19-01-2024 14:57
Ομιλία του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ. Γιώργου Σαββίδη στο συνέδριο της Ακαδημίας Νομικής Υπηρεσίας, με θέμα: «Συμβατές, Μη Συμβατές και Παράνομες Κρατικές Ενισχύσεις»
Είναι με μεγάλη χαρά που χαιρετίζω το σημερινό σεμινάριο, που φιλοδοξεί να είναι το πρώτο από μία σειρά θεμάτων που εγκαινιάζει η Ακαδημία της Νομικής Υπηρεσίας, με στόχο την επιμόρφωση σε τομείς, όπου η Νομική επιστήμη συναντά την οικονομία.
Επιθυμώ δε πρώτα να ευχαριστήσω την Έφορο Ελέγχου Κρατικών Ενισχύσεων για την άμεση ανταπόκρισή της στο αίτημά μας για διοργάνωση του σημερινού σεμιναρίου και όλους τους λειτουργούς του Γραφείου σας που μέσα από τις παρουσιάσεις τους είμαι βέβαιος ότι θα συμβάλουν στην επιτυχία του σημερινού σεμιναρίου.
Το θέμα του σημερινού συνεδρίου, καίτοι, εν πρώτοις μπορεί να εκλαμβάνεται ότι αφορά ένα περιορισμένο αριθμό δικηγόρων του Γραφείου μου, εντούτοις, είναι γεγονός ότι θέματα κρατικών ενισχύσεων ανακύπτουν σε αρκετές υποθέσεις, που τυγχάνουν χειρισμού από τους Δικηγόρους της Δημοκρατίας [και αυτό αποδεικνύεται και από τον αριθμό των συμμετεχόντων σήμερα]. Ειδικότερα, τα θέματα αυτά μπορούν να προκύψουν, είτε μέσω του ελέγχου οποιουδήποτε νομοσχεδίου τυγχάνει νομοτεχνικού ελέγχου, είτε μέσω του νομοτεχνικού ελέγχου συμβάσεων στις οποίες συμμετέχει το κράτος, είτε μέσω του χειρισμού υποθέσεων τόσο στο Διοικητικό Δικαστήριο αλλά και στα επαρχιακά δικαστήρια με την καταχώριση αγωγών για διεκδίκηση αποζημιώσεων λόγω χορήγησης παράνομων κρατικών ενισχύσεων, απλά για να αναφέρω μερικά ενδεικτικά παραδείγματα. Συνεπώς, είναι στόχος μέσα από τη σημερινή επιμόρφωση να παρασχεθεί ένα επιπλέον γνωσιολογικό έρεισμα για τον χειρισμό σημαντικών υποθέσεων που επηρεάζουν εν τέλει την οικονομική ζωή της χώρας.
Η ενωσιακή νομοθεσία στα θέματα κρατικών ενισχύσεων εντάσσεται στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εξασφάλιση και διατήρηση συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού και εδράζεται στο πρωτογενές δίκαιο και στα σχετικά άρθρα της ΣΛΕΕ. Το γεγονός αυτό φανερώνει τη σημασία που αποδίδει η Ένωση στον έλεγχο των κρατών μελών κατά τις παρεμβάσεις τους στην οικονομία. Το πρωτογενές δίκαιο, ως αυτό συμπληρώνεται από πλούσια δευτερογενή νομοθεσία, θεσπίζει τους όρους και προϋποθέσεις για τη χορήγηση Κρατικών Ενισχύσεων σε επιχειρήσεις, και μαζί αποτελούν αντικείμενο ερμηνείας σε σωρεία αποφάσεων των Δικαστηρίων της Ένωσης.
Η έννοια της κρατικής ενίσχυσης είναι μια αντικειμενική και νομική έννοια που ορίζεται απευθείας από τη Συνθήκη. Σύμφωνα με το άρθρο 107 ΣΛΕΕ «Ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές, εκτός αν οι Συνθήκες ορίζουν άλλως.». Σαφέστατα πρόκειται για ένα ιδιαίτερα ευρύ ορισμό.
Παρά τη γενική απαγόρευση των κρατικών ενισχύσεων, σε ορισμένες περιπτώσεις οι κυβερνητικές παρεμβάσεις είναι απαραίτητες για μια εύρυθμη και δίκαιη οικονομία. Ως εκ τούτου, η Συνθήκη αφήνει περιθώρια για ορισμένους στόχους πολιτικής (για παράδειγμα αντιμετώπιση σοβαρών οικονομικών διαταραχών), για τους οποίους οι κρατικές ενισχύσεις μπορούν να θεωρηθούν συμβιβάσιμες.
Οι εξαιρέσεις αυτές περιλαμβάνονται στη νομοθεσία σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις και πηγάζουν από την αντίληψη ότι οι κρατικές ενισχύσεις λειτουργούν συχνά εξισορροπητικά, είτε διευκολύνοντας στην άμβλυνση των συνεπειών τυχόν δυσλειτουργίας των μηχανισμών της ελεύθερης αγοράς ή στην στοχευμένη στήριξη επιχειρήσεων σε τομείς όπως η έρευνα και η ανάπτυξη ή στην αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών (και αναφέρω για παράδειγμα το πλαίσιο που επέτρεπε την κρατική παρέμβαση για την αντιμετώπιση σοβαρών οικονομικών διαταραχών που προκλήθηκαν από την πανδημία).
Το σύστημα ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων που προβλέπεται στη Συνθήκη βασίζεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να εκτιμά τη συμβατότητα των μέτρων κρατικής ενίσχυσης με την εσωτερική αγορά. Η προηγούμενη κοινοποίηση από τα κράτη μέλη όλων των προγραμματισμένων μέτρων ενίσχυσης είναι υποχρεωτική, εκτός από τις περιπτώσεις που καλύπτονται από κανονισμό ή απόφαση περί απαλλαγής κατά κατηγορίες. Το οικείο κράτος μέλος δεν δύναται να θέσει σε εφαρμογή το μέτρο μέχρι την έκδοση απόφασης της Επιτροπής με την οποία εγκρίνει το μέτρο ενίσχυσης.
Καθίσταται σαφές ότι η έγκαιρη διάγνωση του χαρακτήρα ενός μέτρου ως μέτρου κρατικής ενίσχυσης και ο χειρισμός του σύμφωνα με το πλαίσιο που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση διαφυλάττει τα συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας και αποφεύγονται διαδικασίες επί παραβάσει εναντίον της Δημοκρατίας, αλλά και περαιτέρω περιπλοκές, αν αναλογιστεί κανείς ότι, σε περίπτωση απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι μία ενίσχυση συνιστά παράνομη κρατική ενίσχυση, υφίσταται υποχρέωση ενός κράτους μέλους να ανακτήσει πράγματι τα οφειλόμενα ποσά προκειμένου να εξαλείψει τη στρέβλωση του ανταγωνισμού που προκλήθηκε από το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα το οποίο προέκυψε λόγω της χορήγησης της παράνομης κρατικής ενίσχυσης.
Ευελπιστώ ότι το σημερινό συνέδριο, πέραν της επιμόρφωσης που θα προσφέρει στους Δικηγόρους του Γραφείου μου, θα αποτελέσει το έναυσμα για περαιτέρω συνεργασία της Νομικής Υπηρεσίας με το Γραφείο της Επιτρόπου, με στόχο πάντοτε την εξεύρεση νόμιμων λύσεων σε τομείς που άπτονται και επηρεάζουν την οικονομία του τόπου μας.
(ΜΛ/ΑΦ)
Σχετικά Ανακοινωθέντα
25-11-2024 14:01
Για πρώτη φορά εκλογή της Κύπρου στο Διοικητικό Συμβούλιο της GRECO