Cookies management by TermsFeed Cookie Consent
Τελευταίες Ειδήσεις

Ανακοινωθέντα

20-06-2023 11:43

Ομιλία του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ. Σάββα Α. Αγγελίδη στο εναρκτήριο Συνέδριο της Ακαδημίας της Νομικής Υπηρεσίας

Ομιλία με θέμα «Δημόσιο συμφέρον και άσκηση ποινικών διώξεων»

Με την εντύπωση που επικρατεί στην κοινωνία και στην ουσία δυστυχώς καλλιεργείται συνειδητά από κάποιους, η ομιλία μου θα μπορούσε να τέλειωνε πριν αρχίσει.  Απλά θα σας έλεγα ότι λόγω δημοσίου συμφέροντος δεν θα σας πω οτιδήποτε.

Είναι γεγονός ότι θέματα που αφορούν ποινικές διώξεις, έχουν το δικό τους ενδιαφέρον και ο καθένας, αναλόγως εάν επηρεάζεται ή όχι, το αντιμετωπίζει από τη δική του σκοπιά.  Είναι γι’ αυτό τον λόγο που κάνει ακόμη πιο δύσκολη και περίπλοκη την εργασία ενός δημόσιου κατήγορου.

Θα επιχειρήσω να σκιαγραφήσω αρχικά τη διαδικασία που ακολουθούμε για να αποφασίσουμε για προώθηση μίας ποινικής δίωξης, αναφέροντας τις βασικές αρχές και μετά τα κριτήρια που εφαρμόζουμε. 

Ithasneverbeentheruleinthiscountry - andIhopeitneverwillbe - thatsuspectedcriminaloffencesmustautomaticallybethesubjectofprosecution» (Ποτέ δεν ήταν ο κανόνας σε αυτή τη χώρα - και ελπίζω ότι ουδέποτε θα είναι - ότι πράξεις που είναι ενδεχόμενο να αποτελούν ποινικά αδικήματα πρέπει αυτόματα να προσάγονται στο Δικαστήριο). Με αυτήν τη δήλωση, ενώπιον του Αγγλικού Κοινοβουλίου, το 1951, ο Lord Shawcross, ο οποίος ήταν τότε Γενικός Εισαγγελέας της Μεγάλης Βρετανίας, αποτύπωσε και διακήρυξε την έννοια του δημόσιου συμφέροντος στην άσκηση των ποινικών διώξεων, η οποία διαπνέει και χαρακτηρίζει τα κοινοδικαιικά συστήματα δικαίου. 

Σε αντίθεση με την αρχή της νομιμότητας (legality principle) που ισχύει ή καλύτερα ίσχυε, όπως θα καταδειχθεί κατωτέρω, κυρίως σε συστήματα βασισμένα στο Ηπειρωτικό Δίκαιο και ορίζει ότι η επάρκεια της μαρτυρίας είναι ο μόνος παράγοντας που λαμβάνεται υπόψη στην άσκηση ποινικών διώξεων, η αρχή της σκοπιμότητας (opportunity principle) υποστηρίζει ότι η ύπαρξη και μόνο μαρτυρίας διάπραξης ενός αδικήματος δεν πρέπει να οδηγεί αυτόματα σε ποινική δίωξη. Αντίθετα, απαιτείται να συντρέχει και μία δεύτερη προϋπόθεση, δηλαδή η δίωξη να είναι αναγκαία για το δημόσιο συμφέρον ή να μην βλάπτει το δημόσιο συμφέρον.

Σταδιακά, όμως, ακόμα και τα πιο αυστηρά ηπειρωτικά συστήματα ποινικών διώξεων, υιοθέτησαν σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό την αρχή της σκοπιμότητας, τόσο για πρακτικούς λόγους, λόγους οικονομίας της δίκης, αποσυμφόρησης του δικαστικού συστήματος και της δικαστικής ύλης, επιτάχυνσης των διαδικασιών, αλλά και για λόγους ουσίας και αλλαγής ή τροποποίησης της φιλοσοφίας που διέπει την άσκηση ποινικής δίωξης.

Ως προς το πρώτο, κατέστη σταδιακά αντιληπτό ότι η αυστηρή εφαρμογή της αρχής της νομιμότητας ειδικά ως προς την εξέταση των μικρής απαξίας υποθέσεων από τα ποινικά δικαστήρια, οδηγούσε σε έναν κατακλυσμό των ποινικών δικαστηρίων με μικροϋποθέσεις ήσσονος σημασίας, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται σημαντικά η ποιότητα και η διάρκεια διερεύνησης υποθέσεων βαρύτερης εγκληματικότητας. Το βαρυφορτωμένο δικαστικό σύστημα οδηγείτο σε τέλμα και δεν εξυπηρετούσε την ουσιαστική απονομή της δικαιοσύνης.

Και για λόγους ουσίας, όμως,  έγινε αποδεκτό ότι πρέπει να παρέχεται σε κάποιες περιπτώσεις η δυνατότητα εκτίμησης της σκοπιμότητας κίνησης της ποινικής δίωξης. Η αρχή της σκοπιμότητας έγινε αντιληπτό ότι συναρτάται, μεταξύ άλλων, και με την προάσπιση της αρχής της αναλογικότητας, με την έννοια της αποφυγής άσκησης ποινικής δίωξης, όταν η κοινωνική βλάβη που θα προκαλούσε η προσήλωση στην πάση θυσία άσκηση της ποινικής δίωξης για την οποιαδήποτε παραβίαση ποινικής διάταξης θα ήταν μεγαλύτερη από την κοινωνική ωφέλεια που αυτή θα επέφερε. Η κατάληξη του κατά πόσο μία ποινική δίωξη  είναι εν τέλει δίκαια και επωφελής προϋποθέτει αξιολόγηση και εκτίμηση μίας σειράς παραγόντων που εκφεύγουν του γράμματος της συγκεκριμένης ποινικής διάταξης και εμπερικλείονται στην έννοια αυτού που ονομάζουμε ευρύτερο δημόσιο συμφέρον.

Η απόφαση για ποινική δίωξη αναμφίβολα αποτελεί μία εξαιρετικής σοβαρότητας απόφαση.  Επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τόσο το ατομικό συμφέρον όσο και το δημόσιο συμφέρον.  Είναι γι’ αυτό το λόγο που όταν έχουμε ενώπιόν μας ένα αστυνομικό ή ποινικό φάκελο και καλούμαστε να αποφασίσουμε κατά πόσο η συγκεκριμένη υπόθεση πρέπει να οδηγηθεί ενώπιον ποινικού δικαστηρίου, εξετάζουμε δύο παράγοντες: Πρώτον κατά πόσο υπάρχει η αναγκαία μαρτυρία για δίωξη και δεύτερον κατά πόσο η δίωξη εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον.  Αυτή η αξιολόγηση γίνεται από άρτια εξειδικευμένο προσωπικό, λειτουργούς στον Ποινικό Τομέα της Νομικής Υπηρεσίας, έχοντας την ικανότητα, την εμπειρία, τη νομική κατάρτιση αλλά και «ευσπλαχνία» ή «συμπόνια». 

Το δημόσιο συμφέρον πρέπει να κρίνεται σε κάθε περίπτωση, στην οποία υπάρχει ικανοποιητική μαρτυρία για δίωξη, όταν δηλαδή ικανοποιηθεί ο πρώτος παράγοντας ή στάδιο αξιολόγησης, γιατί καμία δίωξη, όσο σοβαρή και να είναι μία υπόθεση, δεν δικαιολογείται εάν δεν υπάρχει η αναγκαία μαρτυρία για αυτήν.  Άρα, αρχικά εξετάζουμε με κάθε προσοχή, μελετώντας το μαρτυρικό υλικό και εάν με βάση αυτό ικανοποιούνται τα συστατικά στοιχεία των σχετικών υπό διερεύνηση αδικημάτων και στην ουσία προκύπτει ότι με βάση αποδεκτή μαρτυρία υπάρχει λογική προοπτική για καταδίκη του κατηγορούμενου, τότε κρίνουμε ότι ικανοποιείται το πρώτο στάδιο.  Πολλές φορές δίνονται οδηγίες για περαιτέρω διερεύνηση για διευκρίνιση κάποιας μαρτυρίας.

Εάν, λοιπόν, το πρώτο στάδιο ικανοποιηθεί, αξιολογείται κατά πόσο η δίωξη είναι προς το δημόσιο συμφέρον. Κατά κανόνα, εφόσον υπάρχει μαρτυρία και ιδιαίτερα εάν πρόκειται για σοβαρή υπόθεση, θα πρέπει να ασκείται ποινική δίωξη, εκτός αν υπάρχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος που υπαγορεύουν τη μη δίωξη, οι οποίοι έκδηλα υπερακοντίζουν εκείνους που υποστηρίζουν τη δίωξη.

Οι παράγοντες που συνηγορούν υπέρ μίας δίωξης και αυτοί που υπαγορεύουν τη μη δίωξη πρέπει να ισοζυγίζονται προσεκτικά και δίκαια. Οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επηρεάζουν την απόφαση για δίωξη συνήθως εδράζονται στη σοβαρότητα του αδικήματος ή στις προσωπικές περιστάσεις του υπόπτου, αλλά αρκετά συχνά άπτονται και άλλων, γενικότερων ζητημάτων, όπως η έξαρση της συγκεκριμένης εγκληματικότητας, παράγοντες που αφορούν το φόρτο εργασίας των δικαστηρίων, τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, την προστασία απόρρητων πληροφοριών μίας υπηρεσίας ή του κράτους, τις διεθνείς σχέσεις της χώρας, ακόμα και την ίδια την ασφάλεια του κράτους. Κάποιοι παράγοντες μπορεί να αυξάνουν την ανάγκη για δίωξη, αλλά κάποιοι άλλοι δυνατόν να υποστηρίζουν ότι η αποφυγή ποινικής δίωξης ή μια διαφορετική μεταχείριση, θα ήταν μία σοφότερη επιλογή υπό τις περιστάσεις.  Όπως για παράδειγμα η παραπομπή του κατηγορούμενου σε ειδικό πρόγραμμα απεξάρτησης ή ψυχιατρική ή ψυχολογική υποστήριξη ή οποιαδήποτε άλλη θεραπευτική ή συμβουλευτική αγωγή από ειδικούς.

Για εμάς δεν είναι επιλογή η αιτιολόγηση, να προχωρούμε σε δίωξη και ας αποφασίσει το Δικαστήριο. Είναι αυτονόητο ότι είναι το Δικαστήριο που αποφασίζει όταν έχει ενώπιόν του μία υπόθεση.  Αλλά ο ρόλος ο δικός μας στα πλαίσια απονομής της δικαιοσύνης δεν είναι ο ρόλος ενός ταχυδρόμου, που απλά μεταφέρει τον αστυνομικό φάκελο με τις όποιες εισηγήσεις των ανακριτών, με κάθε σεβασμό στους ανακριτές, ενώπιον Δικαστηρίου.  Έχουμε συνταγματική υποχρέωση αλλά και καθήκον προς την κοινωνία και το σύστημα δικαιοσύνης, να αξιολογούμε με κάθε επαγγελματισμό και σοβαρότητα τα κριτήρια που αναφέρω στα δύο στάδια.  Εδώ σημειώνω επίσης ότι μέλημά μας είναι σίγουρα η διασφάλιση των δικαιωμάτων των θυμάτων αλλά ξεκαθαρίζω ότι προτεραιότητα μας είναι η προστασία όλης της κοινωνίας.  Δεν δρούμε με βάση τα ιδιωτικά συμφέροντα του θύματος, π.χ. το θύμα νιώθει πολύ έντονα ότι ο δράστης πρέπει να τιμωρηθεί.  Εάν όμως είναι ένα αδίκημα μη σοβαρό και είναι ανήλικος ο κατηγορούμενος και συνεργάστηκε και δεν έχει προηγούμενα, ίσως να δικαιολογείται να μην διωχθεί.  Την ίδια στιγμή, έχει περιπτώσεις που το θύμα αποζημιώθηκε και αποσύρει παράπονο, αλλά ο κατηγορούμενος είναι επιρρεπής στη διάπραξη αδικημάτων.  Εμείς πρέπει να προστατέψουμε την κοινωνία συνεχίζοντας τη δίωξη, νοουμένου ότι έχουμε άλλη διαθέσιμη μαρτυρία. 

Στη συνέχεια θα αναφερθώ σε ορισμένους συνήθεις παράγοντες, οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη, κάτω από την έννοια του δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι όμως, εν πάση περιπτώσει, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως εξαντλητικοί. Οι παράγοντες που επηρεάζουν και καθορίζουν την άσκηση ποινικής δίωξης εξαρτώνται από τα γεγονότα στην κάθε υπόθεση ξεχωριστά και αξιολογούνται σφαιρικά.

Λόγοι που έχουν να κάνουν με το ίδιο το αδίκημα

-             Η σοβαρότητα του αδικήματος ή αντίθετα το γεγονός ότι το αδίκημα είναι ήσσονος σημασίας

-             Η ζημιά που προκάλεσε το αδίκημα

-             Η συχνότητα διάπραξης του αδικήματος τη συγκεκριμένη περίοδο και η ανάγκη αποτροπής

 

 Λόγοι που έχουν να κάνουν με τον κατηγορούμενο

-             Ο βαθμός υπαιτιότητας και ανάμειξης  του κατηγορουμένου

-             Λόγοι με βάση τους οποίους πιστεύεται ότι το αδίκημα είναι ενδεχόμενο να συνεχίσει ή να επαναληφθεί

-             Το προηγούμενο ποινικό μητρώο του κατηγορουμένου

-             Η ηλικία, η υγειά, η οικογενειακή κατάσταση, ο βαθμός ωριμότητας

-             Η παραδοχή και η προθυμία να συνεργαστεί με τις αρχές

-             Το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος αποκατέστησε πλήρως τη βλάβη ή ζημιά που προκάλεσε.  Νοείται ότι αυτό από μόνο του δεν είναι λόγος έτσι ώστε να μην διώκεται. 

-             Η ανάγκη να καταθέσει ο κατηγορούμενος εναντίον άλλων πιο σοβαρά εμπλεκόμενων στην παράνομη δραστηριότητα κατηγορουμένων ή η συνεργασία του κατηγορούμενου με τις διωκτικές αρχές στα πλαίσια πληροφοριών και εξιχνίασης άλλων σοβαρότερων υποθέσεων.

 

Λόγοι που έχουν να κάνουν με το θύμα

-             Η επιθυμία του θύματος να προχωρήσει ή όχι η ποινική δίωξη και πιθανή συμφιλίωση του με το δράστη σε περιπτώσεις μικροαδικημάτων

-             Η πιθανότητα η δίωξη να έχει επιβλαβή αποτελέσματα στη φυσική ή πνευματική κατάσταση του θύματος, έχοντας όμως πάντα υπόψη τη σοβαρότητα του αδικήματος και καθοδήγηση από εμπειρογνώμονες. 

-             Το θύμα του αδικήματος ήταν ευάλωτο, υπέστη εκφοβισμό ή προσωπική επίθεση, βλάβη ή ενόχληση

 

Λόγοι που έχουν να κάνουν με την επιβολή ποινής – ή άλλης τιμωρίας του παραβάτη

-             Το Δικαστήριο είναι ενδεχόμενο να επιβάλει μόνο ονομαστική ποινή

-             Στον κατηγορούμενο έχει ήδη επιβληθεί ποινή και οποιαδήποτε περαιτέρω καταδίκη είναι απίθανο να οδηγήσει στην επιβολή πρόσθετης ποινής, εκτός αν η φύση του αδικήματος είναι τέτοια που να ενδείκνυται η δίωξη

-             Ύπαρξη εναλλακτικών τρόπων μεταχείρισης του παραβάτη, όπως π.χ. τώρα με τον νέο νόμο για μεταχείριση των νεαρών παραβατών ή η πειθαρχική αντιμετώπιση ενός κατηγορούμενου.

 

Άλλοι λόγοι

-       Η καθυστέρηση μεταξύ της διάπραξης του αδικήματος και της ημερομηνίας διεξαγωγής της δίκης, λαμβανομένων υπόψη των ακολούθων:

(i)     τη σοβαρότητα του αδικήματος

(ii)    εάν η καθυστέρηση προκλήθηκε εν μέρει από τον κατηγορούμενο,

(iii)    εάν η αποκάλυψη του αδικήματος έγινε πρόσφατα, και

(iv)   εάν η πολυπλοκότητα του αδικήματος απαίτησε μακρά διερεύνηση∙

-             Λόγοι υπερφόρτωσης ή στοχευμένης αποσυμφόρησης του συστήματος απονομής της Δικαιοσύνης

-             Λόγοι προστασίας πηγών πληροφοριών, απόρρητων θεμάτων του κράτους, θεμάτων εθνικής ασφαλείας κλπ.

-             Σχέσεις της Δημοκρατίας με άλλα κράτη

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η απόφαση κατά πόσο υφίσταται ή όχι δημόσιο συμφέρον, δεν είναι απλώς ένα μηχανιστικό θέμα πρόσθεσης του αριθμού των παραγόντων που συνηγορούν προς συγκεκριμένη κατεύθυνση. Θα πρέπει να αποφασιστεί πόσο σημαντικός είναι κάθε παράγοντας υπό τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης και, στη συνέχεια, να γίνει γενική και σφαιρική εκτίμηση όλων των παραγόντων. Η πράξη έχει καταδείξει ότι καμία υπόθεση δεν είναι όμοια με κάποια άλλη και κάποιες φορές ένας παράγοντας που σε κάποια υπόθεση δεν υπήρξε σημαντικός, σε κάποια άλλη περίπτωση, συνδυαστικά με κάποιον άλλον, κατέστη καταλυτικός.

Δημοσιοποίηση λόγων δημοσίου συμφέροντος

Αναφορικά με τη δημοσιοποίηση των λόγων δημοσίου συμφέροντος, πρέπει να σημειωθεί ότι ακόμα και σε χώρες που είναι υποχρεωτική η λογοδοσία για την άσκηση ή μη ποινικής δίωξης, δεν επιβάλλεται να δημοσιοποιούνται όλοι οι λόγοι που αφορούν στην άσκηση ποινικής δίωξης, γιατί αυτό μπορεί να παραβλάψει ανεπανόρθωτα το δημόσιο συμφέρον ή τα δικαιώματα άλλων προσώπων.  Αυτό που εφαρμόζουμε στη Νομική Υπηρεσία, παρόλο που η εξουσία του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας είναι ανέλεγκτη, ασκείται πάντα με κριτήριο το δίκαιο και βασίζεται σε επαρκή  αιτιολογία και πολύ προσεχτική αξιολόγηση.  Στο φάκελο της κάθε ποινικής υπόθεσης επεξηγείται αναλυτικά η απόφαση, οι παράγοντες και οι λόγοι που οδήγησαν στη συγκριμένη κατάληξη κάθε φορά ή παραπέμπουμε στους λόγους ενός αιτήματος που είναι δικαιολογημένο.  Στη συντριπτική δε πλειοψηφία των περιπτώσεων, δίδονται οι απαιτούμενες εξηγήσεις τόσο στο δικαστήριο, στο θύμα ή στον παραπονούμενο, ακόμα και  δημόσια, όταν και στο μέτρο που αυτό είναι εφικτό και δεν θέτει σε κίνδυνο άλλα συμφέροντα.

Κάποιες φορές οι λόγοι για τους οποίους δεν ασκείται μία ποινική δίωξη είναι τόσο σοβαροί που η αποκάλυψη τους θα επέφερε την ίδια ζημιά, η οποία επιδιώχθηκε να αποφευχθεί με τη μη άσκηση ποινικής δίωξης στη συγκεκριμένη υπόθεση. Η εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος ενίοτε προϋποθέτει αναγκαστικά την εμπιστευτικότητα και την αποφυγή δημόσιων δηλώσεων. Αυτό δεν είναι κάτι που ισχύει μόνο στη χώρα μας, αλλά ένα δεδομένο που ισχύει σε κάθε σύστημα δικαίου και δη ποινικών διώξεων είτε με τη μια μορφή είτε με την άλλη.  

Θα ήταν πολύ εύκολο, κάποιες φορές, να παρασυρόμασταν σε λαϊκίστικες προσεγγίσεις, ανάλογα με το τι  η λαϊκή γνώμη πιστεύει και απαιτεί κάθε φορά και είτε να αποφασίζαμε ποινικές διώξεις με βάση το λεγόμενο περί δικαίου αίσθημα είτε και να ανταποκρινόμασταν άκριτα στα αιτήματα για δημόσια συζήτηση θεμάτων που άπτονται ευαίσθητων ζητημάτων μίας ποινικής δίωξης. Πολύ συχνά το δημόσιο συμφέρον συγχέεται με το τρέχον λαϊκό αίσθημα, αλλά οι δύο έννοιες είναι σαφώς διακριτές. Η έννοια του δημοσίου συμφέροντος στις ποινικές διώξεις σαφώς και εμπερικλείει και πτυχές που αφορούν τη δημόσια γνώμη και άποψη, αλλά περιλαμβάνει πολύ περισσότερες και σύνθετες πτυχές, όπως εξηγήθηκε αμέσως προηγουμένως, οι οποίες δεν είναι όλες δεκτικές στη δημόσια έκθεση και συζήτηση. Αντίθετα αρκετές φορές η δημόσια συζήτηση τους μπορεί να αποβεί εξαιρετικά επικίνδυνη και ενδεχομένως καταστροφική για την ουσιαστική απονομή της δικαιοσύνης.  Εν όψει, συνεπώς, του διλήμματος λαϊκό αίσθημα ή δημόσιο συμφέρον, όταν τα δύο δεν μπορούν να συγκεραστούν, ύψιστο καθήκον και υποχρέωση μας και συνάμα συνταγματική επιταγή,  είναι να εξυπηρετείται το δεύτερο, ακόμα και όταν εξεγείρεται το πρώτο, ακόμη και όταν αυτό εξυπακούει έκθεση σε κίνδυνο, άδικη κριτική και πολλές φορές δημιουργία καχυποψίας και μεμψιμοιριών. 

Δυστυχώς αυτή η καχυποψία και μεμψιμοιρίες διατυπώνονται σήμερα με διάφορες μορφές.  Διαχρονικά ήταν η κριτική μέσω αρθρογραφίας σε εφημερίδες, επώνυμα και με κάποια τεκμηρίωση.  Ακολούθησε η κριτική και πάλι επώνυμα από διάφορα μέσα μαζικής ενημέρωσης και εν τέλει εξελίσσεται μέσω ανώνυμων λογαριασμών σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης.  Εκεί αντιλαμβάνεσαι πλέον ότι η κριτική έχει μετατραπεί σε διάδοση ψευδών ειδήσεων, ανυπόστατα γεγονότα και ισχυρισμούς και ανήθικους χαρακτηρισμούς και συμπεράσματα. 

Έχοντας υπόψη μία ολοκληρωμένη εικόνα για κάθε υπόθεση, πιστέψτε το ότι αυτές οι αναρτήσεις που βλέπουμε σε καθημερινή βάση πλέον, δεν είναι το αποτέλεσμα της μη δημοσιοποίησης λόγων μίας απόφασής μας, που βασίζεται στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος σε μία υπόθεση.  Πίσω από την κάθε μία κρύβεται το μικρό συμφέρον αυτού που επηρεάζεται και/ή αλλότρια κίνητρα που μόνο ζημιά επιδιώκουν να προκαλέσουν στην κοινωνία μας.  Αυτή η νέα τάξη πραγμάτων θα πρέπει να μας προβληματίσει όλους ως κοινωνία.

Η κοινωνία δεν αντιλαμβάνεται τα συμφέροντα ή κίνητρα που κρύβονται πίσω από αυτούς τους ανώνυμους ή επώνυμους λογαριασμούς και δημιουργεί μία πίεση που σκοπό έχει στο τέλος της ημέρας να εξυπηρετήσει αλλότριους σκοπούς.  Αποκορύφωμα αυτού είναι η εργαλειοποίηση αρχών που κατά τα άλλα θα έπρεπε να συμβάλουν στη διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος και όχι να λαϊκίζουν στη βάση λανθασμένων ή κακόπιστων ή αλλότριων κινήτρων.  Δικό μας μέλημα ως δημόσιοι κατήγοροι, και μιλώ για  όλους τους λειτουργούς μας, είναι πάντοτε να διατηρούμε το ισοζύγιο που πρέπει να υπάρχει.  Σε αυτό το σημείο θέλω ακόμη μία φορά να ευχαριστήσω όλους τους λειτουργούς του Ποινικού Τομέα και την προϊστάμενη Εισαγγελέα του Ποινικού Τομέα κα Έλενα Κλεόπα, γιατί έχουμε την τύχη και προνόμιο τόσο ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας όσο και εγώ να συνεργαζόμαστε με αυτούς.  Είναι αφοσιωμένοι, προσηλωμένοι, ικανοί, έμπειροι και με ευλάβεια εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον.  Η κάθε δυνατή προσπάθειά μας θα πρέπει να είναι να αποδίδουμε τους λόγους και να επιχειρούμε με πράξεις να επιβεβαιώνουμε ότι όλα γίνονται καλόπιστα και ΝΑΙ, εξυπηρετώντας στο τέλος της ημέρας ουσιαστικά το δημόσιο συμφέρον και όχι τον άκρατο λαϊκισμό. 

Κλείνοντας, θέλω να τονίσω ότι χαιρετίζουμε την όποια καλόπιστη κριτική, την όποια διαφωνία σε αποφάσεις μας. Με αυτά γινόμαστε καλύτεροι για να εξυπηρετούμε το δημόσιο συμφέρον.  Αλλά δεν θα παραμείνουμε απαθείς και απλοί θεατές όταν η ακεραιότητά μας και η ανεξαρτησία μας δέχεται ανήθικες επιθέσεις, οι οποίες μοναδικό σκοπό έχουν να χαθεί η εμπιστοσύνη του κοινού προς τον θεσμό του Γενικού Εισαγγελέα και δύναται να εκληφθούν ως μέτρα απειλής και εκφοβισμού στο να πράξουμε το καθήκον μας. Να είστε σίγουροι ότι στο τέλος της ημέρας και για προστασία του δημοσίου συμφέροντος, θα ελεγχθούν όσοι άδικα και χωρίς καμία μαρτυρία μας κατηγορούν για πράξεις που κατά τα άλλα ταχθήκαμε να καταπολεμήσουμε εντός της νομιμότητας. 

Προτού κλείσω, να μου επιτρέψετε να συγχαρώ και εγώ με τη σειρά μου τους ανθρώπους που συνέβαλαν στη δημιουργία της νεοσύστασης Ακαδημίας της Νομικής Υπηρεσίας αλλά και όλους όσοι συνέδραμαν στη διοργάνωση του παρόντος συνεδρίου.  Εύχομαι καλή συνέχεια και είμαι σίγουρος ότι το έργο της Ακαδημίας θα προσδώσει επιπρόσθετη αξία στην όλη προσπάθειά μας ως Νομική Υπηρεσία για καλύτερη απονομή της δικαιοσύνης και θα προσφέρει τα μέγιστα στην καθημερινότητα, τόσο προς τους λειτουργούς της Νομικής Υπηρεσίας όσο και προς όλους τους δημόσιους υπαλλήλους.

(ΜΛ)

Σχετικά Ανακοινωθέντα