04-11-2019 15:44
Τοποθέτηση Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού κας Δέσπως Μιχαηλίδου για δημοσιεύματα για την ανάθεση συνοδών σε παιδιά που λαμβάνουν Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση
Έντονο προβληματισμό δημιουργεί το γεγονός ότι δύο μήνες μετά την έναρξη της σχολικής χρονιάς, υπάρχουν ακόμη εκκρεμότητες σε σχέση με το πλαίσιο φοίτησης παιδιών που λαμβάνουν Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Τα δημοσιεύματα αποτυπώνουν ένα ευρύτερο κλίμα δυσπιστίας ή/και καχυποψίας των γονέων απέναντι στις διαδικασίες και τα χρονοδιαγράμματα που ακολουθεί το Υπουργείο Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας (ΥΠΠΑΝ) και, συγκεκριμένα, οι Επαρχιακές Επιτροπές Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης (ΕΕΕΑΕ), σε σχέση με τη λήψη και την υλοποίηση της απόφασης για ανάθεση συνοδού σε παιδιά που λαμβάνουν ειδική αγωγή και εκπαίδευση. Παράλληλα, το ΥΠΠΑΝ, φαίνεται να επιρρίπτει ευθύνες στους γονείς για την άρνησή τους να συμμορφωθούν με τις αποφάσεις των ΕΕΕΑΕ και, ειδικότερα, να καταδικάζει τη στάση μερίδας γονέων οι οποίοι επιβάλλουν στο παιδί τους την αποχή από την εκπαίδευση, μέχρι να ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους.
Υπενθυμίζω την πάγια θέση του θεσμού της Επιτρόπου ότι, η πλήρης απουσία νομοθετικής ρύθμισης του ειδικού θέματος της ανάθεσης σχολικών βοηθών/συνοδών, παράλληλα με τη διαρχία που παρατηρείται, ως προς την αρμόδια Αρχή (ΥΠΠΑΝ και Σχολικές Εφορείες), όχι μόνο δεν υποβοηθούν την επίτευξη του τελικού στόχου, που είναι η παροχή στήριξης στα παιδιά αυτά, ούτως ώστε, να τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης στο εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά δημιουργούν περαιτέρω πρακτικά και άλλα προβλήματα, όπως αυτά αναδεικνύονται από τα ΜΜΕ. Οι αποφάσεις για ανάθεση συνοδών λαμβάνονται από τις ΕΕΕΑΕ, χωρίς καμία αναφορά στα προσόντα που θα πρέπει να έχει κάθε συνοδός για την εξυπηρέτηση των αναγκών του συγκεκριμένου παιδιού, ενώ, στη συνέχεια αναμένεται από τις οικείες Σχολικές Εφορείες να υλοποιήσουν τις αποφάσεις στη βάση γενικών και ασαφών διαδικασιών και καθηκόντων. Δυστυχώς, αποδεδειγμένα, αυτή η προσέγγιση αδυνατεί να ανταποκριθεί επαρκώς στις συνολικές εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών, και δεν δημιουργεί τις απαραίτητες συνθήκες πλήρους ενσωμάτωσης αυτών των παιδιών στο γενικό εκπαιδευτικό σύστημα. Επιπλέον, αυτή η προσέγγιση ενισχύει το αίσθημα της δυσπιστίας και της ανασφάλειας στους γονείς, δημιουργώντας υποψίες ότι, η αρμόδια Αρχή ενδεχομένως να ενεργεί σύμφωνα με ένα ευρύτερο πρόσταγμα ανακατανομής των πόρων, αλλά όχι με πρώτιστο κριτήριο τις εξειδικευμένες ανάγκες κάθε παιδιού και στη βάση πρωταρχικά του συμφέροντός του. Νοείται ότι, η μεγάλη καθυστέρηση στη λήψη της τελικής απόφασης, που διαπιστώνεται σε κάποιες περιπτώσεις, αναπόφευκτα οδηγεί σε αναστάτωση, δηλητηριάζει τις σχέσεις των εμπλεκομένων και δεν δημιουργεί κλίμα εμπιστοσύνης.
Παράλληλα, προκαλεί προβληματισμό η προσέγγιση των γονέων να επιβάλλουν, ως μοχλό πίεσης, την αποχή του παιδιού τους από την εκπαίδευση, μέχρι να ικανοποιηθεί το αίτημά τους από την αρμόδια Αρχή, γεγονός, όμως, που δημιουργεί σύγχυση και στα ίδια τα παιδιά, τα οποία εξαναγκάζονται να αντιμετωπίσουν την παρεχόμενη εκπαίδευση με προκατάληψη και αμφισβήτηση, πέραν του γεγονότος ότι, επιστρέφοντας στο σχολείο, καλούνται να αντιμετωπίσουν σοβαρά ζητήματα ενσωμάτωσης και προσαρμογής.
Η επιμονή αρκετών γονέων στη διεκδίκηση αποκλειστικής συνοδού αποτελεί ένα διαχρονικό προβληματισμό, λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι, μια μεγάλη μερίδα κυρίως ιδιωτών γιατρών ή/και ιδιωτών ψυχολόγων υποδεικνύουν την ανάγκη για ανάθεση «ατομικής συνοδού», χωρίς όμως οι υποδείξεις των ειδικών να είναι δεσμευτικές για τις ΕΕΕΑΕ. Επιπλέον, είναι προβληματικό το γεγονός ότι οι αποφάσεις των ΕΕΕΑΕ είναι, συνήθως, υπερβολικά συνοπτικές, γενικές, αόριστες και ασαφείς, ενώ θα έπρεπε να καθορίζουν με λεπτομέρεια ή/και με ικανοποιητική τεκμηρίωση, τα συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει να εφαρμοστούν για το συγκεκριμένο παιδί.
Ως εκ τούτου, θεωρώ επιβεβλημένη την άμεση ρύθμιση του ζητήματος ως εξής:
Ας αναλογιστούν όλοι τις ευθύνες τους και ας συνδράμουμε όλοι προς την οικοδόμηση μιας κοινωνίας, όπου κάθε παιδί να απολαμβάνει υψηλής ποιότητας εκπαίδευση και να συμμετέχει ενεργά ως ισότιμος πολίτης σε ό,τι το αφορά.
(ΕΚ/ΕΙ)
Σχετικά Ανακοινωθέντα