Cookies management by TermsFeed Cookie Consent
Τελευταίες Ειδήσεις

Ανακοινωθέντα

15-01-2025 21:31

Ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Νίκου Χριστοδουλίδη στην επετειακή τιμητική εκδήλωση με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 75 χρόνων από τη διεξαγωγή του Ενωτικού Δημοψηφίσματος του 1950

Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω, εκφράζοντας τις θερμές μου ευχαριστίες για την τιμητική πρόσκληση να είμαι ο κύριος ομιλητής της αποψινής εκδήλωσης. Είναι τιμή μου να βρίσκομαι απόψε ενώπιόν σας, ενώπιον ανθρώπων που συμβάλλουν με τον πλέον ουσιαστικό και αποτελεσματικό τρόπο στη διαφύλαξη και διατήρηση της ιστορικής μνήμης. Είτε με την προσωπική μαρτυρία των αγωνιστών της πατρίδας μας στον πιο αγνό αγώνα του Κυπριακού Ελληνισμού, τον αγώνα της ΕΟΚΑ το 1955-‘59, είτε με τη φιλότιμη συνεισφορά εθελοντών, η προσπάθειά σας είναι ιδιαίτερα πολύτιμη και συμβάλλει τα μέγιστα στην καλλιέργεια της εθνικής και ιστορικής μας ταυτότητας.

Η φετινή εκδήλωση για την επέτειο του Ενωτικού Δημοψηφίσματος του 1950 ακολουθεί και συμπίπτει και χρονικά με άλλες σημαντικές επετείους της σύγχρονης ιστορίας μας. Έναρξη του Απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ, Τουρκική εισβολή του 1974, Μικρασιατική καταστροφή, Ελληνική Επανάσταση. Μια φορτισμένη ιστορικά και εθνικά περίοδος, με συναισθήματα, μνήμες, προβληματισμούς, αναστοχασμούς, συζητήσεις, αφιερώματα, έρευνες, ακόμη και αποκαλύψεις, τόσα χρόνια μετά. Όλα τα γεγονότα αποτελούν ξεχωριστά κεφάλαια της ιστορίας μας, συνδέονται, όμως, έμμεσα ή άμεσα μεταξύ τους και αποτελούν, ανάμεσα σε άλλα, και οδηγό για μελέτη και ερμηνεία των σύγχρονων ιστορικών εξελίξεων, αλλά και καθορισμό πορείας για την αντιμετώπιση των σημερινών προκλήσεων. 

Η Ελληνική Επανάσταση και η Ίδρυση του Ελληνικού κράτους σήμανε κυριολεκτικά και μεταφορικά εθνικό συναγερμό σε όλες τις αλύτρωτες πατρίδες του Ελληνισμού. Έγινε η απαρχή του πόθου της απελευθέρωσης και της ένωσης με τη Μητέρα πατρίδα, γέννησε τη Μεγάλη Ιδέα και πυροδότησε επαναστάσεις και αλυτρωτικά κινήματα. Ο αγώνας των Ελλήνων έγινε έμπνευση και σύμβολο, και οι ήρωες του 1821 προβάλλονταν και προσεγγίζονταν ως ινδάλματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το έπος της ΕΟΚΑ, το οποίο είχε ως έμπνευση το 1821 με την ιδέα της απελευθέρωσης και τα ψευδώνυμα των αγωνιστών να αντλούνταν από τους αγώνες της Εθνικής Παλιγγενεσίας. 

Εξάλλου, και ως φυσιολογική εξέλιξη, στους αγώνες των αδελφών Ελλήνων διαχρονικά συμμετείχαν ανελλιπώς και Έλληνες Κύπριοι με απαράμιλλο σθένος και ηρωισμό. Είναι γνωστή η Φάλαγγα των Κυπρίων με τη δική της σημαία, η οποία έδρασε και μετά από την ανακήρυξη του Ελληνικού Κράτους. Στη συνέχεια, συμπατριώτες μας έλαβαν μέρος στους Βαλκανικούς και Μακεδονικούς πολέμους και ο πόθος για ελευθερία, για αυτοδιάθεση και ένωση με την Ελλάδα ήταν πάντα διαρκής και έντονος. 

Η Μικρασιατική Καταστροφή, με όλα όσα προηγήθηκαν και ακολούθησαν, είχε τη δική της σημασία και συμβολή στη διαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού Ελλάδας και Κύπρου σε σχέση με το Οθωμανικό και μετέπειτα Τουρκικό Κράτος. Η ανακήρυξη της Κύπρου σε αποικία του Βρετανικού Στέμματος το 1925 ήταν μια από τις συνέπειες της αλλαγής του διεθνούς σκηνικού, μετά από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, και η Μικρασιατική περιπέτεια δημιούργησε άλλες ισορροπίες και δεδομένα μεταξύ των Ελλήνων και Τούρκων κατοίκων της Κύπρου. 

Τα όσα προανέφερα είναι αναγκαία, για να αντιληφθούμε τις εξελίξεις και τα δεδομένα στην πατρίδα μας. Δεν μπορούμε να αντιληφθούμε και να προσεγγίζουμε ένα ιστορικό γεγονός, όπως το Ενωτικό Δημοψήφισμα του 1950, μεμονωμένα και ξέχωρα από την ιστορική και χωροχρονική του συνάφεια. Δεν συστήνεται από κανένα ιστορικό, και επιστημονικά καθόλου δεν ενδείκνυται η αποσπασματική μελέτη και αξιολόγηση ενός τόσο σημαντικού ιστορικού γεγονότος. Το Δημοψήφισμα του 1950 δεν ήταν απλά μια απόφαση της Εθναρχίας και φυσικά δεν προέκυψε από το πουθενά. Το Δημοψήφισμα πρέπει να εξεταστεί υπό το φως όλων των γεγονότων, των δεδομένων και καταστάσεων που προηγήθηκαν και το αφορούν άμεσα ή έμμεσα, αλλά και να τεθεί υπό το φως των μετέπειτα πολιτικών και εθνικών εξελίξεων στον τόπο μας, ακόμα μέχρι και σήμερα.

Η αναφορά της Εθναρχικής Εγκυκλίου του Δεκεμβρίου του 1949 για τη διενέργεια του Δημοψηφίσματος με το περίφημο μοναδικό, όπως το χαρακτηρίζει, σύνθημα «δια πάντας: Ένωσιν και μόνο Ένωσιν» απηχεί πολλά και εκφράζει συνοπτικά και πλήρως τον προαιώνιο πόθο των Ελλήνων της Κύπρου. Το «Ένωσις και μόνον Ένωσις» τονίζει εμφαντικά, την αταλάντευτη πεποίθηση των Ελλήνων της Κύπρου για την ελληνικότητα του νησιού και την ανάγκη για αυτοδιάθεση και ένωση με τη Μητέρα Ελλάδα. Αν ο λόγος απομονωθεί από τη γεωγραφική και ιστορική του συνάφεια φαντάζει επιτακτικός και απόλυτος. Ωστόσο, μέσα από το πρίσμα της μακραίωνης ελληνικής ιστορίας και ταυτότητας της Κύπρου είναι αληθινός και απόλυτα δικαιολογημένος.

Από τον Τεύκρο, τον Αγαπήνωρα, τον Ονήσιλο, τον Ευαγόρα, τον Κίμωνα, τον Απόστολο Βαρνάβα, τον Άγιο Νεόφυτο, μέχρι τον Ρε Αλέξη, τη Μαρία τη Συγκλητική, τον Εθνομάρτυρα Κυπριανό, τη Φάλλαγα των Κυπρίων και τον Νικόδημο Μυλωνά, η Κύπρος μετρά 3000 χρόνια ζωντανής Ελληνικής Ιστορίας και 2000 χρόνια χριστιανικής πίστης, ελληνικού πολιτισμού, μετρά επαναστάσεις και θυσίες ενάντια σε κάθε ξένη απειλή, καταδυνάστευση, αδικία και εθνική υποδούλωση. Και αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η ελληνική και χριστιανική συνείδηση και ταυτότητα των Κυπρίων δοκιμάστηκε πολύ σκληρά για πολλούς αιώνες. Η εθνική, θρησκευτική και κοινωνική καταπίεση μπορεί κατά διαστήματα να εξάντλησε τους Έλληνες της Κύπρου, χωρίς, όμως, ποτέ μα ποτέ να κάμψει τον πόθο, την πίστη και την ελπίδα τους.

Το 1878, με την άφιξη των Άγγλων και την αλλαγή φρουράς, οι Κύπριοι αναθαρρούν. Η προ μόλις 14 χρόνων απελευθέρωση των Επτανήσων και η κάθοδος του νέου χριστιανού και «πολιτισμένου» νέου αφέντη ανάβουν μέσα στις καρδιές των Κυπρίων τον πόθο και την ελπίδα για αυτοδιάθεση και ένωση με τη Μητέρα Ελλάδα. Οι ελπίδες τους, όμως, εξανεμίζονται πολύ νωρίς. Παρόλα αυτά, οι Κύπριοι δεν ησύχασαν, δεν έπαψαν στιγμή να αγωνίζονται με κάθε δυνατόν τρόπο και να διεκδικούν από τους Βρετανούς και από τη διεθνή κοινότητα την παραχώρηση του δικαιώματος αυτοδιάθεσης και την ένωση με την Ελλάδα.

Με επικεφαλής την Εκκλησία, οι Κύπριοι διαμαρτύρονται και αντιδρούν για τη σκληρή διοίκηση των Βρετανών, τη βαριά φορολογία και τα καταπιεστικά μέτρα, στέλνουν πολλά υπομνήματα, οργανώνουν διπλωματικές επαφές και διεξάγουν τα πρώτα δημοψηφίσματα υπό τη μορφή υπομνήματος στις 25 Μαρτίου 1921 και 1930, κατά τις επετείους συμπλήρωσης 100 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση και την Ίδρυση του Ελληνικού Κράτους, αντίστοιχα. Οι νέοι της Κύπρου κάθε ηλικίας και τάξης, με σύνθημα την ένωση και την ελληνική σημαία στα χέρια, δίνουν τη δική τους μάχη και τη δική τους μαρτυρία.

Στην αντίπερα όχθη, οι Βρετανοί γίνονται ακόμα πιο αρνητικοί και άτεγκτοι και προσπαθούν να χειραγωγήσουν ακόμη και την παιδεία. Το 1931 ο κυπριακός λαός εξεγείρεται μαζικά ενάντια στην καταπίεση και στην άρνηση στο αίτημα για αυτοδιάθεση και ένωση με την Ελλάδα. Είναι σε όλους γνωστή η περίοδος της Παλμεροκρατίας, η περίοδος που ακολούθησε των Οκτωβριανών, που ήταν πολύ σκληρή και οι Βρετανοί προσπάθησαν να φιμώσουν κάθε έκφραση και αναφορά σε Ελλάδα και Ένωση.

Η ιδέα ενός Δημοψηφίσματος υπό την εποπτεία, του νεοσύστατου τότε, Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) ήταν ένα καθολικό αίτημα. Η περιρρέουσα περιελάμβανε την αναγνώριση προ μερικών ετών από τον νεοσυσταθέντα ΟΗΕ του δικαιώματος για αυτοδιάθεση των λαών και την αποτυχία της προσπάθειας από πλευράς των Βρετανών για επεξεργασία Συντάγματος για την Κύπρο το 1948, της λεγόμενης «Διασκεπτικής». Έτσι, ένα δυναμικό Δημοψήφισμα θα ενίσχυε τη διεθνοποίηση του κυπριακού ζητήματος και θα αποτελούσε ακόμα ένα μοχλό πίεσης προς διάφορες κατευθύνσεις, συμπεριλαμβανομένης και της Ελληνικής Κυβέρνησης.  

Το Δημοψήφισμα πραγματοποιήθηκε μεταξύ της 15ης και 22ας Ιανουαρίου 1950. Παρά την απαγόρευση από την Αγγλική Κυβέρνηση σε δασκάλους και δημόσιους υπαλλήλους να συμμετάσχουν, το αποτέλεσμα ήταν συντριπτικό και καθοριστικό. Το 96% των συμμετεχόντων αξίωναν την «Ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα», ενώ κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής του Δημοψηφίσματος εκείνη τη βδομάδα που επικρατούσε πανηγυρικό πνεύμα και ολόκληρη η Κύπρος επιδόθηκε σε ένα πρωτόγνωρο εθνικό παραλήρημα.

Οι Έλληνες Κύπριοι, γέροντες, νέοι, ανήμποροι, ασθενείς, προσήλθαν μαζικά στις εκκλησίες, άλλοι προσευχόμενοι, άλλοι γονυπετείς, άλλοι τραγουδώντας κι άλλοι συγκινημένοι. Ο παλλαϊκός χαρακτήρας του Δημοψηφίσματος και ο εθνικός παλμός εκφράζονται πολύ χαρακτηριστικά στην ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου στις 27 Ιανουαρίου 1950: «…σύμπας ο Ελληνικός Κυπριακός Λαός διετράνωσε κατά τον πλέον κατηγορηματικόν τρόπον την αξίωσίν του δια την Ένωσιν μετά της Μητρός Ελλάδος».

Παρά την άρνηση της Βρετανικής Διοίκησης, η Εθναρχία, αλλά και η Αριστερά, αναλαμβάνουν ξεχωριστά εκστρατεία διαφώτισης και διεθνοποίησης του αποτελέσματος του Δημοψηφίσματος. Η Εθναρχία, με τους τρεις από τους τέσσερις τόμους υπομάλης, μεταβαίνει σε Αθήνα, Λονδίνο και Νέα Υόρκη. Η Ελληνική Κυβέρνηση είναι επιφυλακτική. Επικαλείται λόγους εθνικής και πολιτικής «ασφυξίας». Η Ελληνική Βουλή, όμως, με Ψήφισμά της υιοθετεί το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος, ενώ ο Ελληνικός λαός υποδέχεται πανηγυρικά την «Κυπριακή Εθνική Πρεσβεία». Το Λονδίνο κλείνει την πόρτα, ενώ ο τρίτος τόμος του Δημοψηφίσματος παραδίδεται στη Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών. Από την πλευρά της, η «Λαϊκή Εθνική Πρεσβεία» του ΑΚΕΛ μεταβαίνει σε χώρες του Ανατολικού Συνασπισμού και επιχειρεί τη δική της προσπάθεια επαφών.

Καθοριστικής σημασίας όλων των προ και μετά του Δημοψηφίσματος κινητοποιήσεων και εξελίξεων υπήρξε η εμφάνιση στο εκκλησιαστικό και πολιτικό προσκήνιο του τόπου ενός νεαρού τότε ιερωμένου, του Μακαρίου Κυκκώτη, του μετέπειτα Αρχιεπισκόπου και Εθνάρχη Μακαρίου του Γ’. Η δράση και οι αποφάσεις του διαδραμάτισαν τον δικό τους σημαντικό ρόλο σε όλη την προσπάθεια, διπλωματική αρχικά και μετά στρατιωτική, για απελευθέρωση της Κύπρου, άσκηση του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης και Ένωση με την Ελλάδα.

Δεν ήταν παρά μερικά μόνο χρόνια μετά το πανηγυρικό Δημοψήφισμα του 1950, όταν ο Μακάριος ο Γ’ πείθεται για την ανάγκη στρατιωτικής πλέον δράσης και καλεί τον Γεώργιο Γρίβα Διγενή να αναλάβει τη συγκρότηση αντάρτικης ομάδας ενάντια στο αγγλικό αποικιοκρατικό καθεστώς. Και κάπως έτσι, πριν από ακριβώς 70 χρόνια, ξεκινά το μεγαλύτερο έπος της σύγχρονης Κυπριακής Ιστορίας, ο αγώνας της ΕΟΚΑ, ο οποίος οδήγησε στη σύσταση της Ανεξάρτητης Κυπριακής Δημοκρατίας, της μεγαλύτερης πολιτικής κατάκτησης του λαού μας. 

Η διεξαγωγή του Δημοψηφίσματος του 1950 αποτελεί κομβικό σημείο της Ιστορίας του τόπου μας. Αποκάλυψε, με τον πλέον ειρηνικό και δυναμικό τρόπο τον προαιώνιο πόθο των Ελλήνων της Κύπρου για αυτοδιάθεση και ένωση με την Ελλάδα, την αγάπη και τον έρωτά τους για ό,τι έχει σχέση με τον Ελληνικό Πολιτισμό και την Ελληνική Ιστορία. Οι Έλληνες Κύπριοι είχαν συνείδηση της ελληνικής τους καταγωγής και, παρά τη γεωγραφική απόσταση, βίωναν την Ελλάδα στο πετσί τους.

Η ένθερμη και καθολική συμμετοχή τους στο Δημοψήφισμα, παραφράζοντας τον λόγο του τότε Αντιπροέδρου της Ελληνικής Κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου, αποδεικνύει το πόσο οι Έλληνες Κύπριοι «ασφυκτιούσαν» και πνίγονταν χωρίς την Ελλάδα και την ελευθερία.

Το Δημοψήφισμα του 1950, επαναλαμβάνω, ως ιστορικός και πολιτικός, πρέπει να ερμηνεύεται στο ιστορικό του πλαίσιο. Ως ιστορικό γεγονός με σημειολογική και ουσιαστική σημασία, αποτελεί σημείο αναφοράς, ξεκλειδώνει πολλά που ακολούθησαν και  βοηθά τα μέγιστα στην κατανόηση της μετέπειτα πολιτικής και ιστορικής εξέλιξης της Κύπρου.

Οι αναφορές, εξάλλου, και οι προεκτάσεις του Δημοψηφίσματος του 1950 είναι ατελείωτες και συγκλονιστικές. Η Ελληνικότητα της Κύπρου και ο πόθος του λαού της διατρανώθηκε όσο ποτέ άλλοτε, και κανείς μα κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ούτε να αρνηθεί τον αυθόρμητο ενθουσιασμό και την παλλαϊκότητα που το χαρακτήριζε.

Ωστόσο, ειδικότερα σήμερα, στην περίοδο που διανύουμε, είναι σημαντικό, θεωρώ, να σταθούμε και να τονίσουμε και να κρατήσουμε την παλλαϊκή συμμετοχή στο Δημοψήφισμα ως αποτέλεσμα της σύμπραξης, της συμπόρευσης και της συνεργασίας όλων των πολιτικών τότε Φορέων, της Εθναρχίας και του ΑΚΕΛ. Η συμφωνία της Δεξιάς και της Αριστεράς δεν έφεραν μόνο ενότητα, αλλά και αποτελεσματικότητα. Η φωνή της Κύπρου για αυτοδιάθεση και Ένωση με την Ελλάδα ήταν κοινή, δυνατή και εκκωφαντική.

Φυσικά, ο Ψυχρός Πόλεμος, οι ιδεολογικές διαφορές και άλλα δεδομένα που δεν είναι της παρούσης να αναλυθούν μπορεί να οδήγησαν στη διάσπαση Εθναρχίας και ΑΚΕΛ μετά το Δημοψήφισμα με τις ξεχωριστές Πρεσβείες. Αποτελεί, όμως, αδιαμφισβήτητο γεγονός και σημείο αναφοράς η καθολικότητα και η δυναμικότητα του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος του 1950.

Και στέκομαι ιδιαίτερα σε αυτήν τη διαπίστωση, γιατί πιστεύω ακράδαντα – και πρέπει μέσα από τέτοιες σεμνές τελετές όχι μόνο να τιμάμε ιστορικά γεγονότα, αλλά και να διδασκόμαστε από τα μηνύματα που προκύπτουν μέσα από τέτοιες σημαντικές ιστορικές εξελίξεις– στη δύναμη της ενότητας και στην αποτελεσματικότητά της. Την ώρα που η πατρίδα μάς χρειάζεται, οφείλουμε όλοι, με το όποιο ιδεολογικό και άλλο υπόβαθρο, να συμπορευτούμε και να συμπράξουμε. Να λάβουμε καίριες αποφάσεις, πάντα σε συνάρτηση και με υπολογισμό των διεθνών συγκυριών και εξελίξεων. Με όπλο αυτό που μάς πρόσφερε ο αγώνας της ΕΟΚΑ, την Κυπριακή Δημοκρατία, ό,τι πιο σημαντικό έχουμε, αλλά και την ιδιότητά μας ως κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορούμε, συλλογικά, συντονισμένα και με πνεύμα ενότητας, με μια φωνή, να διεκδικήσουμε όλα αυτά που δικαιούμαστε, να διαπραγματευτούμε σωστά και να αξιοποιήσουμε ευκαιρίες. Εξάλλου, η απελευθέρωση και επανένωση του τόπου μας είναι κοινός στόχος.

Με φόντο τις εξελίξεις στη γεωγραφική μας περιοχή, που είναι ιδιαίτερης γεωστρατηγικής σημασίας, και στο άναρχο διεθνές σκηνικό που καλούμαστε να κινηθούμε, ως μια μικρή χώρα που βρίσκεται υπό κατοχή, επαναλαμβάνω, γεωγραφικά σε μια περιοχή ιδιαίτερης γεωστρατηγικής σημασίας, καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια, αξιοποιώντας όλους τους διαθέσιμους παράγοντες ισχύος, εσωτερικούς και εξωτερικούς, για να πετύχουμε και τον υπ’ αριθμό έναν στόχο μας, την ύψιστη προτεραιότητά μας που είναι η απελευθέρωση και επανένωση του τόπου μας.

Θέλω να επαναλάβω, μιλώντας για το Κυπριακό, ότι έχω επίγνωση των δυσκολιών, των εμποδίων, των προκλήσεων. Έχουμε πλήρη αντίληψη του συσχετισμού δυνάμεων και, βεβαίως, είμαστε αρκούντως ρεαλιστές, για να μην αιθεροβατούμε.

Ωστόσο, ακριβώς επειδή είμαστε ρεαλιστές, πραγματιστές, ακολουθούμε με συνέπεια μια στρατηγική που βασίζεται στη Θουκυδίδεια κατανόηση των διεθνών σχέσεων και τη σημασία που αποκτούν οι παράγοντες ισχύος και οι συνέργειες με άλλες δυνάμεις στην επίτευξη του βασικού μας στόχου. Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο αξιοποιούμε την ευρωπαϊκή ιδιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας, ισχυροποιούμε το πλέγμα των συνεργειών που διατηρούμε με τρίτες χώρες, ενισχύουμε το πολιτικό και διπλωματικό μας αποτύπωμα, με πράξεις και όχι απλά λόγια, και διευρύνουμε τους παράγοντες ισχύος της χώρας μας.

Συμπληρώνονται φέτος 70 χρόνια από την έναρξη του πιο ένδοξου και πιο αγνού αγώνα σε τούτο τον τόπο, του αγώνα της ΕΟΚΑ, και λαός και Πολιτεία θα τιμήσουμε δεόντως όλους αυτούς που αγωνίστηκαν, για να υπάρχει σήμερα Κυπριακή Δημοκρατία.

Το μήνυμα που εγώ θα ήθελα απόψε να στείλω, στο πλαίσιο αυτής της σεμνής τελετής, για να τιμήσουμε την επέτειο του ενωτικού δημοψηφίσματος, είναι η ανάγκη και η υποχρέωση, όπως κατ’ επανάληψη έχω αναφέρει, να μιλάμε στα παιδιά μας και στη νέα γενιά του τόπου μας για την ΕΟΚΑ, για τους αγώνες και τις θυσίες όλων αυτών που έδωσαν τη ζωή τους για μια καλύτερη Κύπρο, για την Κυπριακή Δημοκρατία που έχουμε σήμερα.

Γιατί η αρετή και η τόλμη απαιτούν βαθιά γνώση. Και γνώση πρώτα από όλα του εαυτού σου, δηλαδή της πραγματικής Ιστορίας σου. Και κάτι τέτοιο, για να απαντήσω προκαταβολικά σε τυχόν σχόλια ή διαφορετικές προσεγγίσεις, σε καμία περίπτωση δεν λειτουργεί αρνητικά προς τις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού, αφού η βιωσιμότητα μιας ενδεχόμενης λύσης περνά σε μεγάλο βαθμό μέσα και από τον σεβασμό της ιστορικής ταυτότητας του καθενός, και σίγουρα όχι μέσα από την αυτοκατάργηση.

Και συμφωνώ με τον φίλο Δημήτρη Ταλιαδώρο, που πολύ εύστοχα είχε αναφέρει ότι τα όνειρα, τα οράματα και οι ιδέες δεν ενταφιάζονται. Αυτά μεταλαμπαδεύονται από γενιά σε γενιά.

Όσο κι αν ο σκοπός και το όραμα του Δημοψηφίσματος του 1950 για «ένωση και μόνο ένωση» δεν ευοδώθηκε, όσο κι αν οι αγώνες των Ελλήνων της Κύπρου είχαν μοναδικό κίνητρο και σκοπό την άσκηση του δικαιώματος αυτοδιάθεσης και την ένωση με την Ελλάδα, ωστόσο, οφείλουμε όλοι να παραδεχθούμε, ότι ο αγνός εκείνος αγώνας οδήγησε στην Κυπριακή Δημοκρατία, που αδιαμφισβήτητα αποτελεί τη σημαντικότερή μας κατάκτηση σε τούτο τον τόπο, και η διαφύλαξη και ενίσχυση της υπόστασής της, τόσο στο εσωτερικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα.

Ενωμένοι, λοιπόν, συνεχίζουμε, για να αλλάξουμε την πατρίδα μας, για να γίνει η Κύπρος τόπος ειρήνης, ασφάλειας, ευημερίας και  προόδου. Για όλους και χωρίς αποκλεισμούς. 

(ΡΜ/ΕΑθ/ΜΣ)