Cookies management by TermsFeed Cookie Consent
Τελευταίες Ειδήσεις

Ανακοινωθέντα

06-03-2025 15:00

Νόμιμη η κατάσχεση των αρχαιοτήτων που ανευρέθηκαν από τις Αρχές της Δημοκρατίας στο πλοίο Odyssey Explorer το 2015

Δικαστικό διάταγμα για δήμευση των 595 τεμαχίων αρχαιοτήτων που το 2015 ανευρέθηκαν από τις Αρχές της Δημοκρατίας στο πλοίο Odyssey Explorer, με σημαία Μπαχάμες, και οι οποίες είχαν ανελκυστεί από ναυάγιο εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ)/Υφαλοκρηπίδας του Λιβάνου, εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, στις 4 Μαρτίου 2025. 

Πρόκειται για μια σημαντική και ενδιαφέρουσα δικαστική υπόθεση μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της εναγόμενης εταιρείας, στην οποία ιδιοκτησιακά ανήκει το πλοίο, αφού κατά τη διαδικασία εγέρθηκαν και ζητήματα που εμπίπτουν στη σφαίρα του Διεθνούς Δικαίου.

Αντικείμενο της δικαστικής διαδικασίας στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού ήταν η αξίωση του Τμήματος Τελωνείων, διά μέσου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για έκδοση δικαστικού διατάγματος δήμευσης των ανευρεθεισών αρχαιοτήτων, οι οποίες κατασχέθηκαν στις 23 Δεκεμβρίου 2015 από το Τμήμα Τελωνείων, ως υποκείμενες σε δήμευση, δυνάμει της σχετικής νομοθεσίας. Οι αρχαιότητες ανευρεθήκαν στο πλοίο Odyssey Explorer και κατασχέθηκαν στη βάση του ισχυρισμού ότι, κατά την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι της Λεμεσού, ο καπετάνιος προέβη σε αναληθή δήλωση αναφορικά με το μεταφερόμενο φορτίο του πλοίου, το οποίο είχε δηλώσει ως «κενό φορτίου».

Στο αίτημα για έκδοση διατάγματος δήμευσης, η πλοιοκτήτρια εταιρεία, με ανταπαίτηση, υποστήριξε και ζήτησε δήλωση του Δικαστηρίου ότι η κατάσχεση των επίδικων αντικειμένων είναι άκυρη και/ή στερείται οποιασδήποτε νομιμότητας. Αξίωσή της ήταν συνάμα η καταβολή αποζημιώσεων από πλευράς Δημοκρατίας (Τμήμα Τελωνείων), ίσων με το ποσό που η ίδια είχε καταβάλει για την αποδέσμευση του πλοίου, το οποίο είχε επίσης κατασχεθεί από τις Αρχές της Δημοκρατίας ως το μέσο μεταφοράς των κατασχεθεισών αρχαιοτήτων.

Εξετάζοντας την υπόθεση, το Δικαστήριο απέρριψε όλους τους ισχυρισμούς της πλοιοκτήτριας εταιρείας και την ανταπαίτησή της, εξέδωσε διάταγμα, με το οποίο κήρυξε τη δήμευση των αρχαιοτήτων, και επιδίκασε έξοδα υπέρ της Δημοκρατίας.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ευρήματα του Δικαστηρίου, εκ των οποίων τα σημαντικότερα είναι:

  1. Ζητούμενο στην προκειμένη διαδικασία ήταν το κατά πόσον οι αρχαιότητες, κατά τον ουσιώδη χρόνο, υπόκειντο σε δήμευση εξαιτίας της μη δήλωσής τους. Εύρημα αποτελεί ότι ο τύπος και ο τρόπος διενέργειας της κατάσχεσης των επίδικων αρχαιοτήτων έγινε σύμφωνα με τον Νόμο, συνεπώς «στη βάση των πραγματικών γεγονότων, οι αρχαιότητες υπόκεινται σε δήμευση εξαιτίας της μη δήλωσής τους στο σχετικό έντυπο, οπότε και το Δικαστήριο θα προχωρήσει σε κήρυξη δικαστικά της δήμευσής τους».
  2. Ως προς το ύψος του ποσού που καθορίστηκε από το Τμήμα Τελωνείων για την αποδέσμευση του πλοίου, δεν προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία από την πλοιοκτήτρια εταιρεία, βάσει της οποίας να καταδεικνύεται ότι αυτό ήταν εκτός του επιτρεπόμενου ορίου που προβλέπεται από τον Νόμο.
  3. Ως προς τη θέση της πλοιοκτήτριας εταιρείας (η οποία απορρίφθηκε) ότι η δήμευση ζητείτο για λόγους άλλους, μεταξύ αυτών και πολιτικούς, ώστε να αποδοθούν οι αρχαιότητες στον Λίβανο, το Δικαστήριο ανέφερε ότι ο χειρισμός των αντικειμένων που περιέρχονται στην κυριότητα του Δημοσίου μετά από δήμευση αποτελεί απόφαση των Αρχών, στη βάση της ισχύουσας νομοθεσίας, μετά από την οποιαδήποτε απόφαση δήμευσης.  
  4. Όσον αφορά στη μη συμμετοχή του Λιβάνου στη διαδικασία –ζήτημα που ηγέρθη από την πλοιοκτήτρια εταιρεία κατά τη δικαστική διαδικασία– το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι το αντικείμενο της αγωγής είναι εάν, κατά την ώρα της κατάσχεσης, οι αρχαιότητες υπόκειντο σε δήμευση, κι όχι κατά πόσο ανήκουν ή όχι στον Λίβανο.
  5. Δεν αποτελεί υπεράσπιση η άγνοια του Νόμου.

Θέματα που η πλοιοκτήτρια εταιρεία προέβαλε τα οποία, μεταξύ άλλων, αφορούν στο κατά πόσον:

  1. υπήρχε πρόθεση εμπορίας ή όχι των αρχαιοτήτων από την εναγόμενη πλοιοκτήτρια εταιρεία ή άλλες εταιρείες που προώθησαν την ανέλκυση των αρχαιοτήτων από την ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδα Λιβάνου,
  2. η ανασκαφή και η περισυλλογή των αρχαιοτήτων από την ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδα του Λιβάνου έγινε με επιστημονική μέθοδο, ή ήταν παράνομη ή όχι με βάση το Διεθνές Δίκαιο ή με βάση τους Νόμους του Λιβάνου, και
  3. η προοπτική επιτυχίας της δικαστικής υπόθεσης σε Δικαστήριο του Λιβάνου, κρίθηκαν από το Δικαστήριο της Δημοκρατίας ως πτυχές που δεν είναι σχετικές με το επίδικο θέμα.

Για την ιστορία, η κατάσχεση των αρχαιοτήτων έγινε μετά τον εντοπισμό τους από τις Αρχές της Δημοκρατίας, κατόπιν πληροφορίας που δημιούργησε υποψίες στο Τμήμα Αρχαιοτήτων, ότι το πλοίο Odyssey Explorer ενδεχομένως να διεξήγαγε αρχαιολογικές έρευνες ή ανασκαφές αρχαιοτήτων εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης/ Υφαλοκρηπίδας της Κυπριακής Δημοκρατίας, χωρίς προηγούμενη σχετική άδεια από το Τμήμα Αρχαιοτήτων. Κατόπιν έρευνας που διενεργήθηκε στο πλοίο, το οποίο είχε αγκυροβολήσει στο λιμάνι Λεμεσού με σκοπό την αλλαγή πληρώματος και τον ανεφοδιασμό του, διαφάνηκε ότι κατά την υποβολή του απαιτούμενου δηλωτικού φορτίου, ο καπετάνιος του πλοίου προέβη σε αναληθή δήλωση ως προς το  μεταφερόμενο φορτίο, δηλώνοντας ότι το πλοίο ήταν «κενό φορτίου». Οι αρχαιότητες είχαν εντοπιστεί σε κλειδωμένο δωμάτιο με σιδερένια πόρτα και κάμερα παρακολούθησης, ενώ σε αυτό υπήρχαν επίσης εκτυπωμένοι κατάλογοι με φωτογραφίες και αριθμούς που αφορούσαν στα αντικείμενα καθώς και χώρος για φωτογράφιση αντικειμένων. Κατά τη διεξαγωγή ερευνών, διεφάνη ότι οι αρχαιότητες ανελκύστηκαν από σημείο εντός της ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας του Λιβάνου.

Εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, την υπόθεση χειρίστηκαν η Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας κα Μαρία Αναστασίου και η Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α’ κα Μαρία Πήλικου.

(ΜΛ/ΜΣ)