Cookies management by TermsFeed Cookie Consent
Τελευταίες Ειδήσεις

Ανακοινωθέντα

19-11-2023 12:59

Επιμνημόσυνος λόγος του Υπουργού Άμυνας κ. Μιχάλη Γιωργάλλα στο ετήσιο μνημόσυνο του Αρχιεπισκόπου Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας

Σε κλίμα βαθιάς κατάνυξης και έντονης συγκινησιακής φόρτισης, τελούμε σήμερα την τέταρτη ετήσια επιμνημόσυνη δέηση υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του αοιδίμου τέως Αρχιεπισκόπου Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας Γρηγορίου.

Του εμβληματικού Κύπριου, εκ Μαραθοβούνου θρησκευτικού πατέρα, που όταν από τον Νοέμβριο του 2019 ετελειώθη και εξεδήμησε εις Kύριον, επιβεβαιώνεται καθημερινά το μεγάλο κενό που άφησε πίσω του.

Τιμούμε, λοιπόν, με ευλάβεια, ρίγη συγκίνησης και απεριόριστο σεβασμό την άσβεστη μνήμη του μακαριστού ιεράρχη, ο οποίος ταύτισε τη ζωή του με την ανόθευτη ανιδιοτελή αγάπη για τη χριστιανική πίστη και διδασκαλία και την αδιάκοπη προσφορά στον συνάνθρωπο.

Το θεάρεστο έργο του, η αγάπη με την οποία αντιμετώπιζε τον πλησίον και η ανίδωτη ανιδιοτέλεια των πράξεών του κοσμούν ανεξίτηλα τη σεβαστή εικόνα του.

Την πραγματική διάσταση της προσφοράς, της προσωπικότητας και του έργου του μακαριστού Αρχιεπισκόπου αποτυπώνει με απέραντο σεβασμό και αγάπη ο Πρεσβύτερος Σάββας - Δαυίδ Βασιλειάδης στο βιβλίο του Χάρη Μεττή «Το Πνεύμα των Θυατείρων - Η τριακονταετής υπηρεσία του χαρισματικού Αρχιεπισκόπου Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας», που εκδόθηκε στη Βρετανία και κυκλοφόρησε το 2018. 

«[…] Η διακονία ενός Αρχιερέως σε μία από τις πιο σπουδαίες επαρχίες του Οικουμενικού Θρόνου δεν είναι κάτι που θα μπορούσε να αναλάβει οποιοσδήποτε Κληρικός φέρων τον τρίτο βαθμό της Ιερωσύνης. Η Μεγάλη Βρετανία, μεστή από τραχείες συνθήκες και ιδιαίτερο προφίλ Ελλήνων μεταναστών, εξ Ελλάδος και Κύπρου, αλλά και γεμάτη από Ορθοδόξους όλων των Εθνών, αποτελεί ένα πεδίο διακονίας γεμάτο προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες για ουσιαστική προσφορά. Για να επιτευχθούν όμως όλοι αυτοί οι άθλοι, συν την Ποιμαντική Διακονία ενός πολυπληθούς ποιμνίου ποικίλης σύστασης, χρειαζόταν ένα πνεύμα ισχυρό, μια μορφή ηγετική, χαρισματική και πάνω απ’ όλα γεμάτη Αγάπη Χριστού και Χάρη Αγίου Πνεύματος. Μία μορφή Αρχιερέως που θα επαύξανε και θα αναβάθμιζε υπομονετικά και επιμελώς το έργο των προκατόχων του, θα επιδιόρθωνε τις ατέλειες και θα οδηγούσε με αρετή, τόλμη και, ας μου επιτραπεί ο όρος, αγιότητα, την Επαρχία αυτή σε ένα αέναο και αειθαλές μέλλον […] γράφει πολύ εύστοχα μεταξύ άλλων ο Πρεσβύτερος Σάββας - Δαυίδ Βασιλειάδης στον πρόλογο του βιβλίου, αποδίδοντας με ακρίβεια την πληθωρική φυσιογνωμία και εξυμνώντας το υπερμέγεθες έργο που προσέφερε στο ποίμνιό του ο μακαριστός Γρηγόριος.

Είναι πασιφανές ότι υπήρξε χαρισματικός ηγέτης. Ανέπτυξε στον ύψιστο βαθμό όλες τις ηγετικές αρετές και δεξιότητες με τις οποίες τον προίκισε ο Θεός και επί 31 συναπτά έτη διαποίμαινε την ελληνορθόδοξη παροικία της Μεγάλης Βρετανίας ακούραστα και με πατρική στοργή.

Ο Γρηγόριος γεννήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 1928 στον κατεχόμενο σήμερα Μαραθόβουνο, στη φτωχή αγροτική πολυμελή οικογένεια του Θεοχάρη Χατζηττοφή και της Μαρίας Κορώνη.

Στην τρυφερή ηλικία των τριών ετών βίωσε τον αβάσταχτο πόνο και τη θλίψη αφού έχασε τον πατέρα του. Η ανατροφή της οικογένειας διήλθε μέσα από πολλές στερήσεις και δυσεπίλυτα προβλήματα.

Μετά την ολοκλήρωση της φοίτησής του στο δημοτικό σχολείο του χωριού του αναγκάσθηκε λόγω δυσχαιρών οικονομικών δυσκολιών να εργαστεί ως υποδηματοποιός για οκτώ χρόνια ώστε να στηρίξει οικονομικά την οικογένειά του. Η επιθυμία του για μάθηση τον οδήγησε το 1949 να εγγραφεί στη δεύτερη τάξη στην Εμπορική Σχολή Λευκονοίκου, από την οποία δύο χρόνια αργότερα, το 1951, πήρε μετεγγραφή στο Παγκύπριο Γυμνάσιο στη Λευκωσία για να φοιτήσει στην τέταρτη τάξη.

Επειδή οι σχολικοί κανονισμοί επέτρεπαν μόνο σε κληρικούς την εγγραφή σε μεγαλύτερη ηλικία, για να γίνει  δεκτός εκάρη μοναχός από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και αργότερα, στις 24 Ιουνίου 1953, χειροτονήθηκε διάκονος.

Το 1954, μετά την αποφοίτησή του, μετέβη για σπουδές στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών λειτουργώντας ταυτόχρονα την εκκλησία ως διάκονος στον ναό της Αγίας Σοφίας Νέου Ψυχικού.

Το 1959 αποδέχθηκε τη μετάβασή του στο Λονδίνο, όπου στις 19 Απριλίου χειροτονήθηκε σε πρεσβύτερο του Ναού των Αγίων Πάντων στον οποίο υπηρέτησε για αρκετά χρόνια, αρχικά ως εφημέριος και ακολούθως ως ιερατικός προϊστάμενος. Κατά τη διάρκεια της διακονίας του ο Γρηγόριος ήρθε σε επαφή με εκατοντάδες ομογενείς μετανάστες που έφθαναν στη Βρετανία προσφέροντας την αμέριστη βοήθειά του προς αυτούς.   

Το 1964 ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηναγόρας Κοκκινάκης τον διόρισε Πρωτοσύγκελο της Αρχιεπισκοπής. Πέραν των ιερατικών του καθηκόντων, τα βράδια δίδασκε στο Ελληνικό Σχολείο που λειτουργούσε στον Ναό των Αγίων Πάντων και αργότερα σε διάφορα σχολεία που λειτουργούσαν σε άλλες ενορίες.

Το 1969 εισήχθη για ανώτερες σπουδές στο πανεπιστήμιο του Cambridge και στις 26 Νοεμβρίου 1970 εξελέγη από τη Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου ως Επίσκοπος Τροπαίου, αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα τη διοίκηση της κοινότητας του Αποστόλου Βαρνάβα στο Wood Green του βορείου Λονδίνου.

Εργάστηκε με ζήλο, ταπεινά, αθόρυβα και συντεταγμένα για την πρόοδο του ποιμνίου του. Πρωτοστάτησε στην ευημερία της ελληνικής και κυπριακής παροικίας, στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των νέων μεταναστών, στη βοήθεια των ηλικιωμένων, στην ίδρυση σχολείων και ναών, στην καλύτερη οργάνωση και στην εδραίωση των ενοριών, των συλλόγων και σωματείων και στην πρόοδο της ελληνορθόδοξης κοινότητας, η οποία συνεχίζει μέχρι σήμερα να μεγαλουργεί στη Μεγάλη Βρετανία.

Ανέλαβε προσωπικά τη βοήθεια των νέων που ήθελαν να ιερωθούν με την κατήχηση και εκπαίδευση στη διδασκαλία του Χριστού, με την αποστολή νέων σπουδαστών στις θεολογικές σχολές του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και Αποστόλου Βαρνάβα στην Κύπρο. Προχώρησε στην ίδρυση της Σχολής Βυζαντινής Μουσικής, του Ινστιτούτου Επιμόρφωσης Δασκάλων και του Ενιαίου Φορέα Ελληνικής Παροικιακής Εκπαίδευσης, με σκοπό την καλύτερη οργάνωση και στελέχωση των παροικιακών σχολείων. Παράλληλα ανέπτυξε άριστες και εποικοδομητικές σχέσεις με εκκλησίες άλλων δογμάτων και θρησκειών, για τις οποίες εκπρόσωποί τους αναφέρονται μέχρι σήμερα με τα καλύτερα λόγια. 

Αναγνωρίζοντας το αποστολικό του έργο και τις αδιαμφισβήτητές του ικανότητες, η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις 16 Απριλίου 1988 τον εξέλεξε ομόφωνα σε Αρχιεπίσκοπο Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας. Στην Εγκύκλιό της η Σύνοδος ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι «προεκρίθη και εξελέγη παμψηφεί ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Τροπαίου Γρηγόριος, ανήρ κόσμιος και ιεροπρεπής, τα θεία καλώς εξησκημένος, παιδεία κεκοσμημένος εκκλησιαστικήν τε και θύραθεν, φρονήσει και ικανότητι συγκεκροτημένος και πείραν ου μικράν έχων των εκκλησιαστικών πραγμάτων και υποθέσεων εκ της μακράς, δοκίμου και τετιμημένης εν τη εκκλησία διακονίας αυτού».   

Η ενθρόνιση πραγματοποιήθηκε στις 29 Μαΐου στον καθεδρικό ναό της Αγίας Σοφίας του Λονδίνου στην  παρουσία χιλιάδων πιστών.

 «Ενθρονίζομαι θεία χάριτι προκαθήμενος της βιβλικής Επαρχίας των Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας. Αναλογίζομαι, συνεπώς μετά φόβου Θεού και ταπεινοφροσύνης την επωμιζόμενην ευθύνην ως Ποιμενάρχης διά την εντεύθα Ορθόδοξον Εκκλησίαν και την ημετέραν Πατρίδαν Ελλάδα και Κύπρον. Δεόμεθα δε όπως αι προσπάθειαι της πολιτικής ηγεσίας του ημέτερου Έθνους διά την εξασφάλισιν της ειρήνης και της συμφιλιώσεως μετά των ομόρων λαών στεφθώσιν υπό πλήρους και μονίμου επιτυχίας, με την επιστροφή των προσφύγων και των αγνοουμένων εις τας πατρογονικάς των εστίας, και την αγαστήν συμβίωσιν όλων, εντός πνεύματος δικαιοσύνης, αγάπης, αλληλοκατανοήσεως και αμοιβαίου σεβασμού και εμπιστοσύνης», ανέφερε, μεταξύ άλλων, στον λόγο του ο χαρισματικός ιεράρχης.

Ο Αρχιεπίσκοπος Γρηγόριος εκοιμήθη στις 20 Νοεμβρίου 2019 σε ηλικία 91 ετών αφήνοντας ως παρακαταθήκη το αξιοθαύμαστο και θεόσταλτο έργο του, το οποίο αναγνωρίζεται καθολικά, τόσο από την Ορθόδοξη Εκκλησία όσο και από τους ανά τον κόσμο ορθόδοξους πιστούς. 

Στις 5 Δεκεμβρίου 2019 είχα την τιμή, ως εκπρόσωπος της Βουλής των Αντιπροσώπων, να παρευρεθώ στον Καθεδρικό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Wood Green του Λονδίνου, στην τέλεση της Εξοδίου Ακολουθίας του μακαριστού Αρχιεπισκόπου.

Τα μάτια όλων ήταν βουρκωμένα. Η συγκίνηση διάχυτη. Όλοι είχαν ένα καλό λόγο να πουν για τον Ιεράρχη που ήταν πάντα δίπλα τους, μειλίχιος, προσηνής, πράος, ευγενικός, σεμνός, τολμηρός και ακούραστος. Να απαλύνει τον πόνο τους, να διώξει τις στενάχωρες σκέψεις από το μυαλό, να φέρει τη γαλήνη και την αισιοδοξία στις ψυχές τους.

Ο φωτισμένος από τον Θεό ποιμενάρχης τίμησε την καταγωγή του, τον Μαραθόβουνο.

Με τη ζωή και το έργο του τίμησε επάξια τον Ελληνισμό και την ιδιαίτερη του πατρίδα, Κύπρο.

Με την παρουσία του λάμπρυνε το έργο της Εκκλησίας.

Στα χρόνια της ποιμαντορίας του υπηρέτησε με πάθος την Ορθοδοξία και άφησε πίσω του άξιους επίγονους και ένα πολυσχιδές θεολογικό, κοινωνικό, πατριωτικό και θρησκευτικό έργο.

Αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί σύμβολο πνευματικής ενότητας για τον Ελληνισμό της Βρετανίας.

Καταφυγή και όαση για όλους μας, που θα βαδίζουμε πιστά στον δρόμο που αυτός χάραξε με τις πράξεις και τις διδαχές που άφησε ως παρακαταθήκη για εμάς.

Σήμερα, υποκλινόμενοι μπροστά στην ιερή του μορφή, αντλούμε δύναμη και κουράγιο.

Η μεγαλοσύνη και η γενναιοδωρία του χαρακτήρα του, η ανίδωτη και ανεπίβουλη φιλευσπλαχνία του, η γενναιοφροσύνη και η ανεξικακία του θα είναι αλησμόνητες και θα αποτελούν φάρο που θα φωτίζει τον δρόμο μας.

Αιωνία ας είναι η μνήμη του λατρευτού μας Ιεράρχη.

 

(ΕΠ/ΕΑθ)