Cookies management by TermsFeed Cookie Consent
Τελευταίες Ειδήσεις

Ανακοινωθέντα

02-09-2024 22:17

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρέστη στο ετήσιο πολιτικό μνημόσυνο του Μίκη Θεοδωράκη στα Χανιά

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης παρέστη απόψε στο ετήσιο πολιτικό μνημόσυνο του Μίκη Θεοδωράκη, στα Χανιά της Κρήτης, μετά από πρόσκληση των διοργανωτών του μνημόσυνου, κατά το οποίο ήταν ο κύριος ομιλητής.

Παρόντες στο πολιτικό μνημόσυνο ήταν επίσης, ανάμεσα σε άλλους, οι πολιτειακές και δημοτικές Αρχές της Κρήτης και του Δήμου Χανίων, εκπρόσωπος του Πρωθυπουργού της Ελλάδας και του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων, μέλη της οικογένειας του αείμνηστου Μίκη Θεοδωράκη, καθώς και άλλοι επίσημοι.

Κατά την εκδήλωση προβλήθηκε βίντεο αφιέρωμα, που παραχωρήθηκε από το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου (ΡΙΚ), με πλάνα από την πρώτη επίσκεψη του Μίκη Θεοδωράκη στην Κύπρο και την πρώτη συναυλία που έδωσε στο νησί.

Στην ομιλία του, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης ανέφερε τα ακόλουθα:

«Νιώθω πραγματικά ότι θα ήθελα να σας προσφωνήσω όλους με το φίλες και φίλοι, διότι όταν βρίσκομαι στην Κρήτη νιώθω σαν να βρίσκομαι στην Κύπρο, σε έναν πολύ οικείο χώρο. Ακριβώς για αυτόν τον λόγο, πάντοτε, και προηγουμένως ως Υπουργός Εξωτερικών και τώρα ως Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, είναι με μεγάλη χαρά που αποδέχομαι προσκλήσεις, για να βρίσκομαι στην Κρήτη.

Ως ένδειξη ακριβώς αυτού που προανέφερα, πριν από την παρουσία μου εδώ, επισκέφθηκα τη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού στο Ηράκλειο, για να επισκεφθώ τους Κύπριους υποψήφιους αξιωματικούς που βρίσκονται εκεί, αλλά πολύ περισσότερο, για να εκφράσω εκ μέρους της κυπριακής πολιτείας, του κυπριακού λαού τις ευχαριστίες προς τη διοίκηση της Σχολής, που για τόσα χρόνια έχει φιλοξενήσει δεκάδες, εκατοντάδες, χιλιάδες Κύπριους που υπηρέτησαν εκεί.

Νιώθω την ανάγκη να το αναφέρω αυτό, διότι το 1984 ο μακαριστός αδελφός μου είχε βρεθεί στη Σχολή στο Ηράκλειο. Θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά τότε, όταν εγώ ήμουν μικρό παιδί, όταν επέστρεψε από την εκπαίδευση πίσω στην Κύπρο, τα όσα είχε μεταφέρει για τη φιλοξενία που όλοι οι Κύπριοι τότε δόκιμοι είχαν τύχει από τους Κρητικούς. Και θυμάμαι ακόμη, τόσα χρόνια μετά, την πολύ χαρακτηριστική του φράση, ότι ήταν λες και υπηρετούσαμε στην Κύπρο.

Αποτελεί ύψιστη τιμή για μένα να απευθύνω φέτος τον επίσημο επιμνημόσυνο λόγο στη σεμνή αυτή εκδήλωση που διοργανώνουν η Περιφέρεια Κρήτης, ο Δήμος Χανίων και ο Παγκρήτιος Σύλλογος Φίλων του Μίκη Θεοδωράκη, για να τιμήσουμε τη μνήμη του μεγάλου Έλληνα μουσικοσυνθέτη.

Ο Μίκης δεν ήταν φυσικά μόνο ένας σπάνιος δεξιοτέχνης της μουσικής με έντονη παρουσία στα πολιτικά, κοινωνικά και δημόσια δρώμενα. Ήταν κάτι πολύ πιο ευρύ και πολύ πιο σημαντικό. Ήταν μια πολυσχιδής προσωπικότητα με ξεκάθαρη θέση και άποψη για όλα τα υπαρξιακά θέματα που απασχολούν τον κάθε άνθρωπο, οποιασδήποτε φυλής, θρησκείας, κοινωνικής προέλευσης και πολιτικών πεποιθήσεων: Η ζωή, ο θάνατος, η ελευθερία, η δημοκρατία, η ισότητα, η κοινωνική δικαιοσύνη ήταν πάντα στον πυρήνα της ζωής του και αποτυπώθηκαν κατά τρόπο μοναδικό και στο πλούσιο έργο του. Αυτός ο πολίτης του κόσμου που έκανε την Ελλάδα γνωστή στα πέρατα της γης ήταν οικουμενικός, γιατί οι αξίες που υπηρετούσε ήταν πανανθρώπινες. Ουμανιστής, ειρηνιστής, αντικομφορμιστής, αλλά κυρίως φύσει ελεύθερος, ήταν ένα σύμβολο της σύγχρονης Ελλάδας, στέρεο και αμετακίνητο «με θεμέλια στα βουνά», κατά τον ποιητή.

Εκείνο όμως που τον έκανε να ξεχωρίζει είναι ότι ήταν ο ίδιος στη ζωή και καθημερινότητά του, το ζωντανό παράδειγμα όσων πραγματικά πρέσβευε. Ο Μίκης δεν ήταν των λόγων, αλλά των έργων. Ήταν πρωτοπόρος, ήταν μπροστάρης, ήταν ηγήτορας.

Αισθάνομαι πραγματικά ιδιαίτερη συγκίνηση, γιατί έχω το τιμητικό προνόμιο εξ ονόματος του κυπριακού λαού, της Κυπριακής Δημοκρατίας, να εκφωνώ τον αποψινό λόγο και να απευθύνω μερικά λόγια αγάπης και εκτίμησης για τον άνθρωπο που κυριολεκτικά κράτησε την Κύπρο στη ζωή του, στην ψυχή και στην καρδιά του. Ο Μίκης Θεοδωράκης ασφαλώς δεν χρειάζεται συστάσεις, ειδικά εδώ στην Κρήτη. Εξάλλου, έχουν γραφτεί και ειπωθεί πάρα πολλά γι’ αυτόν τον ξεχωριστό άνθρωπο και το έργο του. Επέλεξα λοιπόν απόψε να μιλήσω για κάτι διαφορετικό, να αναφερθώ στην ακατάλυτη σχέση του Μίκη Θεοδωράκη με την Κύπρο. Μια σχέση στέρεη και ουσιαστική, μια σχέση πραγματικής αγάπης και διαχρονικής προσφοράς. Εξάλλου, ο Θεοδωράκης αυτοπροσδιοριζόταν όχι μόνο ως Έλληνας και Κρητικός, αλλά και ως Κύπριος. Αγωνιούσε πραγματικά για το μέλλον του κυπριακού ελληνισμού και ήταν πάντοτε παρών σε όλους τους αγώνες του λαού μας. Ήταν δίπλα μας, ειδικά τις δύσκολες ώρες της δοκιμασίας, πριν από ακριβώς 50 χρόνια, όταν οι γονείς μας και οι παππούδες μας, οι γιαγιάδες μας αναγκάστηκαν από τον Τούρκο εισβολέα να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, τις πατρογονικές τους εστίες και να αναζητήσουν μια χαραμάδα ελπίδας, για να αντέξουν. Ήταν μαζί μας, όταν γυρεύαμε ένα αποκούμπι, για να κρατηθούμε και να αντιμετωπίσουμε τις δοκιμασίες.

Ο Μίκης Θεοδωράκης επισκέφθηκε την Κύπρο για πρώτη φορά πριν από περίπου 60 χρόνια, τον Φεβρουάριο του 1964. Στην Κύπρο είχε ήδη χαραχθεί η πρώτη πράσινη γραμμή του διαχωρισμού. Ήταν μια δύσκολη περίοδος για την Κύπρο, λίγα μόλις χρόνια μετά την ανεξαρτησία, το 1960, αφού οι δικοινοτικές ταραχές που είχαν ξεσπάσει σαν αποτέλεσμα της πρώτης τουρκικής απόπειρας για επιβολή της διχοτόμησης στην Κύπρο προκάλεσαν για πρώτη φορά στην ιστορία της Κύπρου γεωγραφικό διαχωρισμό ανάμεσα σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους.

Στο πρώτο λοιπόν σύντομο ταξίδι του τότε στην Κύπρο, ο Μίκης Θεοδωράκης ανέφερε ότι εργαζόταν πάνω στο «Άξιον εστί» του Οδυσσέα Ελύτη και ανακοίνωσε ότι θα μελοποιούσε τραγούδια για την Κύπρο σε στίχους Κυπρίων ποιητών, καθώς πίστευε «στην αλληλουχία Τέχνης και ζωής, στην αλληλουχία Τέχνης και αγώνα». Στη συνέχεια, τα ταξίδια του στην Κύπρο πύκνωσαν, λόγω της συνεργασίας του με το ΡΙΚ για τις ανάγκες της ταινίας «Το νησί της Αφροδίτης», που έγινε η αφορμή για τη δημιουργία του δίσκου «Χρυσοπράσινο Φύλλο» με το ομότιτλο τραγούδι σε στίχους Λεωνίδα Μαλένη. Οι σχέσεις του Μίκη Θεοδωράκη με την Κύπρο είχαν πλέον ριζώσει για καλά. Αυτός ήταν και ο λόγος, για τον οποίο η επίσημη πρώτη ραδιοφωνική μετάδοση του «Άξιον Εστί» έγινε από το ΡΙΚ στις 24 Μαΐου 1964.

Όταν το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου η τουρκική αεροπορία σκορπούσε τον θάνατο και την καταστροφή στην μαρτυρική Τηλλυρία, ο Θεοδωράκης έδωσε και πάλι το παρών του στην Κύπρο και βρέθηκε στο πλευρό του κυπριακού λαού. Ήταν τότε που συγκροτήθηκε η κυπριακή εθνοφρουρά σε μια προσπάθεια να αποτραπούν τα τουρκικά σχέδια για τη διχοτόμηση. Ο Μίκης Θεοδωράκης απάντησε θετικά χωρίς δεύτερη σκέψη, όταν του ζητήθηκε να μελοποιήσει τον ύμνο του εθνοφρουρού σε στίχους του Άντη Περνάρη. Την ίδια εποχή είχε συνθέσει τον ίσως πιο αναγνωρίσιμο ελληνικό ρυθμό διεθνώς, το συρτάκι «Ζορμπάς», για την ομότιτλη ταινία του σπουδαίου Κύπριου σκηνοθέτη Μιχάλη Κακογιάννη, βασισμένο σε παραδοσιακή κρητική μουσική.

Στα χρόνια που ακολούθησαν οι αδελφικοί δεσμοί του Μίκη Θεοδωράκη με την Κύπρο έγιναν ακόμη πιο ισχυροί. Η μουσική του έγινε σύμβολο για όλους εμάς του αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου, αλλά και των απανταχού Ελλήνων. Ειδικά την περίοδο της Χούντας, το ΡΙΚ μετέδιδε καθημερινά μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, κόντρα στη λογοκρισία των συνταγματαρχών.

Οι δίσκοι του Θεοδωράκη έγιναν φυλακτό σε κάθε κυπριακό σπίτι και η μουσική του σήμανε εγερτήριο ψυχικής ανάτασης, ειδικά κατά τα πέτρινα χρόνια μετά το προδοτικό πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή του 1974. Οι προσπάθειες του Θεοδωράκη για την εξασφάλιση της διεθνούς υποστήριξης στον αγώνα του κυπριακού λαού για λευτεριά και ανεξαρτησία ήταν απαράμιλλες. Όργωσε, χωρίς καμία δόση υπερβολής, όλο τον κόσμο, διοργανώνοντας συναυλίες αλληλεγγύης για την Κύπρο, για να βοηθήσει τους πρόσφυγες. Οργάνωνε και συμμετείχε ο ίδιος σε πορείες ειρήνης, έδινε το παρών του σε αντικατοχικές εκδηλώσεις, σε διαδηλώσεις και κινητοποιήσεις.

Ο Μίκης έγινε ο μπροστάρης ενός αγώνα, στον οποίο πήραν μέρος δεκάδες άνθρωποι των Γραμμάτων και των Τεχνών σε όλη την Ελλάδα, σε όλο τον κόσμο. Οι ανεπανάληπτες μελωδίες του που έντυσαν τους θρυλικούς στίχους των σπουδαίων ποιητών έγιναν το βάλσαμο στην πληγή των μαυροφορεμένων Κυπρίων, των κατατρεγμένων προσφύγων, των συγγενών των αγνοουμένων, των εγκλωβισμένων μας, των ανθρώπων που είδαν τα πάντα να χάνονται μέσα σε μερικές μέρες. Την ώρα που ο κυπριακός λαός ένιωθε στο πετσί του την προδοσία, την κατοχή, ήταν η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη που μαρτυρούσε -με τρόπο συγκλονιστικό- την παρουσία του ελληνικού λαού, τη συμπαράσταση των Ελλήνων αδελφών μας που δεν είχαν καμία σχέση με όσα έπραξε η Χούντα των Αθηνών.

Για όλους αυτούς τους λόγους, ο Μίκης κατέκτησε πρωτεύουσα θέση στη συνείδηση των Κυπρίων, όλων των Κυπρίων. Η κυπριακή πολιτεία, όλες οι πολιτικές δυνάμεις, οργανώσεις, αλλά και πληθώρα φορέων της κοινωνίας των πολιτών αναγνώρισαν την ανεκτίμητη προσφορά του και του απέδωσαν τις πρέπουσες τιμές. Ήταν σε αυτό το πλαίσιο που το 1999, για πρώτη φορά, ο Πρόεδρος Γλαύκος Κληρίδης του απένειμε το Μετάλλιο εξαίρετης προσφοράς της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενώ το 2005 ο Πρόεδρος Τάσσος Παπαδόπουλος τού απένειμε τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Μακαρίου Γ’. Με τον θάνατό του, το όνομά του δίδεται, ως ελάχιστη ένδειξη αναγνώρισης και τιμής, σε λεωφόρους, σε δρόμους, σχολεία, πάρκα και πλατείες σε όλη την ελεύθερη Κύπρο.

Είναι ένα λιτό αντίδωρο του λαού μας, του κυπριακού λαού, για όσα πρόσφερε στη χώρα μας ο μουσουργός της Ρωμιοσύνης, τον οποίο μνημονεύουμε με συγκίνηση και αγάπη. Ποτέ δεν θα ξεχάσουμε όσα πρόσφερε ο Μίκης Θεοδωράκης στην κατεχόμενη μας πατρίδα και τον λαό της. Πάντοτε θα χρωστάμε ένα δάκρυ αγάπης στο άκουσμα των τραγουδιών που χάραξαν για πάντα τις ζωές μας.

Είμαι ο πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας της μεταπολεμικής γενιάς, ο πρώτος Πρόεδρος που γεννήθηκε λίγους μόλις μήνες πριν από εκείνο τον μαύρο Ιούλιο του 1974 και μεγάλωσε μαζί με τα άλλα παιδιά του πολέμου, της προσφυγιάς, του «Δεν Ξεχνώ», της αδιάκοπης προσπάθειας για ευημερία, αλλά και της συνεχούς αναζήτησης του σωστού, του δίκαιου, της ελπίδας μετά από πολλές και συνεχιζόμενες απογοητεύσεις, που μεγάλωσε σε μια πατρίδα, ακούγοντας πολλά ηχηρά συνθήματα, αλληλοκατηγορίες, αναφορές σε προδότες και πατριώτες, πολλές φορές στημένες διαχωριστικές γραμμές ανάμεσά μας, με τον τόπο όμως να συνεχίζει να είναι υπό κατοχή. Πενήντα χρόνια μετά, στην ευρωπαϊκή Κύπρο, σε ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) από το 2004, υπάρχουν ακόμη πρόσφυγες. Πενήντα χρόνια μετά βιώνουμε το δράμα των αγνοουμένων, ανάμεσα τους και αδελφοί μας από την Ελλάδα, των οποίων η τύχη δεν έχει ακόμη διακριβωθεί. Βιώνουμε την παραβίαση βασικών ελευθεριών και θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των Κυπρίων, των εγκλωβισμένων, που παρέμειναν, παρά τις αντιξοότητες, στα σπίτια τους, την καταστροφή της πολιτιστικής και θρησκευτικής μας κληρονομιάς, τη συνεχιζόμενη αλλοίωση του δημογραφικού χαρακτήρα της πατρίδας μας, τον καθημερινό σφετερισμό των περιουσιών μας.

Όλα όσα απαράδεκτα και καταδικαστέα βλέπουμε να διαδραματίζονται σήμερα στην Ουκρανία, στα οποία πολύ ορθώς αντιδρά με καταδικαστικό τρόπο η διεθνής κοινότητα, στα οποία η Κύπρος και η Ελλάδα βρίσκονται στη σωστή πλευρά της Ιστορίας, διαπράχθηκαν πριν από 50 χρόνια στην ευρωπαϊκή Κύπρο, και κάθε μέρα βιώνουμε τις συνέπειές τους.

Πενήντα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή, η δική μου γενιά, η γενιά του πολέμου, έχει την ευθύνη της απαλλαγής από τα κατοχικά δεσμά, την ευθύνη της απελευθέρωσης και της επανένωσης της πατρίδας μας.

Όραμά μας μια πατρίδα χωρίς κατοχικό στρατό, χωρίς εγγυητές, χωρίς προστάτες. Γι’ αυτό, από την πρώτη μέρα της εκλογής μου, κάνω ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν, για να επαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις και να επιτύχουμε την επίλυση του Κυπριακού σύμφωνα με τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες. Για μας η παρούσα κατάσταση πραγμάτων δεν είναι επιλογή, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποτελεί το μέλλον της Κύπρου. Παρά τις δυσκολίες, τις προκλήσεις και τις απογοητεύσεις, εξακολουθώ να πιστεύω πραγματικά ότι μπορούμε να πετύχουμε μια αμοιβαία επωφελή συμφωνία. Στο δικό μου όνειρο η Κυπριακή Δημοκρατία ως ισότιμο κράτος μέλος της ΕΕ έχει τη δυνατότητα να προσφέρει σε όλους τους νόμιμους πολίτες της, Ελληνοκύπριους, Τουρκοκύπριους, Μαρωνίτες, Αρμενίους και Λατίνους, συνθήκες ειρήνης, ασφάλειας και ευημερίας. Για όλα αυτά δηλαδή που και ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης υπήρξε ακούραστος υπηρέτης. Υπηρέτης του αγώνα των απλών ανθρώπων για συνεργασία, για ειρήνη, για ειρηνική συνύπαρξη.

Σε πλήρη συνεργασία με την Ελλάδα, η οποία αποτελεί τον πιο σταθερό και ανιδιοτελή μας σύμμαχο, εργαζόμαστε, ώστε να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για επανέναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων για επίλυση του Κυπριακού.

Για να επιτύχουμε τον στόχο μας, την επίλυση του εθνικού μας προβλήματος, απαραίτητη προϋπόθεση είναι και η ύπαρξη, στην πράξη και όχι στα λόγια, ενός ισχυρού και αρραγούς εσωτερικού μετώπου. Είναι απαραίτητη προϋπόθεση η ύπαρξη πνεύματος ενότητας στην Κύπρο και την Ελλάδα, που πολύ συχνά υμνούσε στις τοποθετήσεις του και ο Θεοδωράκης. Στην αντιφώνησή του, κατά την τελετή παρασημοφόρησής του στην Κύπρο, είχε πει χαρακτηριστικά: «Η ίδια η Ιστορία μάς διδάσκει ότι μπροστά στα μέγιστα θέματα, όπως είναι τα εθνικά, δεν χωρούν προσωπικές φιλοδοξίες και κομματική λογική και συμφέροντα.» Αυτή λοιπόν την παρακαταθήκη του Μίκη Θεοδωράκη οφείλουμε όλοι να τη διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού και να την αποδεικνύουμε καθημερινά μέσα από τις τοποθετήσεις και πράξεις μας.

Πριν από λίγα χρόνια, τον Φεβρουάριο του 2019, είχα τη χαρά ως Υπουργός Εξωτερικών τότε να απευθύνω ομιλία στην παρουσίαση στην Κύπρο του συγγράμματος υπό τον τίτλο «Η Διαλεκτική της Αρμονίας», το οποίο αποτελεί το απόσταγμα της σοφίας του Μίκη Θεοδωράκη και ενός άλλου στοχαστή, του πανεπιστημιακού Κώστα Γουλιάμου. Στο εν λόγω βιβλίο ο Μίκης Θεοδωράκης τονίζει ότι ο φυσικός νόμος Θέση – Αντίθεση οδηγεί στη Σύνθεση, ενώ η Θέση χωρίς Αντίθεση μοιραία καταλήγει στην Αποσύνθεση. Το βλέπουμε να επαληθεύεται στην πράξη. Διαμέσου των αιώνων όσα πολιτικά συστήματα εμπόδιζαν να εκδηλωθεί ελεύθερα η ζωτική αντίθεση που εξασφαλίζει τη σύνθεση, δηλαδή την ανάπτυξη και την πρόοδο, έπεφταν σε αποσύνθεση, μαρασμό και παρακμή. Στο δημοκρατικό πολίτευμα όλες οι θέσεις εκφράζονται, συνδιαλεγόμαστε ελεύθερα, και μέσα από τον διάλογο μπορούμε να βρούμε λύσεις, μπορούμε ακόμη και στα πιο δύσκολα θέματα να βρούμε την κοινή συνισταμένη. Πάνω σε αυτή τη βάση πιστεύω ότι μπορούμε να βρούμε και τον τρόπο να επανενώσουμε την Κύπρο και να ζήσουμε ειρηνικά. Το μόνο που δεν μπορούμε να διαπραγματευτούμε είναι την απόλυτη προσήλωσή μας στον σεβασμό των δικαιωμάτων του κάθε ανθρώπου, των αρχών και αξιών της ΕΕ.

Από τα πανέμορφα Χανιά της ηρωομάνας Κρήτης θέλω να μεταφέρω την έντονή μου πεποίθηση ότι ο αγώνας της Κύπρου για λευτεριά και επανένωση μπορεί να στεφθεί με επιτυχία και ο ήλιος της Δικαιοσύνης να ανατείλει επιτέλους πάνω από την πατρίδα μας. Θα ήθελα απόψε, με αφορμή το μνημόσυνο του Μίκη, να αποτίσω φόρο τιμής στους Ελλαδίτες αδελφούς μας, μεταξύ των οποίων και αρκετοί Κρητικοί που έπεσαν μαχόμενοι με ανδρεία και αυταπάρνηση για προάσπιση της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, πολλοί από αυτούς αφήνοντας την τελευταία τους πνοή στην ακριτική Κύπρο. Εκφράζω την ευγνωμοσύνη της Πολιτείας και σύμπαντος του κυπριακού ελληνισμού για τη θυσία και την προσφορά τους, καθώς επίσης σε όλους τους Ελλαδίτες αδελφούς μας, οι οποίοι αγωνίστηκαν για την απόκρουση της ιταμής τουρκικής εισβολής.

Θα ήθελα επίσης να εκφράσω τη γνήσια ευγνωμοσύνη του κυπριακού ελληνισμού για την έμπρακτη και σταθερή συμπαράσταση και στήριξη που η Ελλάδα και ο αδελφός ελληνικός λαός προσφέρουν κατά τα 50 αυτά χρόνια στον αγώνα μας για επιβίωση, ανάπτυξη και δικαίωση. Η συμπαράσταση και η στήριξη αυτή αποτελούν το ισχυρότερο και συμπαγέστερο θεμέλιο του αγώνα που διεξάγουμε. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι μια ισχυρή Ελλάδα είναι ένας ισχυρός σύμμαχος της Κυπριακής Δημοκρατίας, είναι ένας πόλος σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή μας.

Η Κύπρος και η αδελφική μας Κρήτη, όπου αναπαύεται ο αλησμόνητος Μίκης Θεοδωράκης, στέλνουν μήνυμα ειρήνης και αδελφοσύνης, μήνυμα κατά των διαχωριστικών γραμμών, των κατοχικών στρατευμάτων και των αναχρονιστικών εγγυήσεων, με την ελπίδα ότι θα μπορέσουμε να τιμήσουμε τη μνήμη του Μίκη με μια μεγαλειώδη συναυλία σε μια ελεύθερη και επανενωμένη Κύπρο. Το γνωρίζουμε ότι για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή. Εμείς είμαστε εδώ, για να πράξουμε ό,τι είναι δυνατόν μέχρι το τέλος, μέχρι την απελευθέρωση.»

Ακολούθως, δόθηκαν στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ως αναμνηστικά δώρα από τους διοργανωτές της εκδήλωσης, ένα κρητικό μαχαίρι και μια συλλεκτική έκδοση για την ιστορία της Κρήτης.

Τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας συνοδεύουν στην Κρήτη ο Πρέσβης της Δημοκρατίας στην Ελλάδα κ. Σταύρος Αυγουστίδης και ο Αναπληρωτής Κυβερνητικός Εκπρόσωπος κ. Γιάννης Αντωνίου.

(ΡΜ/ΓΣ)