Cookies management by TermsFeed Cookie Consent
Τελευταίες Ειδήσεις

Ανακοινωθέντα

10-02-2023 08:30

Χαιρετισμος του Υπουργού Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας κ. Πρόδρομου Προδρόμου στην εκδηλωση για την Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας στην Ακαδημία Αθηνών

Ελάχιστοι μας διαβάζουν, γράφει ο Κώστας Μόντης ένας από τους κορυφαίος Έλληνες ποιητές της Κύπρου…

«Ελάχιστοι μας διαβάζουν, ελάχιστοι ξέρουν τη γλώσσα μας, μένουμε αδικαίωτοι και αχειροκρότητοι σ’ αυτή τη μακρινή γωνιά, όμως αντισταθμίζει που γράφουμε Ελληνικά» 

Η συνείδηση του ποιητή για τη μοναδική αξία της γλώσσας μας: γράφουμε και μιλάμε Ελληνικά…

Συνείδηση, που είναι είδηση διαχρονική. Εδώ και σχεδόν τέσσερις χιλιάδες χρόνια μιλάμε Ελληνικά. Έχουμε το προνόμιο να λέμε τον ουρανό «ουρανό» και τη θάλασσα «θάλασσα», όπως έλεγαν κι ο Όμηρος κι ο Πλάτωνας πριν δυόμιση χιλιάδες χρόνια, μας έχει υποδείξει ο Οδυσσέας Ελύτης.

Αυτή τη μακρόχρονη πορεία συλλογικής δημιουργίας και την απαντοχή και συνέχεια μαρτυρά και φωνάζει ακόμα η κυπριακή διάλεκτος, το ιδίωμα της Κύπρου, που διατηρεί γλωσσικές μορφές απαράλλακτες, κατ’ ευθείαν βγαλμένες μέσα από το βάθος των λαλούντων αιώνων της.

Προσέρχομαι σήμερα με συγκίνηση και με δέος, ομολογώ, στην Ακαδημία Αθηνών, σε αυτή τη σεμνή αλλά και τόσα σημαίνουσα εκδήλωση που οργανώνουμε από κοινού η Ακαδημία, τα Υπουργεία Παιδείας Ελλάδας και Κύπρου και το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, και φέρνω είδησιν ελληνικήν των άκρων. Είδηση που λέει ότι συντυχάνουμε πάντα ελληνικά. Με αυτή την ιδιωματική μορφή -«συντυχάνουμε» για το «μιλάμε»- μετέχουμε στο Ελληνικό πρώτα απ’ όλα με τη λαλιά και τη γραφή μας. 

Μιλώντας σήμερα για την Ελληνική Γλώσσα πρέπει να αναφέρω ένα σημαντικό θετικό βήμα που κάναμε πρόσφατα, τον περασμένο Ιούνιο, τα δυο Υπουργεία, Παιδείας και Θρησκευμάτων της Ελλάδας και Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας της Κύπρου, υπογράφοντας Μνημόνιο Συναντίληψης στον Τομέα της Ελληνομάθειας. Μνημονεύω με την ευκαιρία τις μακροχρόνιες προσπάθειες, γεμάτες έγνοια και φροντίδα, του αείμνηστου καθηγητή Ιωάννη Καζάζη, που εν τέλει ευοδώθηκαν με το Μνημόνιο Συνεργασίας στον Τομέα της Ελληνομάθειας -αλλά εκείνος τη στιγμή εκείνη δεν ήταν πια μαζί μας. Με την υιοθέτηση μέσω αυτής της συμφωνίας των διαδικασιών και προδιαγραφών πιστοποίησης της γνώσης της ελληνικής γλώσσας από το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας και τη συμφωνία για μια σειρά παρεμφερών δραστηριοτήτων για την προώθηση της Ελληνομάθειας, δίνονται νέες προοπτικές στη διδασκαλία της γλώσσας μας, τόσο στην Κύπρο, όσο και στους ομογενείς μας διεθνώς.

Επισημαίνω, συναφώς, ότι η σημερινή εκδήλωση αποτελεί και αναγνώριση και απόδοση τιμής από την πολιτική και πνευματική ηγεσία της Ελλάδας και της Κύπρου στην Ελληνική γλώσσα που για χιλιάδες χρόνια είναι ο κύριος αρμός πολιτιστικής ταυτότητας του Ελληνισμού και στους σύγχρονους καιρούς συνέχει το ελληνικό έθνος.

Θεωρώ όμως ακόμα αυτό τον κοινό εορτασμό των δυο υπουργείων και ως δείγμα της συνεργασίας ανάμεσα στις δυο πολιτείες. Αγαστής συνεργασίας, που στις μέρες μας αναδεικνύεται όσο ποτέ στενότερη και ανταποκρίνεται στις σχέσεις του κυπριακού με τον μητροπολιτικό ελληνισμό. Ενώ θα πρέπει να θεωρηθεί και ως μαρτυρία των ακατάλυτων δεσμών που, από τους αρχαίους χρόνους, παλαιόθεν και ως τώρα και πάντα, ενώνουν τον ελληνικό κόσμο και οδηγούν τα δυο κράτη μας, Κύπρο και Ελλάδα, σε κοινή εθνική πορεία.

Αυτούς τους ακατάλυτους δεσμούς μπορούμε να τους αναζητήσουμε ήδη στον 4ο π.Χ. αιώνα. Όταν ο βασιλιάς της Σαλαμίνας της Κύπρου Ευαγόρας κατάφερε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις συστηματικές προσπάθειες των πανίσχυρων Περσών κατακτητών για αφελληνισμό των Κυπρίων, ενισχύοντας συστηματικά τους πολιτιστικούς δεσμούς με την Αθήνα. Για τον σκοπό αυτό ο Ευαγόρας έφερνε στην Κύπρο  Αθηναίους λόγιους, ανθρώπους των γραμμάτων, όπως ο Ισοκράτης ή ακόμα και θεατρικές παραστάσεις. Με τη γλώσσα και τον πολιτισμό αντιμετώπιζε ο Ευαγόρας την ξένη κατάκτηση και την αλλοτρίωση.

Ακόμα όμως και στη σύγχρονη εποχή, όταν στα χρόνια της αγγλικής αποικιακής κατοχής επιχειρήθηκε μια εξίσου συστηματική απόπειρα κυριολεκτικού προσπολιτισμού των Κυπρίων, με μεθόδευση αυτή να περάσει πρώτα μέσα από τη γλώσσα και, έπειτα, την εκπαίδευση. Έτσι ο Άγγλος Κυβερνήτης Ρόμπερτ Μπίνταλφ, στις απαρχές της αγγλοκρατίας και ενώ Άγγλος κληρικός είχε μετακληθεί στο νησί για να επιθεωρήσει τα σχολεία, ζητούσε την αντικατάσταση της Ελληνικής από την Αγγλική, δηλώνοντας ότι «διδάσκοντας τους την Αγγλική, τους ανοίγουμε την πόρτα για κάθε είδους σύγχρονης μάθησης και προόδου, αφού θα τους δώσουμε τα μέσα πρόσβασης σε κάθε κλάδο της ανθρώπινης γνώσης». Η απάντηση των Κυπρίων Ελλήνων στις επόμενες δεκαετίες και ιδιαίτερα μπροστά στη συστηματική απόπειρα του άλλου Κυβερνήτη Ρόναλτ Στορς για να εγκαθιδρύσει μια «στενά κυπριακή συνείδηση», θέτοντας υπό τον έλεγχο της αποικιακής κυβέρνησης τα σχολεία, στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, ήρθε μέσα από την προάσπιση της ελληνικής εκπαίδευσης.

Στο πλαίσιο μιας ενθουσιώδους όσο και δημιουργικής «μορφωτικής επανάστασης» (η οποία προηγήθηκε και εν πολλοίς προετοίμασε τον θρυλικό αντιαποικιακό Αγώνα της Κύπρου) μέσα από δομές εκπαιδευτικής αυτοδιοίκησης, που άλλαζε το πρόσωπο της κυπριακής κοινωνίας από το τελευταίο τεταρτημόριο του 19ου μέχρι τα μέσα περίπου του 20ου αιώνα. Σε εκείνα τα χρόνια βρέθηκαν στην Κύπρο λόγιοι, γυμνασιάρχες και πολλοί εκπαιδευτικοί από την κυρίως Ελλάδα ή ακόμα και από τον ευρύτερο Ελληνισμό -όπως από την Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης, βάζοντας θεμέλια του σύγχρονου εκπαιδευτικού οικοδομήματος. Σε ενός είδους αναβίωση της «εθνικής άμυνας» του βασιλέως Ευαγόρα. Όπως βέβαια και αντίστροφα, Κύπριοι όπως ο Κωνσταντίνος Μυριανθόπουλος, καθηγητής του Παγκυπρίου Γυμνασίου, ανέπτυσσε πρωταγωνιστικό ρόλο στην ικαριανή επανάσταση του 1912 και στη Σάμο, ως απεσταλμένος του Ίωνος Δραγούμη. Ενώ είχε και ανάθεση διοικητικών καθηκόντων από το Υπουργείο Εξωτερικών και πρωταγωνίστησε εκεί μετά την ένταξη της Ικαρίας στο ελληνικό κράτος. Ενώ από το 1893 η ελληνική κυβέρνηση αναγνώριζε ως ισότιμο εξατάξιο γυμνάσιο το Παγκύπριο Γυμνάσιο της Λευκωσίας, θέτοντας ενός είδους ορόσημο στην ελληνική εκπαίδευση στην Κύπρο.

Εστιάζω εκ νέου: η ελληνική γλώσσα, μια υπέροχη κληρονομιά. Αφού μέσα από η διαχρονική συνέχειά της έδωσε μορφή και υπόσταση, τρόπον τινά σμίλεψε το πρόσωπο του πολιτισμού και του τρόπου του Ελληνισμού. Γιατί, ως γνωστόν, η γλώσσα δεν είναι μόνο εργαλείο ή μέσο επικοινωνίας. Αλλά είναι και στοιχείο της οντολογίας μας. Ορίζει κατά τη δημοφιλή γλωσσολογική ρήση «τα όρια του κόσμου μας». Αφού η γλωσσική αγωγή καθορίζει εν πολλοίς και την πνευματική συγκρότηση του ανθρώπου. Δίνοντας, όπως θα έλεγε ο γλωσσολόγος, «το λογισμικό του νου και της γλώσσας» (Γ. Μπαμπινιώτης). Μέσα σε κοινωνίες της λόγιας και της εγγράμματης κουλτούρας, όπως θα συμπληρώναμε «κοινωνιολογούντες». Έτσι όπως φτάνει και σε εμάς ολόκληρη η δημιουργία που έρχεται μέσα από τη γραμματεία μας και τη συλλογική λαϊκή δημιουργία, με τα ρητά, τα γνωμικά κ.ο.κ. 

Μονάκριβο πολιτιστικό τιμαλφές που κάνει κι εμάς τους σύγχρονους Έλληνες εξαιρετικά πλούσιους και ευλογημένους. Ένα πολιτιστικό αγαθό που είναι μάλιστα -πρέπει να το πούμε- εξαιρετικά δημοκρατικό. Όπως μαρτυρούν δημιουργήματα ξεχωριστά της λαϊκής δημιουργικότητας μέσα από την προφορική παράδοση και το δημοτικό τραγουδι. Το κατέγραψε εξάλλου εύστοχα ο Αδαμάντιος Κοραής κάνοντας λόγο για «δημοκρατική ισότητα», αφού μετέχουμε όλοι στο «κοινό [αυτό] κτήμα»… Ένας κοινός και ανοιχτός σε όλους πολιτιστικός θησαυρός.  

Αναλογιζόμενοι, αυτήν ειδικά την Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας, τον αμύθητο πολιτιστικό θησαυρό, το πιο ξεχωριστό από τα πολιτιστικά τιμαλφή μας, προσερχόμαστε από τα δυο Υπουργεία με έγνοια και σκέψεις και προβληματισμούς για την εκπαίδευση και τη γλωσσική αγωγή στις μέρες μας. Και όπως περίπου πάντοτε συνέβαινε, από τους χρόνους εκείνους του Αδαμαντίου Κοραή, μας συνοδεύουν και ανησυχίες που εκφράζονται στην ευρύτερη κοινωνία για «γλωσσική πενία» ή και για «κακή» και «πλημμελή» ακόμα χρήση της γλώσσας μας. Ίσως, τελικά, και για «κινδύνους» και «κρίση» της γλώσσας. Νομίζω όμως πως είναι σαφές ότι αν στη σημερινή εποχή ιδιαίτερα και μέσα στο τεχνολογικό και επικοινωνιακό σύστημα που μας περιβάλλει υπάρχουν όντως αρνητικές επιρροές ή και κίνδυνοι, δεν είναι αυτή καθαυτή η γλώσσα μας που κινδυνεύει. Για να ακριβολογούμε, ελλείψεις ή αδυναμίες που εντοπίζονται, είναι εμείς, οι άνθρωποι που εμφανίζουμε. Όχι η γλώσσα. Αυτό όμως, τη γλωσσική παιδεία, είναι κάτι που πρέπει να δούμε πώς αντιμετωπίζεται, μετριάζεται ή και θεραπεύεται. Ευθύνη εκπαίδευσης και Yπουργείων. 

Αν ο ποιητής μπορεί και λέει δικαιωματικά «μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου», εμείς οι άλλοι πρέπει εδώ να πούμε «πρώτη έγνοια τη γλώσσα μας, στον αγώνα για παιδεία». Ναι, αυτό πρέπει να πούμε και να μετουσιώσουμε σε προγραμματική κατεύθυνση για την εκπαιδευτική πολιτική μας.

Αφού, εξάλλου, πάντα μας οδηγεί ο εθνικός ποιητής μας Διονύσιος Σολωμός: «Δεν έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και Γλώσσα». Όπως στάθμισε τη γλώσσα μας σε αναβαθμό, δίπλα ακριβώς στο ιδεώδες της ελευθεροφροσύνης που επιδιώκουμε και στη σημερινή πολιτεία, μας προτείνει προμετωπίδα της πορείας και των πολιτικών μας.

Είμαι σίγουρος ότι θα ακούσουμε αρκετά έγκριτα για την ελληνική σκέψη όπως αποδόθηκε με τη δύναμη και την ομορφιά της γλώσσας μας και μας άφησε στο πέρασμα του χρόνου μνημεία λόγου απαράμιλλης αξίας. Τόσο για το γλωσσικό κάλλος όσο και για το αξιακό περιεχόμενο. Όπως ακόμα και πόσο η ελληνική γλώσσα τροφοδότησε τις νεότερες γλώσσες, αλλά και το σύνολο των τεχνών και των επιστημών με τέτοιο λεξιλογικό πλούτο ώστε να μη διανοείται κανείς ότι μπορούν να αποκοπούν από αυτόν. Για τις αεννάως διερευνώμενες και ανανεωνόμενες έννοιες της πόλης, της ελευθερίας και της δημοκρατίας, ως ποθούμενους ιδεατούς τύπους. Οι οποίες έννοιες, σύμφυτες στις πρώτες λόγιες εκφράσεις ελληνιστί, αναπαράγονται σήμερα οικουμενικά.

Κλείνοντας το χαιρετισμό εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας, επειδή σε λίγες μέρες ολοκληρώνεται και η θητεία μου ως Υπουργού Παιδείας, δράττομαι της ευκαιρίας να απευθύνω ειλικρινείς και ευγνώμονες ευχαριστίες προς το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων για την πολύπλευρη και ουσιαστική συνεργασία που αναπτύξαμε. Προσωπικές ευχαριστίες απευθύνω στην ομόλογο μου, κυρία Νίκη Κεραμέως, αλλά και στον παρευρισκόμενο εδώ συνεργάτη και καλό φίλο, τον Υφυπουργό Άγγελο Συρίγο. Εύχομαι αυτή η τόσο στενή συνεργασία και να συνεχιστεί, αλλά και να διευρυνθεί περισσότερο. Εντελώς φυσικά και κατ’ ακολουθία του καθημερινού βίου των ανθρώπων μας που συνδιαλέγονται και σε λόγο ελληνικό συν-τυχάνουν. Αλλά και σπουδάζουν την Ελληνική και που τραγούδια λένε ελληνικά. Μέσα από τέχνη τραγουδοποιητική που μελοποιεί τους ποιητές μας και αυτό νομίζω είναι μια ακόμα μοναδική δύναμη της γλώσσας μας. 

ΙΠ