20-12-2024 22:23
Ομιλία του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νίκου Χριστοδουλίδη στο ετήσιο τακτικό συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Διεθνούς Δικαίου & Διεθνών Σχέσεων
Θέμα «Ανάμεσα σε δύο πολέμους: Δοκιμασίες Δικαίου και Πολιτικής στη διεθνή δικαιοταξία. Προκλήσεις, Προσεγγίσεις, Απαντήσεις»
Είναι με μεγάλη χαρά που βρίσκομαι ανάμεσα στο εκλεκτό ακροατήριο της Ελληνικής Εταιρείας Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων. Και με τιμά ιδιαίτερα η πρόσκλησή σας να παραστώ και να απευθύνω λόγο στο Ετήσιο Τακτικό σας Συνέδριο, το οποίο φέτος καταπιάνεται με ένα εξόχως επίκαιρο και ενδιαφέρον θέμα, ένα θέμα το οποίο φυσικά και αγγίζει και το κυπριακό, και τις προκλήσεις που δημιουργούν στη διεθνή δικαιοταξία οι δύο εν εξελίξει πόλεμοι.
Το θέμα είναι ιδιαίτερα και εξαιρετικά σύνθετο, ειδικά σε μια περίοδο πρωτόγνωρων γεωπολιτικών μεταβολών, σε τοπικό, περιφερειακό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Είμαι βέβαιος ότι το θέμα θα αναλυθεί διεξοδικά, στο πλαίσιο των εργασιών του Συνεδρίου σας, γι’ αυτό σήμερα να μού επιτρέψετε να επιχειρήσω να συνδέσω το θέμα του Συνεδρίου με το Κυπριακό, με τη θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας σε αυτό το ρευστό σκηνικό, και βεβαίως, πώς αυτή η κατάσταση πραγμάτων, που έχουμε να διαχειριστούμε καθημερινά, επηρεάζει τις προσπάθειές μας σε σχέση με την επίλυση του Κυπριακού.
Θα ξεκινήσω, φίλες και φίλοι, λέγοντας ότι φέτος συμπληρώθηκαν πενήντα χρόνια από την παράνομη τουρκική εισβολή και τη συνεχιζόμενη κατοχή του 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τον Ιούλιο του 1974, με πρόσχημα δήθεν την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης μετά το Πραξικόπημα της Χούντας για ανατροπή του Προέδρου Μακαρίου, η Τουρκία διέπραξε ένα έγκλημα, και πρέπει να το λέμε αυτό, που παραβιάζει κατάφορα το Διεθνές Δίκαιο, και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, πενήντα χρόνια μετά, να υφίσταται αυτή η παράνομη κατάσταση πραγμάτων. Και αυτό που λέμε παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, επιβεβαιώνεται από σειρά αδιάψευστων γεγονότων, όσο και αν η Τουρκία, ειδικότερα με την επίκληση δήθεν της προστασίας των Τουρκοκυπρίων και πιο πρόσφατα με την επίκληση της παρόδου του χρόνου, επιχειρεί να τα υποβαθμίσει τις συνέπειες της τουρκικής εισβολής, και αναφέρομαι:
Όλα αυτά που προανέφερα δεν είναι επαναλαμβανόμενες επετειακές ρητορείες, αλλά είναι η ψυχρή πραγματικότητα στην Κύπρο του 2024. Και όλα αυτά συνιστούν τεκμήρια ενός συνεχιζόμενου εγκλήματος, για το οποίο η Τουρκία, ναι, πενήντα χρόνια μετά,είναι υπόλογη στη Διεθνή Κοινότητα. Συνιστούν κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου, του Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, της κυριαρχίας, της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς επίσης και αδιαμφισβήτητη παραβίαση των θεμελιωδών ελευθεριών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των Κυπρίων πολιτών. Γι’ αυτό και είναι ασήκωτες οι ευθύνες όσων διέπραξαν την εισβολή, συντηρούν, πενήντα χρόνια μετά, την κατοχή, αλλά και αυτών που ανέχονται τη συνέχιση της κατοχής της Κύπρου διά της βίας.
Κυρίες και Κύριοι,
Όλα όσα απαράδεκτα και καταδικαστέα παρακολουθούμε να διαδραματίζονται τα τελευταία τρία χρόνια στην Ουκρανία –έρχομαι από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπου ήμασταν μαζί με τον Έλληνα Πρωθυπουργό και το πρώτο θέμα στην ημερήσια διάταξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στην παρουσία του Προέδρου της Ουκρανίας, ήταν η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, και πολύ εύστοχα λέχθηκε, το βασικό θέμα συζήτησης ήταν να δούμε πώς θα κινηθεί η νέα αμερικανική κυβέρνηση από τις 20 Ιανουαρίου και μετά– διαπράχθηκαν στην Κύπρο πριν από ακριβώς 50 χρόνια.
Δυστυχώς, όμως, πρέπει να είμαστε ειλικρινείς, η πλειοψηφία εδώ είναι φοιτητές, άρα στους φοιτητές έχουμε ευθύνη, ακόμη περισσότερο, να παρουσιάζουμε τα πράγματα ακριβώς όπως έχουν. Δυστυχώς, όμως, είναι πολλά τα παραδείγματα στην παγκόσμια ιστορία, που αποδεικνύουν ότι το ζύγι του δικαίου δεν είναι πάντοτε ακριβές. Ίσως γιατί το δίκαιο του ισχυρού ενίοτε κυριαρχεί της ισχύος του δικαίου. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η Κύπρος, όπως και η Ελλάδα, στην περίπτωση της Ουκρανίας, πολύ ορθά, επιλέξαμε τη σωστή πλευρά της ιστορίας και στοιχιζόμαστε με τη διεθνή κοινότητα και στηρίζουμε τον αγώνα για σεβασμό ‒αλλάζω τη χώρα, αλλά είναι οι ίδιες λέξεις που ανέφερα προηγουμένως‒ της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας, της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, όπως και κάθε άλλης διεθνούς αναγνωρισμένης χώρας.
Μισό αιώνα μετά το έγκλημα που διαπράχθηκε σε βάρος της, η Κυπριακή Δημοκρατία συνεχίζει έναν δύσκολο αγώνα για άρση των τετελεσμένων της παρανομίας. Με αιχμή του δόρατος το Διεθνές Δίκαιο προσπαθούμε, εργαζόμαστε, για να διασφαλίσουμε ένα βιώσιμο μέλλον για τον τόπο μας. Εξάλλου, όσα τραγικά ‒εδώ είναι μια άλλη διάσταση του σημερινού διεθνούς επιπέδου‒ βλέπουμε να συμβαίνουν στη γειτονιά μας, στην εύφλεκτη γειτονιά μας, στην Ανατολική Μεσόγειο, στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, επιβεβαιώνουν όσους επιμένουν ότι δεν υπάρχουν παγωμένες διενέξεις. Για εμάς, το status quo, που δημιούργησε η παρανομία, δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να αποτελέσει το στέρεο έδαφος για την οικοδόμηση ενός ασφαλούς μέλλοντος για τη χώρα μας και τους νόμιμους πολίτες της.
Στα δικά μας όνειρα, στο δικό μου όνειρο, και αυτό είναι που έχω υποσχεθεί στον κυπριακό λαό, η λύση του Κυπριακού θα πρέπει να οδηγεί στη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε ένα σύγχρονο κράτος, χωρίς στρατούς κατοχής, χωρίς εγγυητές, χωρίς επεμβατικά δικαιώματα. Οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Κύπρου έχουν το δικαίωμα να απολαμβάνουν τα ίδια ακριβώς δικαιώματα, όπως οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι πολίτες.
Και έρχομαι τώρα πιο συγκεκριμένα στο θέμα του Συνεδρίου σας, «τις προκλήσεις, τις προσεγγίσεις και τις απαντήσεις στις δοκιμασίες του Δικαίου και της Πολιτικής στη διεθνή δικαιοταξία». Όπως προανέφερα, το Διεθνές Δίκαιο, ειδικά για τα μικρά κράτη, η επίκληση του Διεθνούς Δικαίου από μόνη της δεν μπορεί να μάς οδηγήσει στον πολυπόθητο στόχο του τερματισμού της κατοχής και της επανένωσης της πατρίδας μας. Πρέπει να είμαστε απόλυτα ρεαλιστές.
Η επίτευξη αυτού του στόχου, του στρατηγικού στόχου της επίλυσης του Κυπριακού, προϋποθέτει και σειρά άλλων παραμέτρων, όπως την ενίσχυση του περιφερειακού και διεθνούς αποτυπώματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη δημιουργία των αναγκαίων συνεργειών, των αναγκαίων συνεργασιών, στη βάση πάντα κοινών συμφερόντων, γιατί πολύ απλά το συμφέρον είναι αυτό που καθορίζει τις πολιτικές, ειδικότερα την εξωτερική πολιτική των κρατών. Και επειδή είμαστε ένα μικρό κράτος, αυτές οι συνέργειες, αυτές οι συνεργασίες, ειδικότερα με ισχυρούς δρώντες του διεθνούς συστήματος. Και είναι, ακριβώς, αυτήν την πορεία που ακολουθάμε.
Αντικρίζοντας, λοιπόν, τα δεδομένα ρεαλιστικά, αντικρίζοντας τα δεδομένα ως έχουν, και όχι όπως, ενδεχομένως, θα θέλαμε να ήταν ή θα έπρεπε να ήταν, χαράζουμε την εξωτερική μας πολιτική με εξωστρέφεια και αυτοπεποίθηση.
Στέκομαι απόψε ενώπιόν σας, για να σάς πω ότι, ναι, για πολλά χρόνια, λανθασμένα, η Κυπριακή Δημοκρατία, ήμασταν ένα μονοθεματικό κράτος, ειδικότερα στην εξωτερική πολιτική. Είχαμε την λανθασμένη εντύπωση ότι η διεθνής κοινότητα, για να χρησιμοποιήσω έναν λαϊκό όρο, ξυπνάει και κοιμάται με το Κυπριακό, ότι στο Λονδίνο, στη Μόσχα, στην Ουάσιγκτον, το μόνο θέμα ενασχόλησης ήταν το Κυπριακό. Αντιλαμβάνεστε, ήταν μια εντελώς λανθασμένη προσέγγιση, που οδήγησε και σε λανθασμένες τακτικές, στρατηγικές αν θέλετε, προς την κατεύθυνση επίτευξης αυτού του στρατηγικού στόχου. Και ξεκινώ στο τι κάνουμε τα τελευταία χρόνια, επαναλαμβάνω, με μια εξωστρεφή εξωτερική πολιτική με αυτοπεποίθηση.
Με πρώτο και βασικό σύμμαχο μας, φυσικά, την Ελλάδα, η οποία αποτελεί τον σταθερό, τον ανιδιοτελή μας συμπαραστάτη, με τη στήριξη των εταίρων μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), η ένταξή μας, να θυμίσω, στην ΕΕ το 2004 ήταν η σημαντικότερη διπλωματική επιτυχία της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά θεωρώ και της ελληνικής διπλωματίας, από ιδρύσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας, με συνέργειες με σημαντικούς δρώντες του διεθνούς συστήματος, με αξιοποίηση των άριστων σχέσεων που έχουμε με όλες, και το τονίζω γιατί είναι σημαντικό, με όλες τις γειτονικές χώρες, επιχειρούμε, και αυτό φέρνει αποτελέσματα –θα μιλήσω στη συνέχεια– να διευρύνουμε το διπλωματικό αποτύπωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατά τρόπο που να εξυπηρετεί τα ζωτικά συμφέροντα της χώρας μας, και, κατ’ επέκταση να μάς βοηθήσει και στην επίτευξη του πρωταρχικού στόχου, της βασικής μας προτεραιότητας, που είναι η επίλυση του Κυπριακού.
Αξιοποιώντας, λοιπόν, τη γεωγραφική μας θέση, την ευρωπαϊκή μας ιδιότητα, και όλα τα γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα, η Κυπριακή Δημοκρατία λειτουργεί ως πυλώνας ασφάλειας και σταθερότητας, ως γέφυρα ειρήνης και συνεργασίας σε μια περιοχή ιδιαίτερης γεωστρατηγικής σημασίας. Και θα επικαλεστώ και πάλι τη χθεσινή μας συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, που ήταν τα θέματα της Συρίας. Μαζί με τον Έλληνα Πρωθυπουργό, ακούγοντας τις προσεγγίσεις των πλείστων συναδέλφων μας, διαπιστώσαμε ότι δεν γνωρίζουν καλά την περιοχή μας, και είναι γι’ αυτό που λέω ότι η Κύπρος και η Ελλάδα, ως τα κράτη μέλη της ΕΕ στην περιοχή έχουμε ένα σημαντικό πλεονέκτημα, το οποίο πρέπει να αξιοποιήσουμε.
Φυσικά και αποχώρηση του Assad, με τον τρόπο που έφυγε, δεν μπορεί να θεωρηθεί παρά μια θετικότατη εξέλιξη. Κανείς, μα κανείς δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη βάρβαρη συμπεριφορά, την καθημερινή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Συρία κατά τη διάρκεια της θητείας του Assad. Αλλά, τι είναι σημαντικό, δεν είναι απλά να εκφράζουμε την ικανοποίησή μας, που κι εμείς την εκφράσαμε, και η Ελλάδα και η Κύπρος, αλλά να δούμε ποια είναι η επόμενη μέρα στη Συρία και πώς το νέο καθεστώς διασφαλίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα στη χώρα, τη συμπερίληψη όλων των μειονοτήτων, πώς θα μπορεί να λειτουργήσει ως ένα κράτος, στο πλαίσιο των θεσμών δημοκρατίας που υπάρχουν στη Μέση Ανατολή, και δεν θα δούμε εξελίξεις που είναι ανησυχητικές.
Χθες το βράδυ, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ανέφερα συγκεκριμένα στους συναδέλφους μου, γιατί πριν από τη μετάβασή μου στις Βρυξέλλες είχα τηλεφωνικές επικοινωνίες με τον Πρόεδρο της Αιγύπτου, τον Βασιλιά της Ιορδανίας, τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, οι οποίοι πολύ εύστοχα μού ανέφεραν ότι βλέπουμε μια αντίδραση που μάς θυμίζει την αντίδραση της Δύσης όταν έγινε η Αραβική Άνοιξη. Θυμάστε όλοι την Αραβική Άνοιξη. Η Αραβική Άνοιξη, όμως, όπως μού ανέφεραν πολύ εύστοχα, για την περιοχή μας, εξελίχθηκε να είναι αραβικός χειμώνας, κι ακόμη έχουμε προβλήματα στη Λιβύη, στη Συρία, σε πολλές χώρες της περιοχής.
Γιατί τα λέω όλα αυτά; Γιατί Ελλάδα και Κύπρος έχουμε, εδώ, ένα μεγάλο πλεονέκτημα που γνωρίζουμε την περιοχή, διατηρούμε άριστες σχέσεις με όλα τα γειτονικά κράτη, και οφείλουμε, πηγαίνοντας στις Βρυξέλλες, και αυτό κάνουμε με επιτυχία, να παρουσιάζουμε την ακριβή κατάσταση πραγμάτων και να έχουμε πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής της ΕΕ. Μόνο έτσι αναδεικνύεις τη σημασία σου, και όχι μόνο με το να επικαλείσαι στις Βρυξέλλες ή να ζητάς να έχεις ρόλο στα αυστηρά εθνικά θέματα, και αναφέρομαι στα ελληνοτουρκικά.
Δεν μπορεί η Σουηδία, για παράδειγμα, ‒και δεν έχω τίποτα με τη Σουηδία η χώρα πηγαίνει πολύ καλά‒ να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στον καθορισμό της πολιτικής της ΕΕ για τη Συρία. Δεν μπορεί η Φινλανδία, η Δανία [να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο] και η Ελλάδα και η Κύπρος να μην έχουν αυτόν τον πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά αυτό τον πρωταγωνιστικό ρόλο δεν θα μας τον δώσει κανείς. Αυτόν τον πρωταγωνιστικό ρόλο πρέπει να διεκδικήσουμε, και αυτό πράττουμε μέσα από την εξωστρέφεια της εξωτερικής μας πολιτικής.
Στις μείζονες κρίσεις, λοιπόν, που ταλανίζουν την περιοχή μας η Κυπριακή Δημοκρατία δήλωσε παρούσα, κερδίζοντας, με πράξεις και όχι με λόγια, τον σεβασμό και την αναγνώριση της διεθνούς κοινότητας. Να σάς θυμίσω ότι αμέσως μετά την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς, στις 7 Οκτωβρίου 2023, και τη στρατιωτική απάντηση του Ισραήλ, η Κυπριακή Δημοκρατία ανέλαβε μια πρωτοβουλία για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στον άμαχο πληθυσμό της Γάζας, μέσα από την πρωτοβουλία, «Αμάλθεια», ενώ ενεργοποιήσαμε και το Σχέδιο «Εστία» για τον ασφαλή επαναπατρισμό αμάχων από τρίτες χώρες.
Αυτές όλες οι πρωτοβουλίες δεν ήταν καθόλου εύκολες, ούτε όμως και αυτονόητες. Ειδικά, για την πρωτοβουλία μας για τον Θαλάσσιο Ανθρωπιστικό Διάδρομο, θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά, Οκτώβριο του 2023, στο Παρίσι, στη Σύνοδο που διοργάνωσε ο Πρόεδρος Macron αμέσως μετά το τι έγινε στη Γάζα, όταν παρουσιάσαμε για πρώτη φορά την πρωτοβουλία μας. Και σάς μιλώ εντελώς ειλικρινά, κανείς δεν πίστευε, μετά την παρουσίαση της πρωτοβουλίας μας, ότι Κυπριακή Δημοκρατία μπορούσε να υλοποιήσει ένα τέτοιο μεγαλεπήβολο σχέδιο. Κι όμως, καταφέραμε, ακριβώς χτίζοντας σε πολλά δεδομένα που έχουμε, για παράδειγμα, τις εξαιρετικές σχέσεις που έχουμε με το Ισραήλ. Να σάς θυμίσω ότι, για να γίνει ο ανθρωπιστικός διάδρομος, το Ισραήλ προχώρησε σε άρση του θαλάσσιου αποκλεισμού της Γάζας μετά από 17 χρόνια, μόνο για πλοία που έφευγαν από τη Λάρνακα, από πλοία που έφευγαν από την Κυπριακή Δημοκρατία.
Ειδικά, λοιπόν, την περίοδο της κορύφωσης των εχθροπραξιών, της καχυποψίας, της έντασης, της αμφισβήτησης στην περιοχή μας, χρειάστηκε να καταβληθεί τεράστια διπλωματική προσπάθεια και πολιτικό κεφάλαιο, ώστε να φέρουμε τα ενδιαφερόμενα μέρη σε σημείο στοιχειώδους συνεννόησης. Χαίρομαι, όμως, γιατί το αποτέλεσμα ήταν τέτοιο που δικαιώνει τις επιλογές μας. Η Κυπριακή Δημοκρατία απέσπασε τα εύσημα από τη Διεθνή Κοινότητα και προβλήθηκε στο εξωτερικό για τους σωστούς λόγους, έχοντας αναβαθμισμένο ρόλο και λόγο.
Ακριβώς στο πλαίσιο του ξεκάθαρου προσανατολισμού που καθορίσαμε, και με γνώμονα τη διεύρυνση όλων των παραγόντων ισχύος που έχουμε, εντάσσεται και η αναβαθμισμένη σχέση της Κυπριακής Δημοκρατίας με μια σειρά από χώρες με ειδικό εκτόπισμα, με προεξάρχουσες τις ΗΠΑ. Η πρόσφατη έναρξη του στρατηγικού διαλόγου των κυβερνήσεων των δύο χωρών ‒και σάς θυμίζω εδώ ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν είναι κράτος μέλος του NATO και οι Ηνωμένες Πολιτείες προχώρησαν σε στρατηγικό διάλογο με την Κυπριακή Δημοκρατία για συνεργασία σε μια σειρά από τομείς, όπως η οικονομία, η ασφάλεια, η ενέργεια, η έρευνα, η τεχνολογία‒ υπηρετεί ζωτικά συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας, και, παράλληλα, αναδεικνύει και εδραιώνει τον σταθεροποιητικό της ρόλο στην περιοχή.
Κι επειδή εδώ βλέπω και διπλωμάτες, που βρίσκονται τώρα στην Διπλωματική Ακαδημία του Υπουργείου Εξωτερικών, να σάς πω ότι όταν έγινα εγώ μέλος της Διπλωματικής Ακαδημίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, το 1999, όταν συζητούσαμε με τους Αμερικανούς, ένα ήταν το θέμα στην ημερήσια διάταξη. Βοηθήστε μας, πιέστε την Τουρκία να επιλύσουμε το Κυπριακό. Αυτό ήταν το μόνο θέμα που είχαμε στην ημερήσια διάταξη, και μέσα από τις ενέργειές μας φτάνουμε σήμερα να υπάρχει αυτός ο στρατηγικός διάλογος και η σχετική πρόσκληση του Αμερικανού Προέδρου για επίσκεψη στην Ουάσιγκτον μετά από 28 χρόνια.
Στο ίδιο ακριβώς πλαίσιο εντάσσεται και ο στρατηγικός διάλογος που ξεκινήσαμε με το Ηνωμένο Βασίλειο, με το οποίο επιδιώκουμε μια νέα σχέση σε όλους τους τομείς, υπό το πρίσμα των πολιτικών και οικονομικών δεδομένων που δημιουργεί η νέα τάξη πραγμάτων μετά την απόφαση των Βρετανών για έξοδο από την ΕΕ.
Μέσα ακριβώς, λοιπόν, από αυτήν τη συλλογιστική, η Κυπριακή Δημοκρατία θα συνεχίσει να πορεύεται, και σε συνεργασία με όλα τα γειτονικά κράτη, την Ελλάδα φυσικά, και με ισχυρούς δρώντες του διεθνούς συστήματος, βασισμένη στην αρχή του Διεθνούς Δικαίου, μαζί όμως, με την αρχή της συμπερίληψης, η συνεργασία μας με τα κράτη της περιοχής στοχεύει στην από κοινού αντιμετώπιση προκλήσεων και στην αξιοποίηση των τεράστιων προοπτικών που υπάρχουν στην περιοχή μας.
Ζητούμενο όλης αυτής της προσπάθειας που κάνουμε είναι η εμπέδωση νοοτροπίας συνεργασίας, ασφάλειας και ειρήνης, πάντα στη βάση μιας θετικής προσέγγισης. Δεν ενισχύσαμε τις σχέσεις μας με τα γειτονικά κράτη γιατί έτυχε τα γειτονικά κράτη να έχουν κακές σχέσεις με την Τουρκία. Τέτοιου είδους σχέσεις δεν θα είχαν καμία συνέχεια. Χτίσαμε τις σχέσεις μας με τα γειτονικά κράτη στη βάση μιας θετικής προσέγγισης και βλέπουμε και σήμερα, όπου η Τουρκία άρχισε να δημιουργεί και πάλι σχέσεις με τα κράτη της περιοχής, αυτή η προσέγγιση, η θετική εξέλιξη για την Τουρκία, δεν επηρεάζει τις σχέσεις τις δικές μας με τα γειτονικά κράτη.
Αυτός ήταν και ο άξονας της Συνόδου Κορυφής των μεσογειακών κρατών MED9 που φιλοξένησε η Κύπρος τον περασμένο Οκτώβριο, σε μια περίοδο κορύφωσης της έντασης στο μέτωπο του πολέμου. Με την ίδια ακριβώς πολιτική θα πορευτούμε και όταν θα αναλάβουμε τα ηνία του Συμβουλίου της ΕΕ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2026. Εξάλλου, οι τεράστιες προκλήσεις που έχουμε ενώπιόν μας απαιτούν τη μέγιστη δυνατή συνεργασία για την αντιμετώπιση των θεμάτων που περιλαμβάνει η ατζέντα μας, όπως είναι η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, η κλιματική κρίση, η ενεργειακή αυτονομία, το μεταναστευτικό, η πράσινη μετάβαση, και πολλά άλλα, στα οποία η Κυπριακή Δημοκρατία έχει συγκεκριμένες θέσεις, έχει ρόλο και λόγο στην προσπάθεια που γίνεται. Αυτά τα ζητήματα της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας ατζέντας προϋποθέτουν, εξάλλου, συνέργειες και εξωστρέφεια και, σίγουρα, είναι απαγορευτικές σε φαινόμενα εσωστρέφειας και μονοδιάστατης προσέγγισης.
Κυρίες και κύριοι,
Έχοντας το τιμητικό προνόμιο να εκπροσωπώ τον κυπριακό λαό, και μάλιστα ως ο πρώτος Πρόεδρος της μεταπολεμικής εποχής, από την αρχή της ανάληψης των καθηκόντων μου ξεκίνησα μια διεθνή εκστρατεία, να βάλουμε ξανά το Κυπριακό σε τροχιά διαπραγματεύσεων, πάντα υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών (ΗΕ). Η επιδίωξή μας είναι συγκεκριμένη, είναι σαφής: Αναζητάμε, πρώτα και πάνω από όλα, λειτουργική και βιώσιμη λύση στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου, των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ, του διαπραγματευτικού κεκτημένου, που υπάρχει μέχρι σήμερα, καθώς επίσης και των αρχών και αξιών της ΕΕ. Αυτό που μόλις σάς είπα δεν είναι μια τυπική και επαναλαμβανόμενη διαβεβαίωση. Είναι το πλαίσιο, πάνω στο οποίο εργαζόμαστε, για να κτίσουμε την Κύπρο του αύριο, μέσα από μια λειτουργική και βιώσιμη λύση, η οποία θα μάς επιτρέψει να επανενώσουμε την πατρίδα μας.
Σχεδόν 20 μήνες μετά, μπορώ να πω ότι οι προσπάθειές μας αρχίζουν να φέρνουν αποτελέσματα. Είμαι ρεαλιστής, δεν υποβαθμίζω ούτε τα προβλήματα ούτε και τις προκλήσεις, αλλά παραμένω συγκρατημένα αισιόδοξος για τη συνέχεια. Η δική μας πλευρά, πάντα σε συνεργασία με την Ελληνική κυβέρνηση, στηρίζει έμπρακτα την πρωτοβουλία του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και επενδύουμε ουσιαστικά σε αυτή τη νέα αυτή προσπάθεια, έχοντας την πεποίθηση ότι μπορούν να δημιουργηθούν οι συνθήκες, για να βάλουμε με αξιώσεις το Κυπριακό σε τροχιά διαπραγμάτευσης, και να φτάσουμε σε μια αμοιβαία επωφελή κατάσταση πραγμάτων, γιατί το Κυπριακό δεν μπορεί να επιλυθεί μόνο με την επίκληση του Διεθνούς Δικαίου. Η Τουρκία θα προχωρήσει στην επίλυση του Κυπριακού αν αντιληφθεί ότι μέσα από την επίλυση του Κυπριακού εξυπηρετούνται και δικοί της γεωστρατηγική στόχοι, που αγγίζουν κατά κύριο λόγο την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας.
Όλοι οι σημαντικοί δρώντες, από την Ευρώπη μέχρι τις Ηνωμένες Πολιτείες, τα πέντε Μόνιμα Μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, η Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών, οι θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μάς πιστώνουν με ειλικρινή πρόθεση για επίλυση του Κυπριακού και αναγνωρίζουν την πολιτική μας βούληση. Όλες μας οι ενέργειες κινούνται προς την κατεύθυνση της έντιμης και ειλικρινούς προσπάθειας, για να βάλουμε τέλος στο σημερινό απαράδεκτο status quo, που δεν μπορεί να είναι το μέλλον της πατρίδας μας.
Επαναλαμβάνω ότι γνωρίζω από πρώτο χέρι τις δυσκολίες, τα εμπόδια, τις προκλήσεις. Έχουμε πλήρη αντίληψη του συσχετισμού δυνάμεων και, βεβαίως, είμαστε αρκετά ρεαλιστές. Θεωρώ ότι η ουσιαστική διασύνδεση των ευρωτουρκικών με το Κυπριακό, όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Απρίλιο του 2024, που επιβεβαιώνονται από τις χθεσινές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τη διεύρυνση, στέλνουν και ένα θετικό, αλλά σαφές μήνυμα προς την Τουρκία. Η μετουσίωση αυτού του μηνύματος σε θετικές εξελίξεις στα ευρωτουρκικά εξαρτάται και από την πρόοδο στο Κυπριακό, και είναι σημαντική, θεωρώ, η συγκυρία, λαμβάνοντας υπόψη και τις προσπάθειες που γίνονται από πλευράς του Γενικού Γραμματέα.
Η πορεία της Τουρκίας προς την Ευρώπη ‒που ναι, θα σάς πω σήμερα κάτι που δεν θα μπορούσαμε να πούμε πριν από 20 ή 30 χρόνια, είναι και δική μας επιδίωξη, γιατί πολύ απλά δεν μπορώ να αλλάξω τη γεωγραφία, προτιμώ να έχω έναν γείτονα που είναι κράτος μέλος της ΕΕ, που σέβεται τις αρχές και αξίες της Ευρώπης, παρά ένα γείτονα, ο οποίος συμπεριφέρεται με τον τρόπο που συμπεριφέρεται‒ περνά ουσιαστικά από την Κύπρο και την Ελλάδα. Και δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι η Λευκωσία και η Αθήνα θα συνεργαστούμε και αυτήν τη φορά, ώστε να κατακτήσουμε αυτόν τον εθνικό στόχο, όπως έγινε και στο παρελθόν, όταν διαψεύστηκαν όσοι υποστήριζαν ότι με άλυτο το Κυπριακό η Κύπρος ποτέ δεν θα μπορούσε να γίνει Κράτος Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κι όμως, αυτό το ιστορικό προηγούμενο αποδεικνύει ότι στην πολιτική, όπως και στη ζωή, τίποτε δεν είναι στατικό, τίποτε δεν είναι προδιαγεγραμμένο.
Επιτρέψτε μου στο σημείο αυτό να μνημονεύσω τον Γιάννο Κρανιδιώτη, του οποίου το όνομα φέρει η αίθουσα που μας φιλοξενεί σήμερα, για σημειώσω ακριβώς ότι σε αυτό το σύνθετο διεθνές περιβάλλον που επικρατεί, οφείλουμε να πολιτευόμαστε με αρχές, χωρίς όμως ποτέ να λησμονούμε ότι οι πολιτικές των κρατών ορίζονται από τα συμφέροντά τους. Και ακριβώς, η αναγνώριση του ρόλου που διαδραματίζει η Κυπριακή Δημοκρατία, ως πυλώνας σταθερότητας και ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολή, επενεργεί θετικά και στις προσπάθειες που καταβάλλουμε για τερματισμό της κατοχής και επανένωση της πατρίδας μας, κατά τρόπο, ώστε να μας βρει την επομένη της λύσης ως μια χώρα πολιτικά σταθεροποιημένη, οικονομικά ισχυρή, και, βεβαίως, με μια ξεκάθαρη εξωτερική πολιτική και με προβλέψιμες και αξιόπιστες επιλογές ‒η επανενωμένη Κύπρος‒ σε ζητήματα ασφάλειας, καταπολέμησης της τρομοκρατίας. Κατά συνέπεια, η διεύρυνση και ενίσχυση του αποτυπώματος της Κυπριακής Δημοκρατίας συνδέεται άμεσα και με τον πυρήνα του Κυπριακού προβλήματος και αγγίζει και το περιεχόμενο της επιδιωκόμενης λύσης.
Κυρίες και Κύριοι,
Η επανένωση της χώρας μου –ο τερματισμός της κατοχής, η απελευθέρωση–παραμένει η κορυφαία προτεραιότητα της διακυβέρνησής μας, και η δημιουργία συνθηκών βιώσιμης και λειτουργικής λύσης του Κυπριακού τέμνει οριζοντίως όλους τους νευραλγικούς τομείς πολιτικής ως εξής:
Όλα αυτά είναι εξαιρετικά σημαντικά, ειδικά στο ρευστό διεθνές περιβάλλον, γιατί ακριβώς η οικονομική σταθερότητα και η κοινωνική συνοχή είναι απαραίτητα, ειδικά σε μια χώρα υπό κατοχή, που αγωνίζεται γι’ αυτά που για άλλες χώρες είναι προφανή.
Μέσα από συγκεκριμένες δράσεις, αγγίζουμε χρονίζοντα προβλήματα και παθογένειες, που επηρεάζουν την καθημερινότητα των πολιτών, όπως είναι η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, το μεταναστευτικό, το αυξημένο ενεργειακό κόστος, η στεγαστική κρίση, η γήρανση του πληθυσμού, η υπογεννητικότητα, η διαφθοράς, η ανεργία, και άλλα πολλά, προχωρώντας με τολμηρές μεταρρυθμίσεις, επιχειρώντας να επανιδρύσουμε το Κράτος του 1960.
Την ίδια στιγμή, η δημοσιονομική υπευθυνότητα μέσω πλεονασματικών προϋπολογισμών, ένα σταθερό και υγιές χρηματοπιστωτικό σύστημα και οι συνεχείς μεταρρυθμίσεις αποτελούν τους τρεις πυλώνες σε σχέση με τις αποφάσεις μας. Κορυφαία προτεραιότητα για την κυβέρνησή αποτελεί επίσης η διαφάνεια, η αξιοποίηση καλών πρακτικών, η γρήγορη απονομή της δικαιοσύνης, καθώς και η περαιτέρω βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος της χώρας μας.
Και χαίρομαι πραγματικά γιατί η κυπριακή οικονομία –και η κυπριακή οικονομία, πιστέψτε με, αγγίζει τις προσπάθειές μας για επίλυση του Κυπριακού, είναι πολύ δύσκολο σήμερα να διαχωρίσεις την εξωτερική με την εσωτερική πολιτική– επιδεικνύει ζηλευτές επιδόσεις, και όλοι ανεξαιρέτως οι οίκοι αξιολόγησης την κατατάσσουν, πλέον, σε επενδυτική βαθμίδα με θετική προοπτική. Μετά από 13 χρόνια, το 2011 ήταν η τελευταία φορά, η κυπριακή οικονομία κατατάσσεται από όλους τους οίκους αξιολόγησης στην κατηγορία Α.
Οι επιδόσεις αυτές εδραιώνουν τη θέση της Κύπρου ανάμεσα στις πλέον αξιόπιστες οικονομίες της ΕΕ, με ρυθμό ανάπτυξης τον τρίτο υψηλότερο στην Ευρώπη Τα αποτελέσματα αυτά δεν είναι ούτε συγκυριακά ούτε και τυχαία. Είναι επιστέγασμα μιας συντονισμένης και μεθοδικής στρατηγικής, η οποία εστιάζει στη δημοσιονομική υπευθυνότητα, στην ενίσχυση των επενδύσεων, στη σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και στην προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Κυρίες και κύριοι,
Όλα όσα έχω προαναφέρει είναι εσωτερικές παράμετροι. Είναι εσωτερικά δεδομένα ιδιαίτερης σημασίας, αφού αποτελούν, όπως είπα, παράγοντες ισχύος για την πατρίδα μου, που μαζί με την εξωστρέφεια και την αυτοπεποίθηση στην εξωτερική μας πολιτική, ενισχύει το διεθνές αποτύπωμα της χώρας μας. Και, φυσικά, με την επίκληση του Διεθνούς Δικαίου, που αξιοποιούμε, για να πετύχουμε την υπ’ αριθμόν ένα προτεραιότητα μας, που είναι η επίλυση του Κυπριακού.
Εκλεκτοί σύνεδροι,
Προτού ολοκληρώσω, επιτρέψτε μου να αξιοποιήσω την παρουσία μου στην πρωτεύουσα του μητροπολιτικού ελληνισμού, για να επαναλάβω την απεριόριστη ευγνωμοσύνη της Κύπρου έναντι της Ελλάδος, κυβέρνησης, πολιτείας και λαού, για την άδολη στήριξη και την αφειδώλευτη βοήθεια όλα αυτά τα χρόνια.
Σας ευχαριστούμε που είστε οι συνοδοιπόροι μας σε αυτή τη δύσκολη διαδρομή προς την ελευθερία, τη δημοκρατία, τη δικαιοσύνη και την προοπτική. Γνωρίζετε πολύ καλά ότι κατά καιρούς οι σχέσεις Ελλάδας και Κύπρου πέρασαν από δοκιμασίες, αλλά ευτυχώς τα πανάρχαια νήματα που μάς ενώνουν είναι βαθιά ριζωμένα και διαθέτουν μοναδικές αντοχές.
Απευθύνομαι, τέλος προς όλους εσάς, τους διακεκριμένους της νομικής επιστήμης, για να σάς πω ότι αντλούμε δύναμη από τη βοήθειά σας και στηριζόμαστε στη δική σας συνδρομή, στις προσπάθειες για τον τερματισμό της κατοχής και την επανένωση της πατρίδας μας. Μόνο έτσι μπορεί να ικανοποιηθεί, έστω και μερικώς, με καθυστέρηση δεκαετιών, το περί δικαίου αίσθημα ενός περήφανου λαού, που διεκδικεί χωρίς να επαιτεί. Που υπομένει με καρτερία, όχι μοιρολατρία. Που παλεύει και μάχεται με ασπίδα και δόρυ το Διεθνές Δίκαιο.
Σας ευχαριστώ πολύ.
(ΑΤ/ΜΣ/AΣ)
Σχετικά Ανακοινωθέντα