμένων Εθνών που είδαν το φως της δημοσιότητας τέσσερα χρόνια μετά, και που ξεκάθαρα καταδεικνύουν για το ποιοι ευθύνονται για το ναυάγιο των συνομιλιών.
Και αυτοί δεν ήταν άλλοι από την Τουρκία και την Τουρκοκυπριακή ηγεσία με την επιμονή στη διατήρηση του Συστήματος Εγγυήσεων, του μονομερούς επεμβατικού δικαιώματος για 15 χρόνια, χωρίς ρήτρα τερματισμού, αλλά αναθεώρησης, καθώς και στη διατήρηση μόνιμης στρατιωτικής βάσης στην Τουρκοκυπριακή συνιστώσα πολιτεία με εσαεί παρουσία 1800 με 2000 Τούρκων στρατιωτών.
Και τούτο, πέραν των πρακτικών των Ηνωμένων Εθνών, επιβεβαιώνεται και από την έκθεση γεγονότων του Γενικού Γραμματέα στις 28 Σεπτεμβρίου 2017, όπου ξεκάθαρα καταγράφει πως τα θέματα που άπτοντο των εσωτερικών πτυχών είχαν ή συμφωνηθεί ή ελάχιστα παρέμεναν προς Συμφωνία, ενώ αναφέρει πως οι πλέον σημαντικές διαφορές παρέμεναν στο Κεφάλιο της Ασφάλειας και Εγγυήσεων, τονίζοντας πως το τέταρτο άρθρο της Συνθήκης Εγγυήσεων που περιέχει το μονομερές δικαίωμα παρέμβασης ήταν μη βιώσιμο.
Και για χάριν πάλιν της ιστορικής αλήθειας, οφείλω να υπενθυμίσω πως η δική μας πλευρά, στο πλαίσιο των εισηγήσεων του ίδιου Γενικού Γραμματέα, κατέθεσε γραπτές προτάσεις που αντιμετώπιζαν τις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων στις εσωτερικές πτυχές, καθώς και πολυσέλιδο έγγραφο στο Κεφάλαιο της Ασφάλειας και Εγγυήσεων με συγκεκριμένες προτάσεις στη βάση των καταστατικών διατάξεων του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και των προσφερόμενων ασφαλιστικών δικλίδων που η ιδιότητα μας ως κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξασφαλίζει.
Να υπενθυμίσω, επίσης, ότι προ του κρίσιμου δείπνου της 6ης Ιουλίου όσο και μετά το ναυάγιο, ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας δημοσίως δήλωνε πως καλά κάνουν οι Ελληνοκύπριοι να ξυπνήσουν από το όνειρο πως η Τουρκία θα αποδεχτεί ποτέ τον τερματισμό των εγγυήσεων.
Συνεπώς, τα πιο πάνω εκτιμώ πως καταδεικνύουν πως ο λόγος αποτυχίας της Διάσκεψης δεν ήτο τάχα η αποχώρηση Αναστασιάδη από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αλλά η άτεγκτη και αδιάλλακτη στάση του κ. Τσαβούσογλου.
Στο σημείο αυτό, χωρίς καμία διάθεση άσκησης κριτικής, θα πρέπει να υπογραμμίσω πως εάν αντί του τερματισμού του δείπνου της 6ης Ιουλίου και κατά συνέπεια της Διάσκεψης, λόγω της επιμονής και άρνησης του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών να επιδείξει την όποια διαλλακτικότητα, δίδετο αναβολή μερικών ημερών ή εβδομάδων, ενδεχομένως τα δεδομένα να ήτο διαφορετικά.
Και τούτο, γιατί θα παρείχετο η ευκαιρία στα Ηνωμένα Έθνη και στην Ευρωπαϊκή Ένωση να προβούν σε εκ νέου διαβουλεύσεις και παρεμβάσεις προς την Τουρκία με στόχο την επίτευξη στρατηγικής συμφωνίας στη βάση των όσων έχω προαναφέρει.
Συμπατριώτισσες, Συμπατριώτες,
Έχω ήσυχη τη συνείδηση μου πως έπραξα ότι ήτο ανθρωπίνως δυνατόν, όχι μόνο προς εξεύρεση λύσεως αλλά και αποτροπής του ναυαγίου στο Κραν Μοντανά.
Δυστυχώς, παρακολουθώντας το Κυπριακό από το 1977 μέχρι σήμερα, οι διαπιστώσεις μου είναι πως παρά τις διαχρονικές υποχωρήσεις και τους ιστορικούς αλλά και οδυνηρούς συμβιβασμούς της πλευράς μας, η Τουρκική εμμονή σε απαράδεκτες θέσεις που δεν συνάδουν σε σύγχρονα κράτη οδηγούσε σε εκτροχιασμό της κάθε διαπραγματευτικής διαδικασίας.
Διαχρονικός στόχος δεν είναι άλλος παρά η αποφυγή εξεύρεσης λύσης, ώστε να οδηγηθούμε στα όσα δημόσια κατέθεσαν η Τουρκία και ο εγκάθετος της στη Γενεύη στις 25 Απριλίου 2021 για λύση δύο κρατών, με συνακόλουθη τη συνέχιση του σφετερισμού περιουσιών, την παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του εποικισμού και της μόνιμης παρουσίας Τουρκικών στρατευμάτων.
Σε απάντηση θέλω να καταστήσω σαφές πως εμείς δεν θα αποδεχτούμε ποτέ την επιλογή της παράδοσης.
Στόχος μας παραμένει όπως η Κύπρος εξελιχθεί σε ένα «φυσιολογικό κράτος» όπως το περιέγραψε ο ίδιος ο Γενικός Γραμματέας, δηλαδή να μετεξελιχθεί σε ένα πραγματικά ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος απαλλαγμένο από εξαρτήσεις τρίτων, ένα σύγχρονο κράτος που θα δίδει πραγματικά την προοπτική ειρηνικής συνύπαρξης σε ένα ασφαλές και σταθερό περιβάλλον για όλους ανεξαιρέτως τους νόμιμους κατοίκους του νησιού.
Συμπατριώτισσες, Συμπατριώτες,
Έχω τονίσει επανειλημμένα, τόσο στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, στους εταίρους μας στην ΕΕ, στα Μόνιμα και μη Μόνιμα Μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας και ευρύτερα στη διεθνή κοινότητα, ότι παραμένει δεδομένη η βούληση μας για την επανέναρξη του διαλόγου, έχοντας μάλιστα την ίδια αποφασιστικότητα και καλή διάθεση που επιδείξαμε μέχρι σήμερα σε όλες τις προσπάθειες που προηγήθηκαν για την επίλυση του Κυπριακού ζητήματος.
Αυτό που βεβαίως χρειάζεται είναι η δημιουργία εκείνων των συνθηκών που θα επιτρέψουν τη διεξαγωγή του διαλόγου στη βάση του αλληλοσεβασμού και της απαιτούμενης καλής θέλησης από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, και ιδιαιτέρως από την Τουρκική πλευρά, ούτως ώστε να διασφαλιστεί η θετική έκβαση των διαπραγματεύσεων.
Και οι εν λόγω συνθήκες δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν μέσω απειλών, προσπαθειών αλλαγής του ξεκάθαρου καθεστώτος της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου όπως έχει καθοριστεί από τα σχετικά Ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, αμφισβήτησης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη ή και προαπαιτούμενα αναγνώρισης κυριαρχικής ισότητας ή λύσης δύο κρατών.
Στο πλαίσιο αυτό, ευελπιστώ πως μέσω της περαιτέρω ενεργοποίησης της εμπλοκής υψηλόβαθμων στελεχών της Γραμματείας των Ηνωμένων Εθνών και τις σχετικές επαφές με τα εμπλεκόμενα μέρη, θα επιτρέψουν στον Γενικό Γραμματέα να ενεργοποιήσει τις διαδικασίες συζήτησης των τολμηρών Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης που έχουμε καταθέσει αλλά και επανέναρξης ενός νέου διαλόγου επί ίσοις όροις, μακριά από εκβιασμούς, απειλές και παράλογες αξιώσεις.
Και αναφερόμενος στους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας, τους καλώ να αναλογιστούν πως μόνο μέσα από μία λύση θα μπορέσουν και εκείνοι να απαλλαγούν από τις όποιες εξαρτήσεις και να αναδείξουν τη δική τους ταυτότητα και τις δικές τους δυνατότητες.
Για να φτάσουμε όμως στο σημείο που όλοι επιθυμούμε, θα πρέπει συνάμα να συνειδητοποιήσουν πως η όποια λύση θα πρέπει να εδράζεται και στον αμοιβαίο σεβασμό των δικαιωμάτων και των εύλογων ανησυχιών των δύο κοινοτήτων, καθώς αυτό που προσπαθούμε να οικοδομήσουμε δεν είναι τις σχέσεις δύο γειτονικών κρατών, αλλά ένα κράτος αποτελούμενο από δύο πολιτείες με μία κεντρική κυβέρνηση, μία κυριαρχία, μία διεθνή εκπροσώπηση.
Συμπατριώτισσες, συμπατριώτες,
Τιμούμε απόψε όσους έδωσαν τη ζωή τους για αυτό τον τόπο. Για τη δημοκρατία, την ελευθερία, την τιμή και αξιοπρέπεια μας.
Όλους αυτούς που δίνοντας τη ζωή τους διατήρησαν την ελπίδα ζωντανή σε αυτή την πατρίδα, γιατί με τη θυσία τους μας πρόσφεραν το εφαλτήριο από το οποίο θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε εμείς τον αγώνα τους.
Ο χώρος του Προεδρικού είναι εκ της φύσεως του εμβληματικός και δεν εκφράζει σε καμία περίπτωση την προσωπική εξουσία κανενός από εμάς γιατί ακριβώς εκφράζει την ίδια την κρατική μας υπόσταση με ότι αυτή συνεπάγεται: Την ενότητα του λαού, την ενότητα του χώρου, την πίστη στη δημοκρατία και τους θεσμούς.
Συγκεντρωνόμαστε εδώ γιατί θέλουμε να δώσουμε το μήνυμα πως λαός και ηγεσία βαδίζουμε μαζί, προκειμένου να απαλλάξουμε τη χώρα μας από την κατοχή και να φέρουμε επιτέλους ειρήνη και ευημερία στη χώρα μας.
Στο πλαίσιο αυτό, η ενότητα των πολιτικών δυνάμεων και του συνόλου του Κυπριακού λαού αποτελεί το μόνο στέρεο οικοδόμημα που μπορεί να μας οδηγήσει στην ελευθερία, την ασφάλεια και ανεξαρτησία την οποία τόσα χρόνια επιδιώκουμε.
Θα συνεχίσουμε να πολιτευόμαστε με σύνεση, μακριά από λαϊκισμούς και ανέφικτες επιδιώξεις, αλλά με πλήρη συναίσθηση και σεβασμό στο τι απαιτεί η πλειοψηφία ενός περήφανου λαού.
Ενός λαού που κατάφερε, μέσα από μία ανείπωτη τραγωδία και καταστροφή, να αποδείξει το τεράστιο απόθεμα ψυχής, εργατικότητας και έφεσης προς την πρόοδο.
Αυτή είναι η υποχρέωση ή αν θέλετε το ελάχιστο χρέος μας έναντι όλων όσων έδωσαν τη ζωή τους, έναντι των αγνοουμένων και έναντι όσων υπέφεραν και ακόμη υποφέρουν από τις βάναυσες συνέπειες της Εισβολής.
Μια υποχρέωση που υπαγορεύει να παραδώσουμε μια πατρίδα πραγματικά ελεύθερη, η οποία θα δικαιώνει τις προσδοκίες ολόκληρου του Κυπριακού λαού, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
______________
Σημ.: Τον χαιρετισμό ανέγνωσε, εκ μέρους του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο Υπουργός Οικονομικών κ. Κωνσταντίνος Πετρίδης.
(ΡΜ/ΝΓ/ΣΧ)