02-12-2019 13:17
Παρουσίαση του Υπουργού Εσωτερικών κ. Κωνσταντίνου Πετρίδη για τη Μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
Αυτό που έχουμε στην Κύπρο σήμερα δεν μπορεί να ονομάζεται σύστημα Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Τοπική Αυτοδιοίκηση σημαίνει να μπορείς να αυτοδιοικείσαι. Για να μπορείς να αυτοδιοικείσαι πρέπει:
Πρώτον, ως Τοπική Αρχή να έχεις το εύρος των αρμοδιοτήτων που να σε καθιστά αυτοδιοικούμενη. Να μπορείς να προσφέρεις στους δημότες σου αρκετές και ποιοτικές υπηρεσίες.
Δεύτερο, να έχεις επαρκείς πόρους και προσωπικό να το πράξεις, με τρόπο μάλιστα που δεν είναι υπερβολικά κοστοβόρος.
Και Τρίτο, να μπορείς να το κάνεις χωρίς να χρειάζεται να περάσεις από αχρείαστες και χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες και εγκρίσεις από διάφορα υπουργεία ή υπηρεσίες του κεντρικού κράτους.
Καμιά από τις τρεις αυτές προϋποθέσεις, που καθορίζουν τη σύγχρονη έννοια μιας τοπικής αρχής, σύμφωνα πάντα και με την Χάρτα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Συμβουλίου της Ευρώπης, δεν ισχύει σήμερα. Με αποτέλεσμα να μην έχουμε πραγματική τοπική αυτοδιοίκηση, αλλά μια ετεροδιοίκηση όπου οι «τοπικοί άρχοντες» λειτουργούν ως μεσάζοντες των τοπικών κοινωνιών στην κεντρική κυβέρνηση, η οποία και η ίδια αντιμετωπίζει προβλήματα δυσλειτουργίας λόγω ακριβώς της μη ύπαρξης ενός σοβαρού συστήματος τοπικής αυτοδιοίκησης.
Είναι γι’ αυτό που ο Πρόεδρος Αναστασιάδης στο Πρόγραμμα Διακυβέρνησης του, έχει ο ίδιος θέσει ως προτεραιότητα την μεταρρύθμιση της τοπικής αυτοδιοίκησης. Μιας μεταρρύθμισης που την ίδια ώρα σημαίνει και μεταρρύθμιση και του κεντρικού κράτους, το οποίο θα μπορεί να επικεντρωθεί περισσότερο σε ένα πιο επιτελικό ρόλο και να μπορεί να παράξει πολιτική, παρά να αναλώνεται στη διεκπεραίωση καθημερινών θεμάτων της τοπικής αυτοδιοίκησης και των πολιτών, που θα έπρεπε να γίνεται σε τοπικό επίπεδο.
Όταν αρχίσαμε την προσπάθεια, είδαμε ότι οι μελέτες που είχαν γίνει μέχρι τότε, επικεντρώνονταν κυρίως στο κόστος των παρεχόμενων υπηρεσιών και καταδείκνυαν το προφανές. Ότι το κόστος των υπηρεσιών ήταν υπερβολικά υψηλό σε σχέση με την ποιότητα των υπηρεσιών λόγω του μικρού μεγέθους των Δήμων. Αναγνώριζαν επίσης ότι οι δήμοι έχουν περιορισμένη διοικητική ικανότητα, αυτοτέλεια και αρμοδιότητες.
Δεν υπήρχε όμως μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που θα καθόριζε ποιες υπηρεσίες πρέπει να παρέχει ένας σύγχρονος δήμος, πως πρέπει να διοικείται, τί σημαίνει οικονομική αυτονομία, τί πόροι χρειάζονταν και από που θα προέρχονται, ποιες διοικητικές στρεβλώσεις υπάρχουν και οδηγούν στην γραφειοκρατία και την έλλειψη ευελιξίας στις αποφάσεις των Δήμων. Υπήρχε ένα ασαφές όραμα, όλοι το συζητάγαμε, αλλά έλλειπε η συγκεκριμένη, απτή και άμεσα εφαρμόσιμη πρόταση.
Οι φράσεις «οικονομική αυτονομία», «διοικητική αυτοτέλεια» αλλά και «αρμοδιότητες» παρέμεναν φράσεις χωρίς περιεχόμενο που χρησιμοποιούνταν σε ομιλίες χωρίς όμως να μετουσιωθούν σε συγκεκριμένο μεταρρυθμιστικό και νομοθετικό περιεχόμενο.
Αναγνωρίζοντας τα πιο πάνω, παραδέχτηκα από την αρχή ότι οι συγχωνεύσεις δήμων δεν είναι αυτοσκοπός αλλά η αναγκαία προϋπόθεση, εφόσον όμως πρώτα δίναμε περιεχόμενο στους άλλους βασικούς πυλώνες της μεταρρύθμισης. Εργαστήκαμε σκληρά και αγγίξαμε την ουσία της μεταρρύθμισης. Διενεργήσαμε λεπτομερή τεχνοοικονομική μελέτη, αλλά ανοίξαμε και μια μεγάλη και άνευ προηγουμένου διαβούλευση με τους εκπρόσωπους της τοπικής κοινωνίας και την Ένωση Δήμων.
Χρειάστηκε επίσης και εκτενής διαβούλευση με διάφορες υπηρεσίες και υπουργεία εντός της κυβέρνησης λόγω των αρμοδιοτήτων που θα έπρεπε να δοθούν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Αρμοδιότητες
Αρμοδιότητες όπως η Ενιαία Αρχή Ανάπτυξης σε κάθε Νέο Δήμο που θα εκδίδει τόσο την πολεοδομική όσο και την οικοδομική άδεια. Μια αρμοδιότητα που εκχωρείται παράλληλα με δύο άλλες μεταρρυθμίσεις οι οποίες σχετίζονται με την έκδοση αδειών. Ο επενδυτικός νόμος που μεταφέρει τις αρμοδιότητες για τις μεγάλες και πολύπλοκες άδειες στο κεντρικό κράτος, σε νέα διεύθυνση στο κεντρικό κράτος, και το «νέο πλαίσιο αδειοδότησης» που ανακοινώσαμε πρόσφατα σε συνεργασία με το ΕΤΕΚ που απλοποιεί το όλο σύστημα. Η όλη μεταρρύθμιση του πλαισίου αδειοδότησης θα καταστήσει την έκδοση αδειών πιο εύκολη και πιο ομοιόμορφη.
Δώσαμε, επίσης, τη δυνατότητα ίδρυσης δημοτικής αστυνόμευσης με συγκεκριμένες αρμοδιότητες και εξουσίες, τη δυνατότητα να παρέχουν οι ενδοδημοτικές συγκοινωνίες προς όφελος των πολιτών. Δώσαμε, επιπρόσθετα, τη δυνατότητα μαζί με τους πόρους στους Δήμους να είναι αναθέτουσες αρχές έργων, για να μπορούν να ωριμάζουν εύκολα τα δικά τους αναπτυξιακά έργα, χωρίς να εξαρτώνται από τις προτεραιότητες και τη γραφειοκρατία του κράτους, ενώ οι σχολικές εφορείες μεταφέρονται από το Υπουργείο στην εποπτεία των τοπικών αρχών και θα λειτουργούν με ξεχωριστή νομοθεσία.
Μεταφέραμε στους Νέους Δήμους το σύνολο σχεδόν των αδειοδοτικών αρμοδιοτήτων που εκδίδονται σήμερα από τις Επαρχιακές Διοικήσεις. Ενδυναμώσαμε το ρόλο τους στην κοινωνική πολιτική, ώστε να μπορούν να λειτουργούν πιο αποτελεσματικά κοινωνικές στέγες, νηπιαγωγεία, γηροκομεία. Αναθέσαμε στους Δήμους την αξιοποίηση και συντήρηση τοπικών υποδομών όπως πάρκα, χώροι πρασίνου, κλπ.
Η μεταφορά των αρμοδιοτήτων αυτών είναι η πιο σημαντική που έχει γίνει μέχρι τώρα στην Κύπρο. Ενδυναμώνουμε την Τοπική Αυτοδιοίκηση με υπηρεσίες που αφορούν τις πραγματικές μεγάλες καθημερινές ανάγκες του πολίτη. Αυτό δεν είναι πια όραμα, αλλά η νέα πραγματικότητα στην Κύπρο.
Οικονομική αυτοτέλεια
Για να τα παρέχουν όλα αυτά φυσικά οι Νέοι Δήμοι θα χρειάζονται πόρους και οικονομική αυτοτέλεια. Κοστολογήσαμε τις νέες υπηρεσίες και προτείνουμε τη ριζική αλλαγή του τρόπου χρηματοδότησης των Δήμων. Κατοχυρώνεται σε αυτούς ως ίδιο έσοδο τα συνολικά έσοδα από τα τέλη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων, κάτι το οποίο ισοδυναμεί με αύξηση των εσόδων κατά 40% - 50% σε σχέση με την υφιστάμενη κρατική χορηγία.
Επιπλέον, δίνουμε στις νέες δημοτικές αρχές τη δυνατότητα να επιβάλουν ειδικό τέλος, για συγκεκριμένη χρονική περίοδο, για την κατασκευή έργων υποδομής κατόπιν διενέργειας δημοψηφίσματος. Αυξάνοντας μάλιστα με αυτό τον τρόπο και την λογοδοσία που πρέπει να έχει μια τοπική αρχή στους δημότες της.
Λάβαμε, επίσης, υπόψη και τις σημαντικές εξοικονομήσεις που θα προκύψουν από τις συγχωνεύσεις λόγω των οικονομιών κλίμακας οι οποίες κυμαίνονται μεταξύ 30 και 50 εκατ. ευρώ. Μόνο από τη μείωση του αριθμού των δημάρχων οι εξοικονομήσεις φτάνουν τα 3 εκατ. ευρώ.
Ενδεικτικά αναφέρω πραγματικό παράδειγμα. Ένας μεγάλος Δήμος σήμερα ξοδεύει 245 ευρώ το χρόνο για κάθε κάτοικο για παροχή υπηρεσιών, ενώ ένας μικρός Δήμος φτάνει να ξοδεύει για τις ίδιες υπηρεσίες και με λιγότερους υπαλλήλους 1.143 ευρώ το χρόνο για κάθε κάτοικο. Επίσης, η ποιότητα των υπηρεσιών φαίνεται να είναι καλύτερη στους μεγάλους δήμους σε σχέση με τους μικρούς. Οι ανισότητες αυτές δεν είναι από εμάς ανεκτές. Κάθε Κύπριος πολίτης πρέπει να απολαμβάνει ίδιας ποιότητας υπηρεσίες ανεξάρτητα από τον τόπο κατοικίας του.
Οι εξοικονομήσεις αυτές δεν είναι του κράτους. Είναι των Δήμων και των Δημοτών τους και θα προκύψουν μόνο μέσα από τις συνενώσεις. Θα μείνουν στην τοπική κοινωνία. Είτε από μορφή σημαντικά μειωμένου κόστους των υπηρεσιών είτε για περισσότερα αναπτυξιακά έργα. Οι πιο επωφελημένοι θα είναι οι μικροί δήμοι που θα συνενωθούν με μεγαλύτερους, αλλά και οι κοινότητες που θα ενταχθούν σε δήμους που θα δουν πολλαπλασιασμό των κονδυλίων ανά κάτοικο λόγω του τρόπου χρηματοδότησης των Δήμων. Γι’ αυτό είπα στην αρχή ότι οι συνενώσεις είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ουσιαστική μεταρρύθμιση.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι Νέοι Δήμοι οι οποίοι θα προκύψουν θα είναι εύρωστοι και οικονομικά βιώσιμοι και θα μπορούν να παράξουν έργο προς όφελος των δημοτών τους. Η αλλαγή του τρόπου χρηματοδότησης τους αλλά και τις εξοικονομήσεις που θα προκύψουν θα οδηγήσουν σε αυξημένους πόρους στο μεσοπρόθεσμο κατά €60-80 εκατ.
Οι εκλεγμένοι τοπικοί άρχοντες θα έχουν τα εργαλεία παραγωγής πολιτικής και θα κρίνονται από τους δημότες τους για την αποτελεσματικότητα τους, αντί να καταλογίζουν ευθύνες όπως συχνά γίνεται, και πολλές φορές δικαίως, στις ανεπάρκειες του κεντρικού κράτους. Άρα, αυξάνεται και η δημοκρατική λογοδοσία στην τοπική εξουσία αφού η μεταρρύθμιση αυξάνει μαζί με τα νέα εργαλεία και την ευθύνη των αιρετών του λαού.
Καχυποψία
Ομολογώ ότι στην προσπάθεια μας αντιμετωπίσαμε μια εν γένει καχυποψία. Καχυποψία για το κατά πόσο οι Δήμοι, ως τους γνωρίζουμε σήμερα, θα μπορούν να αντεπεξέλθουν. Δικαίως δημιουργήθηκε αυτή η δυσπιστία στον κόσμο για τις δυνατότητες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Αλλά η δυσπιστία οφείλεται στο ότι οι τοπικές αρχές είναι ακρωτηριασμένες από το ίδιο το σύστημα και δεν μπορούν να τρέξουν όπως σε άλλες χώρες.
Δεν πρέπει να συγκρίνουμε τους Νέους Δήμους με της υφιστάμενες οντότητες. Θα έχουν τα όπλα, τους πόρους, τις πραγματικές δομές μιας μικρής δημόσιας υπηρεσίας, την τεχνογνωσία αλλά και ευελιξία που δεν έχουν σήμερα.
Ακόμη και η ποιότητα του πολιτικού προσωπικού θα βελτιωθεί με τις μεγαλύτερες δομές αφού οι μεγαλύτερες οντότητες συνεπάγονται λιγότερο τοπικισμό και μεγαλύτερο ισοζύγιο δημοκρατικού ελέγχου.
Ασφαλιστικές δικλίδες
Ταυτόχρονα, θέσαμε αρκετές ασφαλιστικές δικλείδες που θα αποτρέπουν την αυθαιρεσία. Με βάση το Νόμο οι Δήμοι υποχρεούνται:
1) να έχουν ισοσκελισμένους ή πλεονασματικούς προϋπολογισμούς.
2) εισάγεται για πρώτη φορά στην Κύπρο ένα σύστημα που διασφαλίζει διαφάνεια και έλεγχο, με την υποχρέωση δημοσιοποίησης στο διαδίκτυο όλων των αποφάσεων των δημοτικών συμβουλίων, των προϋπολογισμών, των εκθέσεων του Γενικού Ελεγκτή, πράξεων διορισμών αλλά και κάθε δαπάνης πέραν των 5,000 ευρώ. Ο κάθε πολίτης με αυτό τον τρόπο θα έχει γνώση και θα ελέγχει τις τοπικές αποφάσεις.
3) Δημιουργείται επίσης σε κάθε Δήμο Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου για όλες τις αποφάσεις του δημοτικού συμβουλίου.
4) Οι νέοι Δήμοι θα τυγχάνουν, επίσης, καλύτερου ελέγχου τόσο από το κράτος όσο και από το Γενικό Ελεγκτή, κάτι που πιο δύσκολα γίνεται σήμερα λόγω ακριβώς του κατακερματισμού και του πολυάριθμου των Τοπικών Αυτοδιοικήσεων.
5) Με βάση σύγχρονες πρακτικές θέσαμε, επίσης, οροφή στις δαπάνες προσωπικού ως ποσοστό του συνόλου των εξόδων του προϋπολογισμού.
6) Δώσαμε το δικαίωμα σε ομάδα δημοτών να καταθέτουν γραπτές προτάσεις το Δημοτικό Συμβούλιο για επίλυση προβλημάτων.
Στο πλαίσιο της «διοικητικής αυτονομίας», αναγνωρίσαμε από τη μια την ανάγκη ευελιξίας των Δήμων όσον αφορά τη δομή του προσωπικού τερματίζοντας την παρέμβαση του κράτους στη διαδικασία έγκρισης της δομής των θέσεων και παρέχοντας στον ίδιο τον Δήμο την ευχέρεια δημιουργίας ή κατάργησης θέσεων, αλλά και διατηρώντας τη δυνατότητα παρέμβασης του κράτους σε περιπτώσεις αποκλίσεων στους προϋπολογισμούς.
Επισημαίνω ότι στο νομοσχέδιο προβλέπονται συγκεκριμένες μεταβατικές διατάξεις με κοινές επιτροπές οι οποίες θα οδηγήσουν σε μια ομαλή μετάβαση στη νέα τάξη πραγμάτων, τις επόμενες δημοτικές εκλογές.
Συνενώσεις
Κατακερματισμένη Τοπική Αυτοδιοίκηση σημαίνει αδύνατη Τοπική Αυτοδιοίκηση. Οι συγχωνεύσεις είναι αναγκαίες. Πρώτον, χωρίς τις συγχωνεύσεις δεν θα επιτευχθούν οι σημαντικές εξοικονομήσεις που θα καταστήσουν τους Δήμους εύρωστους. Δεύτερο, χωρίς τις συγχωνεύσεις δεν θα έχουμε την κρίσιμη μάζα που θα αυξήσει την διοικητική επάρκεια των δήμων, και τρίτο, για σκοπούς ομοιογενοποίησης των πολιτικών και συνέργειας κοινών έργων.
Η συζήτηση για τις συγχωνεύσεις δυστυχώς κυριάρχησε της όλης δημόσιας συζήτησης και πολλές φορές επισκίασε την ουσία της μεταρρύθμισης, αλλά επισκιάστηκε επίσης από ένα έντονο αίσθημα τοπικισμού. Ένα αίσθημα το οποίο δεν βασίζεται στον ορθολογισμό και στο κοινό καλό μιας περιοχής που αυτό που επιζητά είναι καλύτερες και φθηνότερες υπηρεσίες για τους δημότες της, αλλά σε διχαστικές νοοτροπίες του παρελθόντος. Ένα αίσθημα που ενίοτε λάμβανε και κομματική διάσταση αφού ορισμένοι ταύτιζαν την γεωγραφική διάσταση της μεταρρύθμισης με κομματικούς συσχετισμούς.
Κάτι αναχρονιστικό που δεν στέκει στη σημερινή πραγματικότητα, όπου οι ίδιοι οι πολίτες προσπερνούν τέτοιες συμπεριφορές, που οδηγούν στην απαξίωση του πολιτικού συστήματος όπως φαίνεται και στις εκλογικές διαδικασίες.
Το πιο «ανώδυνο» θα ήταν να ολοκληρώσουμε το εγχείρημα των άλλων πυλώνων της μεταρρύθμισης, δηλαδή την «οικονομική αυτοτέλεια», την «διοικητική αυτονομία» και τις «αρμοδιότητες» σε ένα νομοσχέδιο και να παραπέμψουμε την γεωγραφική διάσταση, σε μια «επιτροπή» που θα κατάθετε με βάση τις δικές τις διαβουλεύσεις, τις δικές της προτάσεις στη Βουλή.
Ή να παραπέμπαμε σε δημοψηφίσματα, με τα οποία θα μπορούσε μια μικρή τοπική αρχή στην οποία ενδεχομένως να επικρατούσαν τοπικιστικά κριτήρια ή συμφέροντα να αποτρέψει ευρύτερες συνενώσεις. Οι τοπικές αρχές άλλωστε στην Κύπρο είναι 380 (350 Κοινότητες και 30 Δήμοι) και όλες επηρεάζονται είτε από το νομοσχέδιο για τη συμπλεγματοποίηση υπηρεσιών των κοινοτήτων είτε με συγχωνεύσεις δήμων. Φανταστείτε πόσο εφικτή θα ήταν η μεταρρύθμιση.
Οι εθελούσιες συνενώσεις προβλέπονται από την υφιστάμενη νομοθεσία αλλά παρά τα χρονίζοντα προβλήματα που αντιμετωπίζουν αρκετές τοπικές αρχές, ουδεμία πρωτοβουλία προέκυψε μέχρι σήμερα από τις ίδιες τις τοπικές αρχές.
Οι πιο πάνω επιλογές θα ήταν μεν μια εύκολη δικαιολογία για να μην αγγίξουμε το καυτό θέμα των συνενώσεων και να εμπλακούμε στα γρανάζια του τοπικισμού, αλλά αναμφίβολα θα παρέπεμπε την όλη προσπάθεια στις ελληνικές καλένδες.
Για τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που αποτελούν καθοριστική καμπή για την πορεία μιας χώρας και μιας κοινωνίας, οι κυβερνήσεις, τα κόμματα και τα κοινοβούλια πρέπει να αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους παρά το πολιτικό κόστος. Εμείς επιλέξαμε από την αρχή την στάση ευθύνης.
Την ίδια στάση ευθύνης επέλεξε και η ίδια η Ένωση Δήμων. Τόσο με την ιστορική απόφαση της Γενικής Συνέλευσης της Ένωσης για ομόφωνη έγκριση του προσχεδίου του νομοσχεδίου ως αποτέλεσμα της εντατικής μεταξύ μας διαβούλευσης, όσο και με την απόφαση της συντριπτικής πλειοψηφίας της Ένωσης για μη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων, αφού ήταν προφανές ότι τα δημοψηφίσματα θα τορπίλιζαν την προσπάθεια. Γι’ αυτή την υπεύθυνη στάση θέλω πραγματικά να ευχαριστήσω την Ένωση Δήμων και τα μέλη της.
Οι αποφάσεις της Ένωσης Δήμων, αποτέλεσμα των εντατικών μεταξύ μας διαβουλεύσεων είναι κάτι που θωρακίζει την μεταρρύθμιση αλλά και δεσμεύει ηθικά και πολιτικά την πολιτεία να εφαρμόσει τη μεταρρύθμιση.
Για τις συνενώσεις συμφωνήσαμε εξ’ αρχής με την Ένωση Δήμων αντικειμενικά και επιστημονικά κριτήρια που θα καθόριζαν την εισήγηση της κυβέρνησης. Είναι τα κριτήρια με βάση τα οποία διεξήγαμε την τεχνοοικονομική μας μελέτη, την οποία δεν κρατήσαμε στα συρτάρια, αλλά τη δώσαμε και στη δημοσιότητα για σκοπούς διαφάνειας και ελέγχου.
Τα κριτήρια είναι:
α) πληθυσμιακά, ούτως ώστε να υπάρχει πληθυσμιακό μέγεθος ικανό να συμβάλει στην οικονομική αυτοτέλεια (αριθμός δημοτών, κατοίκων, πυκνότητα, και κατανομή οικιών), β) κοινωνικά γ) οικονομικά (απασχόληση, δομή απασχόλησης, εισόδημα, οικονομική βιωσιμότητα), δ) γεωγραφικά (όσο το δυνατόν πιο γεωγραφικά συμπαγείς) ε) αναπτυξιακά.
Κριτήρια που ουσιαστικά αντικατοπτρίζουν και την απλή λογική του κάθε πολίτη που διερωτάται από που τελειώνει και που αρχίζει ένας Δήμος, προς τι η ύπαρξη τόσων πολλών τοπικών αρχών και δημοτικών αρχόντων, και πως μπορεί να γίνουν ενιαία αναπτυξιακά σχέδια και συνέργειες με τον υφιστάμενο κατακερματισμό.
Πέραν αυτού, δήλωσα από την αρχή ότι θα λαμβάνονταν σοβαρά υπόψην τόσο οι ιδιαιτερότητες όσο και οι απόψεις της τοπικής κοινωνίας. Και ακολούθησε μια μακρά περίοδος εντατικών αλλά μη δεσμευτικών διαβουλεύσεων, τόσο με την Ένωση Δήμων όσο και με την τοπική κοινωνία.
Για το λόγο αυτό δουλέψαμε εντατικά και διαμορφώσαμε ένα νέο σύστημα οργάνωσης των νέων δήμων και ανάδειξης των δημοτικών αρχών. Βασική μας επιδίωξη είναι να διασφαλίσουμε ότι θα διατηρηθεί ο ιδιαίτερος χαρακτήρας των συνενωμένων Τοπικών Αρχών. Καμία ενότητα δεν θα εξαφανιστεί. Με το σύστημα που υιοθετούμε κάθε υπό συνένωση δήμος και κοινότητα διατηρεί όχι μόνο το όνομα του ως δημοτικό διαμέρισμα του νέου Δήμου αλλά και την εκπροσώπηση που θα του δίνει τη δυνατότητα μέσω του προϋπολογισμού του νέου Δήμου να κάνει παρεμβάσεις τοπικής ανάπτυξης. Οι γειτονιές και τα χωριά μας με τις τοπικές τους παραδόσεις και τις ιδιομορφίες είναι ο πλούτος της πατρίδας μας και σε αυτόν στηριζόμαστε.
Είναι αποτέλεσμα αυτής της διαβούλευσης που έχω σήμερα ενώπιον μου διψήφιο αριθμό αποφάσεων από Δημοτικά ή Κοινοτικά Συμβούλια που αφορούν συνενώσεις με όμορες τοπικές αρχές για τη δημιουργία πραγματικών Δήμων. Κάτι το οποίο δεν θα διανοείτο κανένας μας πριν ένα χρόνο.
Αυτή η ανταπόκριση των τοπικών Αρχών, μας επέτρεψε μάλιστα να προχωρήσουμε σε μια πιο ευρεία και πιο τολμηρή μεταρρύθμιση.
Είναι με βάση τα πιο πάνω που σήμερα, ως Υπουργός Εσωτερικών οφείλω υπεύθυνα να καταθέσω την εισήγηση μου και για το θέμα των συνενώσεων η οποία θα ενσωματωθεί στο κυβερνητικό νομοσχέδιο. Μια τεκμηριωμένη πιστεύω εισήγηση, η οποία θα κριθεί και από τους πολίτες. Μια εισήγηση η οποία όμως δεν είναι θέσφατο, αφού θα μπορούσαν να υπάρξουν και άλλες επιλογές.
Για το υπόλοιπο κείμενο της παρουσίασης πατήστε εδώ.
Για την αναλυτική παρουσίαση με χάρτες πατήστε εδώ.
(ΕΚ/ΕΙ)
Σχετικά Ανακοινωθέντα